Εδώ που τα λέμε, ποτέ δεν την πολυκατάλαβα. «Λαϊκή σοφία» σου λέει ο άλλος και καθαρίζει. Για κάτσε, ρε πατριώτη, τα 'βαλες κάτω, τα εξήγησες και τα κατάλαβες αυτά τα «σοφά» του «λαού»; Γιατί, προσωπικά τουλάχιστον, ακόμα προσπαθώ.
Δεν είμαι ειδική γαϊδαρολόγος, αλλά γαϊδάρο στο χωριό είχαμε. Και γω πολύ τον αγαπούσα κι ας βαριόταν και να γκαρίξει ακόμα. Με τα χίλια ζόρια έσερνε τα ποδάρια του απ' το σπίτι ώς το χωράφι, μαζί έσερνε κι εμένα στη ράχη του, που γλώσσα δεν έβαζα στη διαδρομή. Και τι δεν του 'λεγα! Τι για την ομορφάδα του (ότι ήταν ωραίος, ήταν!), τι για την προκομάρα του (ότι ήταν προκομμένος, καμία σχέση), τι πως την πιο ωραία γαϊδαρούλα θα του 'φερνα νυφούλα (μαγκούφης πέθανε τελικά). Με τόσο μπούρου μπούρου, απορίας άξιο ήταν που δεν μου έδωσε μια, να βρεθώ τ' ανάσκελα, μπας και το βουλώσω. Εξ ου και στα μάτια μου φάνταζε ένας ευγενής τετράποδος, σχεδόν υπεράνω. Τον θαύμαζα γι' αυτό του το προτέρημα. Και γι' αυτό τον θεωρούσα σχεδόν σοφό. Δηλαδή, υπεράνω!
Για χρόνια το «ενός γαϊδάρου γνώση» στο μυαλό μου ήταν εξαιρετικό, εξαιρετικότατο κομπλιμέντο. Αργησα ολίγον τι, αλλά έμαθα τελικά πως δεν. «Δεν» στο τετράγωνο δηλαδή. Και για όλα φταίει αυτός ο κομμουνιστής δάσκαλος που είχαμε στο Δημοτικό, που νέος τότε και δυναμικός, μας έλεγε πως τον γαϊδουρινό ζυγό μόνο σαν είσαι ντιπ στουρνάρι τον ανέχεσαι. «Ξέρετε τι σημαίνει έξυπνος;» μας έλεγε. «Αυτός που είναι εκτός ύπνου. Που έχει τα μάτια του ανοιχτά! Ξυπνάτε και ξυπνάτε και τους άλλους. Αν κοιμάστε, θα 'χετε αφέντη στο κεφάλι σας. Αν είστε ξύπνια, θα έχετε ο ένας τον άλλο»... Α ρε Μάριε, τι μας έκανες. Ακόμα δεν μπορώ να τα ξεχάσω αυτά του τα λόγια.
Στην τάξη του Μάριου, κανένας δεν ήταν αξιότερος του άλλου. Ακόμα κι εμένα, που δεν μπορούσα να πω το «ρ», κανένα παιδί δεν άφηνε να με κοροϊδέψει. Και πέρασε ο καιρός και το «ρ» έμαθα και ροδάνι πάει η γλώσσα μου, μέχρι και γλωσσοδέτες λέω. Οπως ας πούμε: «φτου σκουληκομυρμηγκότρυπα». Η... «πτυχιούχος Σχολής Κυλινδρόμυλων»!
Μα τον θεό, όταν το πρωτάκουσα, νόμιζα πως ήταν τρολιά. Μου θύμισε την πλάκα που κάναμε μικροί, σαν μας ρωτούσανε «τι θα γίνεις όταν μεγαλώσεις;» -τι γελοία ερώτηση θε μου! «Βοηθός χειριστή αυτόματης τέντας!» απαντούσαμε με σοβαρότητα Πέτσα. Ε, τελικά υπάρχει και καλύτερο: πτυχιούχος σχολής κυλινδρόμυλων.
Αυτό έχει «σπουδάσει» ο γενικός γραμματέας Τουριστικής και Πολιτικής Ανάπτυξης της κυβέρνησης Μητσοτάρχα, Κωνσταντίνος Λούλης. Τρεις σχολές, λέει, είναι μόνο τέτοιες στον κόσμο. Ιδιωτικές και μονοετείς. Κούραση δηλαδή, όχι αηδίες. Βέβαια, στο δικό μου το χωριό, ήξερα πως κάποτε οι γάιδαροι ήταν οι μοναδικοί «πτυχιούχοι» τέτοιων «σχολών»: γύριζαν την πέτρα και τριβόταν το σιτάρι.
Βέβαια, ο κ. Λούλης δεν το 'κρυψε: εμένα με φώναξε ο Μητσοτάρχας, σου λέει, φίλος ήμουν της οικογένειας, είχα και τις φιλοχουντικές μου αντιλήψεις, είμαι και με τον Μπέο, του 'δειξα και τα πτυχία μου, αυτά είχα, αυτά έδειξα, και μου 'πε «για γκελ μπουρντά. Ανθρώπους σαν εσένα θέλουμε», ε και πήγα. Γάιδαρο του χαρίζανε - στα δόντια να τον κοιτάξει;
Ολόκληρος Αϊνστάιν, σου λέει, και ώς τα τρία του για χαζό τον είχανε, λέξη δεν έλεγε, σκράπας ήταν στο σχολειό, μήτε δουλειά δεν έβρισκε και σε γραφείο ευρεσιτεχνίας δούλεψε γραμματέας κι αυτό χαριστικά. Και 'μεις, τέτοιο κυλινδρόμυαλο καμάρι, να μην τον κάνουμε τουλάχιστον γενικό γραμματέα;
Δεν μου φταίει ο Λούλης, μήτε ο Μητσοτάρχας, ούτε καν οι «άριστοι» που τον ψήφισαν. Αυτός ο Αϊνστάιν μου φταίει. Που όταν του ζήτησαν να γίνει πρόεδρος του Ισραήλ, τους είπε: «Με καλείτε, όχι για να εξηγήσω τη Φύση, όπως ξέρω, μα για κάτι δυσκολότερο: να κυβερνήσω ανθρώπους. Δεν μπορώ, λοιπόν, παρά να αρνηθώ».
Και αρνήθηκε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου