H θρησκευτικότητα εξηγείται τριπλά: α) τι κάνουν οι άνθρωποι, β) σε τι και πόσο πιστεύουν, γ) πώς βιώνουν το ιερό. Αρα, αναφερόμαστε σε λατρευτικές πρακτικές, στον βαθμό προσχώρησης σε μια θρησκευτική ομολογία και στην υποκειμενική σημασία της θρησκείας. Από μετρήσεις διαπιστώνεται ότι οι τρεις αυτοί άξονες σπανίως ευθυγραμμίζονται. Συνήθως διίστανται στις υπερ-νεωτερικές, και όχι μόνον, κοινωνίες όπου η ανάδυση μιας «θρησκευτικής αγοράς» προσφέρει εναλλακτικές εμπειρίες του ιερού (λ.χ. θρησκεία χωρίς Θεό, άθρησκη θρησκευτικότητα).
Στην Ελλάδα θρησκεία και Εκκλησία επηρεάζουν πλείστες όσες πλευρές του δημόσιου και ιδιωτικού βίου. Παρατηρείται υψηλός βαθμός θρησκευτικής ομολογίας (σχεδόν το 90% δηλώνουν χριστιανοί Ορθόδοξοι) και, παράλληλα, χαμηλή συχνότητα εκκλησιασμού συγκριτικά με άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Με την πανδημία του Covid-19 έχει καταστεί σαφές ότι οι θρησκευτικές πεποιθήσεις και η διοικούσα εκκλησία έχουν ρόλο και λόγο στη διαχείριση της κρίσης. Με τη διαμεσολάβηση των Μέσων, ωστόσο, ιδιαίτερα από τον περασμένο Μάρτιο, πολλοί μείναμε με την εντύπωση ότι η επιρροή τους ήταν μεγαλύτερη από όση πραγματικά είναι. Με τη δραματοποιημένη και επιπολάζουσα προβολή θρησκευόμενων, ιερέων και μητροπολιτών που αντιδρούσαν στο κλείσιμο των ναών και την απαγόρευση της μετάληψης σχημάτιζε κανείς την εικόνα ενός πανίσχυρου «μετώπου».
Ομως δεν ήταν έτσι: συμμορφώθηκαν σχεδόν όλοι στις οδηγίες των Αρχών. Αλλά και δεν θα μπορούσε να ήταν διαφορετικά βάσει ορισμένων χαρακτηριστικών του θρησκεύεσθαι των Ελλήνων. Από τα αποτελέσματα του 7ου γύρου της Παγκόσμιας Ερευνας Αξιών (WVS) –στην οποία συμμετείχε η Ελλάδα διά του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικών Ερευνών (ΕΚΚΕ) με τη χρηματοδότηση του οργανισμού Διανέοσις– διαπιστώνεται ανακολουθία ανάμεσα στους τρεις προαναφερθέντες άξονες θρησκευτικότητας.
Από τις απαντήσεις αντιπροσωπευτικού δείγματος 1.200 ατόμων βρέθηκε ότι το 91,4% πιστεύει στην ύπαρξη του Θεού και, επιπλέον, το 70,3% θεωρεί ότι ο Θεός είναι αρκετά ή πολύ σημαντικός για τη ζωή τους. Λιγότεροι από τους μισούς, όμως, πιστεύουν στη μετά θάνατον ζωή (47,4%), ότι υπάρχει Παράδεισος (45%) ή Κόλαση (43,2%). Παράλληλα, στη συντριπτική πλειονότητα (80,6%) δηλώνουν ότι είναι θρησκευόμενα άτομα ανεξάρτητα από το αν πηγαίνουν στην εκκλησία.
Φαίνεται, λοιπόν, ότι για τους περίπου μισούς Ελληνες η ιδιότητα του θρησκευόμενου και η αποδοχή της ιδέας του Θεού αποσυσχετίζονται από θεμελιώδεις παραδοχές του χριστιανικού δόγματος. Βεβαίως, το 43,2% εκκλησιάζεται από μερικές φορές την εβδομάδα έως μία φορά τον μήνα, ενώ το 65,3% δηλώνει ότι προσεύχεται πολύ συχνά ή συχνά. Την ίδια στιγμή, ωστόσο, το 85,8% δηλώνει ότι η βασική αποστολή της θρησκείας είναι «να κατανοεί τη ζωή σ’ αυτόν εδώ τον κόσμο» έναντι μόλις 8,6% «να κατανοεί τη μεταθανάτια ζωή».
Από τα παραπάνω φαίνεται ότι για τους περισσότερους ο εν γένει προσανατολισμός του θρησκεύεσθαι είναι ενδοκοσμικός παρά αλλοκοσμικός. Πόσο μάλλον που με την πρόταση «όποτε επιστήμη και θρησκεία συγκρούονται, η θρησκεία έχει πάντα δίκιο» το 68% διαφωνεί ή διαφωνεί πολύ.
Βάσει της μέτρησης, ο μέσος Ελληνας δεν θα μπορούσε παρά να απόσχει από τα εκκλησιαστικά του καθήκοντα κατά τη διάρκεια της πανδημίας, όταν μάλιστα, ούτως ή άλλως, το 35,3% πηγαίνει στην εκκλησία μόνο στις μεγάλες εορτές και σε ειδικές περιστάσεις και το 20,6% σπανίως έως ποτέ.
Αξίζει, ίσως, να ανατέμνει κανείς την κατηγορία των ερωτώμενων που προκρίνει την επιστήμη έναντι της θρησκείας σε περίπτωση σύγκρουσης. Πρόκειται για άτομα που: α) είναι κατά μέσο όρο πολύ νεότερα, β) έχουν υψηλότερο εκπαιδευτικό επίπεδο, γ) ανήκουν σε ανώτερη εισοδηματική κλίμακα, δ) αυτο-τοποθετούνται σε ανώτερη κοινωνική τάξη σε σχέση με εκείνα που υποστηρίζουν ότι η θρησκεία έχει πάντα δίκιο.
Στην πρώτη φάση σχεδιασμού των μέτρων κατά της πανδημίας, με κυβέρνηση και Ιερά Σύνοδο να κωλυσιεργούν για τη λειτουργία των ναών και την ασφάλεια της μετάληψης, το θέμα ανέβηκε ψηλά στην ατζέντα των ειδησεογραφικών Μέσων και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Διέθετε κατ’ εξοχήν στοιχεία που χαρακτηρίζουν μια είδηση: εξαιρετικότητα, αρνητικότητα, πρόσωπα και θεσμούς-ελίτ, «καλούς» και «κακούς». Celebrities θρησκευόμενοι σε φόντο μιας επίπλαστης πλειονότητας διευκόλυναν την είδηση παρά το θέμα.
Παρουσιάστηκε όμως και καθ’ υπερβολήν, γιατί η έκταση του φαινομένου ήταν εξ αρχής μικρότερη από την εντυπωσιοθηρική προβολή του. Στην ίδια μελέτη, το 83,3% απάντησε πως το βασικό νόημα της θρησκείας είναι «να κάνει το καλό σε άλλους ανθρώπους» έναντι 14,4% που προτίμησε «να ακολουθεί τις θρησκευτικές τελετές και κανόνες». Από τα συγκεκριμένα εμπειρικά στοιχεία που διαθέτουμε φαίνεται ότι ναι μεν οι Ελληνες είναι πανδήμως θρησκευόμενοι, πλην όμως όχι το ίδιο θρησκόληπτοι.
Νίκος Δεμερτζής - Διευθυντής και πρόεδρος Δ.Σ. του ΕΚΚΕ, καθηγητής ΕΚΠΑ
Γιώργος Παπαδούδης - Ερευνητής του ΕΚΚΕ
Πηγή: efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου