Ο θεσμός της παροχής κοινωφελούς εργασίας, ως εναλλακτικού τρόπου έκτισης ποινών, σε δημόσιες υπηρεσίες, ΟΤΑ και μη κερδοσκοπικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου προς όφελος του κοινού προβλεπόταν από τον προηγούμενο Ποινικό Κώδικα και φυσικά από τον σημερινό και λειτούργησε επί χρόνια με επιτυχία.
Στις 15 Ιουνίου συζητήθηκε στη Βουλή ερώτηση της βουλευτή της Ν.Δ. Φωτεινής Πιπιλή προς τον υπουργό Εσωτερικών για το αν προχωρεί και σε ποιο στάδιο βρίσκεται η διαδικασία υποδοχής από τους φορείς Τοπικής Αυτοδιοίκησης των ατόμων που έχει οριστεί η παροχή κοινωφελούς εργασίας και εκφράστηκε, όπως είναι φυσικό με κολακευτικά λόγια, για τη λειτουργία του θεσμού.
Ο υφυπουργός Εσωτερικών Θ. Λιβάνιος που απάντησε, επικροτώντας και αυτός τον θεσμό, ανέφερε ότι στο τέλος του έτους ο υπουργός Δικαιοσύνης είχε στείλει σχετική επιστολή στην Κεντρική Ενωση Δήμων η οποία τον Φεβρουάριο του απάντησε ότι είναι πολύ θετική για τη συνέχιση του θεσμού και την υποδοχή των σχετικών ατόμων, όπως είχε άλλωστε κάνει στο παρελθόν με την υποδοχή και απασχόληση σχετικών ατόμων στους δήμους.
Τα παραπάνω είναι πολύ ωραία, με τη βασική προϋπόθεση ότι εφαρμόζεται ο θεσμός (ο οποίος αφορούσε πλημμεληματικές παραβάσεις συνήθως κάποιων μηνών, που οι καταδικασθέντες δεν είχαν χρήματα για να πληρώσουν τη μετατροπή των ποινών).
Ομως, η Ν.Δ. μόλις ανέλαβε κυβέρνηση, κυριολεκτικά με το καλημέρα σας, στις 27 Ιουνίου με ΠΝΠ μάλιστα (!), που μερικές μέρες μετά κύρωσε και με νόμο, ανέστειλε τη λειτουργία του θεσμού. Ουσιαστικά τον κατάργησε και αυτό ισχύει μέχρι σήμερα.
Εδειξε για άλλη μία φορά το τιμωρητικό της πρόσωπο σε σχέση με το σωφρονιστικό σύστημα και τη μεταχείριση των παραβατών και το ταξικό της πρόσημο – όσοι έχουν χρήματα εξαγοράζουν τις ποινές, όσοι δεν έχουν μπαίνουν φυλακή.
Το πρώτο βήμα το είχε κάνει μόλις ανέλαβε κυβέρνηση, με την αφαίρεση για πρώτη φορά στα μεταπολιτευτικά τουλάχιστον χρονικά της σωφρονιστικής πολιτικής από το υπουργείο Δικαιοσύνης και την υπαγωγή της στο υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, στέλνοντας μήνυμα καταστολής και όχι σωφρονισμού και επανένταξης.
Το αποτέλεσμα της αναστολής εφαρμογής, με την προσχηματική επιπλέον πρόβλεψη χωρίς δέσμευση χρονικής έκδοσης ΚΥΑ για ορισμό των φορέων (που προβλέπεται και στον νέο Ποινικό Κώδικα η έκδοση τέτοιας ΚΥΑ, χωρίς όμως αυτό να είχε επιφέρει την αναστολή του θεσμού), είναι ότι χιλιάδες άνθρωποι, που δεν έχουν χρήματα να πληρώσουν τις ποινές, θα κρύβονται ή κάποιοι θα συλλαμβάνονται και θα ακολουθεί φυσικά εγκλεισμός τους στις φυλακές. Και οι πλείστοι από αυτούς ανήκουν σε φτωχά ή περιθωριοποιημένα στρώματα.
Δεν γνωρίζω αν η γενική γραμματέας Αντεγκληματικής Πολιτικής (που έχει την κυβερνητική ευθύνη και των καταστημάτων κράτησης, διαχειρίστηκε δε αποτελεσματικά την προστασία των κρατουμένων από τον κορονοϊό) πιέζει για την επαναφορά του θεσμού. Και που γνωρίζει και αυτή από πρώτο πλέον χέρι τον υπερπληθυσμό των φυλακών.
Αυτό που γνωρίζω πάντως είναι ότι πρόσφατα, κατά την παρουσία της σε κοινοβουλευτική επιτροπή συνεχώς, αντί να αρκεστεί σε ενημέρωση, επετίθετο στον ΣΥΡΙΖΑ κατά τρόπο που υπερβαίνει τα κοινοβουλευτικά ήθη και παρά τις επανειλημμένες συστάσεις από το προεδρείο να σταματήσει το επίπεδο αυτό των τοποθετήσεών της.
Φαίνεται ότι ακόμη έμεινε στην προεκλογική περίοδο και στο ύφος αυτών που η ίδια έλεγε και απέτυχε να εκλεγεί βουλευτής.
Ούτε περιμένω κάποιοι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, που γνωρίζουν από τη Δικαιοσύνη, αλλά έχουν δηλώσει επίσημα στη Βουλή ότι είναι φίλοι του υπουργού Δικαιοσύνης, να πιέσουν έντονα για τη λειτουργία του θεσμού και να τον φέρουν σε δύσκολη θέση (ο υπουργός Δικαιοσύνης για πρώτη φορά στα μεταπολιτευτικά χρονικά δεν είναι νομικός, αλλά ιατρός και προφανώς για λόγους εσωκομματικών ισορροπιών ορίστηκε υπουργός Δικαιοσύνης).
Περιμένω όμως από άλλους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, που δεν έχουν οποιουδήποτε είδους δεσμεύσεις με τον υπουργό Δικαιοσύνης, καθώς και από την επιτροπή δικαιωμάτων του κόμματος, μετ’ επιτάσεως να θέσουν άμεσα εκ νέου το θέμα λειτουργίας του θεσμού, που αποτελεί αίτημα όχι μόνο του νομικού κόσμου, αλλά και της μεγάλης τουλάχιστον πλειονότητας της κοινωνίας.
Δημήτρης Αρ. Φίλης - Δικηγόρος, πρώην γενικός γραμματέας Αποδήμου Ελληνισμού και μέλος του Δ.Σ. του ΔΣΑ, επικεφαλής της κίνησης πολιτών «Κοινωνία Τώρα»
Πηγή: efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου