«Το Εικοσιένα. Εχουμε ώς την ώρα την ιστορία του;
Φοβάμαι πως όχι. Τη μυθολογία του; Φοβάμαι πως ναι»
Κωστής Παλαμάς
Ο εορτασμός το επόμενο έτος της επετείου των διακοσίων ετών από την έναρξη της Επανάστασης του 1821 φέρνει στην επιφάνεια αντιθέσεις, υστερόβουλες προθέσεις, πολιτικές σκοπιμότητες, αλλά και κρυμμένους σκελετούς. Από μια άποψη είναι φυσικό αφού το ’21 αποτελεί το λίκνο της νεότερης ελληνικής ιστορίας. Ο Αγώνας ξεκίνησε σε μια εποχή που στα Βαλκάνια είχε αρχίσει να αναδύεται η εθνογένεση και η Οθωμανική Αυτοκρατορία να παρουσιάζει ρωγμές.
Τετρακόσια χρόνια οθωμανικής κυριαρχίας και άλλα χίλια προηγουμένως υπό τη Βυζαντινή Θεοκρατία είχαν ουσιαστικά εξαφανίσει την όποια ελληνική συνείδηση, η οποία δειλά άρχισε να σκυρτά τις αρχές του 13ου αιώνα στην Πελοπόννησο και αργότερα σε περιοχές εκτός του στενού ελλαδικού χώρου, όπως τα Επτάνησα, ή σε περιοχές με έντονο ελληνικό εμπορικό στοιχείο όπως στην Εσπερία, στη Μολδοβλαχία και στην Οδησσό. Το τελευταίο αποτέλεσε σημαντική συνιστώσα στην εξέλιξη της Επανάστασης και στη συγκρότηση της νεο-ελληνικής ιδεολογίας συμπυκνωμένο στην αντίθεση αυτόχθονες-ετερόχθονες.
Το 1821 δεν υπήρχε Ελλάδα με την έννοια της Ιταλίας, όταν εκεί ξεκίνησε το 1859 ο αγώνας της εθνικής της ενοποίησης, ούτε βέβαια υπήρξε στην Ελλάδα ένα Πεδεμόντιο κέντρο πολιτικής και ιδεολογικής επεξεργασίας και στρατιωτικό ορμητήριο. Η πανσπερμία ελληνικών κέντρων στην Οθωμανική Αυτοκρατορία δεν ευνοούσε την υπερίσχυση ενός εξ αυτών. Την αδυναμία άρθρωσης συγκεκριμένων εθνικών στόχων δυσκόλεψαν ακόμα περισσότερο οι ειδικές σχέσεις που είχαν αναπτύξει με τους κυρίαρχους Οθωμανούς οι ελληνικές ηγετικές ομάδες.
Ο κλήρος, οι κοτζαμπάσηδες, οι αρματολοί και οι Φαναριώτες δεν είχαν αυτόνομη παρουσία και ως εκ τούτου δεν είχαν διάθεση συγκρότησης στρατηγικής σύγκρουσης με την Πύλη. Υπήρχαν επίσης διαφωνίες και ως προς την ίδια την ουσία της αποκατάστασης του έθνους. Οι λεγόμενοι «ανακαινιστές», με επιφανέστερο εξ αυτών τον Κοραή, απέρριπταν κατηγορηματικά επιστροφή σε δομές και ιδεολογίες του Βυζαντίου ή μιας ψιμυθίωσης της Οθωμανίας.
Σημαντικότερο ίσως όλων ήταν η απουσία ηγεμονικής αστικής τάξης η οποία θα συγκροτούσε αντιφεουδαρχική και εκσυγχρονιστική εθνική στρατηγική. Αναγκαστική η καταφυγή στο αρχαίο ελληνικό κλέος, το οποίο οι ανακαινιστές έβλεπαν να «μετακενώνεται» μέσω του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού στην Ελλάδα, οι δε «λαϊκοί» ως μια ανόθευτη αρχετυπική ελληνικότητα, την οποία εκπροσωπούν οι αγωνιστές που ορθώνουν το ανάστημά τους απέναντι στους δανδήδες δυτικόφρονες.
Μια προσέγγιση που έβλεπε το έθνος ως υπεριστορική ουσία ακίνητη στο πέρασμα των χρόνων. Ετσι η Επανάσταση εξελίχτηκε εν μέσω αυτών των αντιφάσεων και αντιθέσεων. Σηματοδοτήθηκε από ηρωικές πράξεις των πρωταγωνιστών της αλλά και από ασύλληπτες αθλιότητες δολιότητας, πρωτόγονου εγωισμού και διαφθοράς (Τ. Σταματόπουλος, «Ο Εσωτερικός Αγώνας» Κάλβος 1979, Θ. Παναγόπουλος, «Τα Ψιλά Γράμματα της Ιστορίας» Ενάλιος 2009).
Οι μετα-επαναστατικές ανάγκες της εθνικής μυθολογίας κουκούλωσαν τις δυσάρεστες αλήθειες. Ετσι καλοί ο Ρήγας Φεραίος και ο Κοραής, αλλά καλός και ο Γρηγόριος Ε' που τους αφόρισε! Καλός ο Καραϊσκάκης που μαζί με τον Μακρυγιάννη και τον Κωλέττη μακέλεψαν την Πελοπόννησο, καλός και ο Κολοκοτρώνης που δολοφόνησαν τον γιο του Πάνο. Καλός ο Καποδίστριας, ήρωες όμως και οι Μαυρομιχάληδες που τον δολοφόνησαν. Αντάμα και ο μύθος του Κρυφού Σχολειού (Α. Αγγέλου, «Το Κρυφό Σχολειό», Εστία 1997).
Φυσικό αποτέλεσμα όλων αυτών ήταν το νεοελληνικό κράτος να παρουσιάζει από ιδρύσεώς του σοβαρά προβλήματα εθνικής ταυτότητας, η οξύτητα της οποίας δημιούργησε διαχρονικά κρίση εθνικού προσανατολισμού και αντιδυτικού ξενηλατικού πνεύματος.
Η ελληνική κοινωνία διακόσια χρόνια μετά ούτε επιθυμεί ούτε είναι έτοιμη να συζητήσει αυτά τα ζητήματα. Ο συντηρητισμός της αποστρέφεται την οποιαδήποτε εθνική αυτοκριτική και αυτογνωσία. Η συναίνεση επ’ αυτού είναι διαπαραταξιακή. Η ελληνική κοινωνία προτιμά το βολικό κουκούλι του ανάδελφου και αδικημένου λαού από τις προκλήσεις του μέλλοντος, τις οποίες αντιμετωπίζει διαχρονικά φοβικά. Η χρεοκοπία της χώρας και η περιπέτεια των μνημονίων επέτειναν την ανάγκη αγκύρωσης στην εθνική αναδίπλωση και κλιμάκωσαν το μίσος στο «διαφορετικό» και ό,τι απειλεί τα εθνικά στερεότυπα, ουδεμία προσπάθεια περισυλλογής και εθνικής αποτίμησης. Χαρακτηριστικό το σύνθημα των «αγανακτισμένων»: «Μας χρωστάνε, δεν τους χρωστάμε».
Είναι πολλά τα ιδεολογικά, πολιτικά και ψυχολογικά συμφέροντα που έχουν επενδυθεί στην ανώδυνη ιστορική αποτίμηση του Αγώνα της Ανεξαρτησίας.
Οταν λοιπόν κάποιοι προσπαθούν να γρατζουνίσουν το εθνο-ναρκισσιστικό κέλυφος, σπεύδουν οι εθνοσώστες να προτάξουν τα στήθη τους. Μερικοί απ’ αυτούς αυτοπροσδιορίζονται ως «προοδευτικοί» και υποστηρικτές των εθνικών συμβόλων. Τα συμβαίνοντα στην Επιτροπή 21 με τις παραιτήσεις και τις διχογνωμίες, χαρακτηριστικά. Γι' αυτό και από τους εορτασμούς της επετείου δεν πρόκειται να προκύψει τίποτα που θα ταράξει τις εθνικές βεβαιότητες.
Ας είναι όμως, «η ελληνική φυλή προώρισται να ζήση και θα ζήση».
Τάκης Μπατζελής - πολιτικός επιστήμονας
Πηγή: efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου