Εννοείται δεν πιστεύω ότι γίναμε απ’ τον Αδάμ και την
Εύα, εννοείται πως δεν αντέχω τους παπάδες και τα λογιώ λογιώ
«βατοπέδια» τους, εννοείται έχω έναν δικό μου, προσωπικό τρόπο να
πλησιάζω την ορθοδοξία (ο οποίος εννοείται πως δεν εμπεριέχει την πίστη
σε κανένα θεό), ωστόσο όταν έτυχε για ένα συνέδριο Φυσικής να ταξιδέψω
στην Κωνσταντινούπολη, την επισκέφθηκα.
Και
τότε συνέβη κάτι που εκείνη τη στιγμή το ένιωσα ως το πλήρως
φυσιολογικό, αλλά όλες τις υπόλοιπες που το επαναφέρω στη μνήμη μου εν
τέλει πάντα με εκπλήσσει. Ναι μεν μπήκα στην Αγια-Σοφιά, ναι μεν θαύμασα
ό,τι είχε απομείνει (ό,τι είχαν αφήσει δηλαδή) να θαυμάσω από τα
ψηφιδωτά της, αλλά ό,τι συνέβη, συνέβη όταν βγήκα. Θυμάμαι πως
απομακρυνόμουν, αλλά με όπισθεν. Δηλαδή, περπατώντας ανάποδα.
Προχωρούσα
προς τον επόμενο προορισμό, αλλά όσο εκείνη ήταν στο οπτικό μου πεδίο,
σαν να μην μπορούσα παρά να την κοιτάζω. Σαν να μην μπορούσα να κάνω
αλλιώς. Σαν να μην ήθελα... σαν να μην ήθελα να την αφήσω μόνη.
Αυτό ακριβώς ένιωσα. Η μνήμη αυτού του συναισθήματος ίσως είναι πιο ισχυρή και από το μεγαλείο του καθαυτό κτίσματος.
Το
ακόμα πιο περίεργο ήταν πως σε κανέναν απ’ όσους περπατούσαν δίπλα μου
δεν φάνηκε περίεργο: μια κοπέλα να πισωπατά για ώρα, έχοντας το βλέμμα
της καρφωμένο πάνω της.
Ηταν μια προσωπική
επαφή με κάτι που δεν ήξερα καν πως ήταν προσωπικό. Και το αφήνω ως
έχει. Καμία άλλη ερμηνεία δεν δίνω, κανένα περαιτέρω σχολιασμό δεν κάνω.
Ισως γιατί αυτό ήταν ένα δώρο. Από εκείνη, ακόμα και κατακτημένη.
Νόρα Ράλλη
Πηγή: efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου