Για τον απλό άνθρωπο οι λέξεις είναι εργαλείο έκφρασης. Το να αγνοεί ή και να αλλοιώνει λέξεις και νοήματα δεν επηρεάζει κανέναν πέραν από τον συνομιλητή, την ομήγυρη, άντε και το στενό του περιβάλλον. Το να βάλει ένα αχρείαστο άρθρο, να βάλει σε λάθος θέση την πρόθεση ή τον σύνδεσμό, να χρησιμοποιεί επίθετα ή επιρρήματα για να υπερβάλει δεν σημαίνει και πολλά πράγματα. Είναι η μοναδική ίσως ασυλία που έχουν σε σύγκριση με τους πολιτικούς. Για τους πολιτικούς, δηλαδή τους ασχολούμενους με τη διοίκηση της πολιτείας (Σ. Βυζάντιος σελ. 1104) κάθε λέξη, κάθε φράση, έχει βάρος. Οταν μάλιστα ασκούν εκτελεστική εξουσία η κυριολεξία (η χρησιμοποίηση των λέξεων με την ακριβή σημασία τους) είναι υποχρέωση.
Αυτό που βιώνουμε τους τελευταίους μήνες είναι η συχνή χρήση πολεμικών μεταφορών για να περιγράψουν την παγκόσμια πανδημία. Πόσες φορές έχει ακουστεί η λέξη «πόλεμος» από τα πιο επίσημα χείλη για να δικαιολογηθούν μέτρα περιστολής των ατομικών ελευθεριών και δικαιωμάτων; Πόσες φορές δεν παραλληλίζεται ο Covid-19 με ένα σιωπηλό και άγνωστο εχθρό που η αντιμετώπισή του απαιτεί θυσίες, απεμπόληση κεκτημένων και αποδοχή μέτρων που κινούνται στα όρια της νομιμότητας;
Βλέπεις λοιπόν καθημερινά να επιδίδονται σε μία πολεμική ρητορική αγνοώντας (;) ότι η σημασία της -η λέξη «πόλεμος» είναι βαριά, ασήκωτη και υποδηλώνει και υπονοεί τα πιο φρικτά δεινά για τους ανθρώπους- είναι φρικώδης.
Σε καιρό ειρήνης, οι πολεμικές μεταφορές και αναφορές είναι η πλέον συνηθισμένη πρακτική των αυταρχικών καθεστώτων που με τον τρόπο αυτό απορρίπτουν τις διαφωνίες και εκμεταλλεύονται τον φόβο για να εδραιώσουν την εξουσία τους. Ομως στις μέρες μας η πολεμική ρητορική έχει αξιοποιηθεί και από τα δημοκρατικά καθεστώτα για να δικαιολογήσουν τη χρήση αστυνομικών και στρατιωτικών πρακτικών, προκειμένου να επιβάλλουν πολιτικές για την αντιμετώπιση της υγειονομικής κρίσης (καραντίνα, απαγόρευση κυκλοφορίας, αποτροπή συγκεντρώσεων κ.ά.).
Προφανώς οι δημοκρατικοί άρχοντες θεωρούν ότι υποδυόμενοι τους στρατηγούς και τους ταξιάρχους μπορούν να εφαρμόσουν μια ποινική προσέγγιση -συλλήψεις, πρόστιμα και εκφοβισμό- ώστε να προστατέψουν καλύτερα τη δημόσια υγεία. Αλλά την προστατεύουν;
Για παράδειγμα, τα μέτρα κοινωνικής αποστασιοποίησης μπορεί να είναι απαραίτητα αλλά δεν είναι εύκολο να τα υπακούσουν όλοι. Μερικοί άνθρωποι δεν έχουν σπίτι. Για άλλους, το σπίτι δεν είναι ένα ασφαλές μέρος και για πολλούς η παραμονή στο σπίτι είναι μια απρόσιτη πολυτέλεια. Υπάρχουν άνθρωποι των οποίων η απασχόληση είναι επισφαλής. Υπάρχουν και αυτοί που βιώνουν την ενδοοικογενειακή βία, καθώς και εκείνοι που πρέπει να βγουν στον δρόμο για να μαζέψουν χρήματα για το φαγητό τους... (κυριολεκτικά και μεταφορικά). Πρόκειται για εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους, τους οποίους η ποινική αντιμετώπιση τους οδηγεί στα έγκατα του περιθωρίου.
Οι πρακτικές αυτές όχι μόνο δεν προστατεύουν αλλά στοχοποιούν υγειονομικά, οικονομικά και κατασταλτικά, τις πιο ευάλωτες ομάδες πληθυσμού.Οι στατιστικές δείχνουν ότι ο κορονοϊός δεν απειλεί όλους το ίδιο, όπως με επιμονή προσπαθεί να πείσει η κυβέρνηση.
Στις ΗΠΑ, οι Αφροαμερικανοί αντιπροσωπεύουν το 13% του πληθυσμού της χώρας, αλλά και το 30% των επιβεβαιωμένων κρουσμάτων, οι Ισπανόφωνοι και οι Λατίνοι αντιπροσωπεύουν το 18% του πληθυσμού και το 24% των επιβεβαιωμένων κρουσμάτων. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, στο 14% του πληθυσμού, που αναγνωρίζεται ως μαύροι, Ασιάτες ή μειονοτικοί, υπάρχει περισσότερο από το ένα τρίτο των περιπτώσεων Covid-19 της χώρας. Στην Σουηδία, οι φτωχές γειτονιές, όπου η μεγάλη πλειονότητα των κατοίκων είναι μετανάστες, έχουν τα υψηλότερα ποσοστά μόλυνσης και θανάτων.
Η αστυνομοκρατία ως πολιτική αντιμετώπισης του κορονοϊού αποδοκιμάστηκε και από τον ΟΗΕ, ο οποίος πριν από είκοσι μέρες σε έκθεση του υπογράμμιζε τη σημασία του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στον παγκόσμιο αγώνα κατά του κορονοϊού. Μάλιστα με αφορμή περιστατικά διακρίσεων και υπερβολικής χρήσης βίας, η έκθεση προειδοποίησε ότι τα έκτακτα μέτρα, ειδικά εάν εφαρμοστούν με σκληρό τρόπο, θα μπορούσαν να υπονομεύσουν ολόκληρη την αντίδραση στην πανδημία.
Η αστυνομοκρατία στην πραγματικότητα είναι μία αποδοχή αποτυχίας των πολιτικών να εξασφαλίσουν σε όλους τους πολίτες τους τις προϋποθέσεις ώστε να μην αναγκάζονται να καταστρατηγούν τις πολιτικές της δημόσιας υγείας. Φανταστείτε τα αποτελέσματα αν -αντί της αστυνομίας που μοιράζει κλομπιές, δακρυγόνα, πρόστιμα- η πολιτεία φρόντιζε να διανέμει μάσκες, τρόφιμα και άλλα απαραίτητα, να εξασφαλίζει το εισόδημα, τη στέγη και οικογενειακή γαλήνη, να ελέγχει προληπτικά τις συνθήκες διαβίωσης σε γηροκομεία, υγειονομικές δομές, φυλακές κ.ά.
Πίσω από αυτήν τη λιγότερο στρατιωτική απάντηση θα ήταν ίσως μια πολιτική συζήτηση όχι περί πολέμου και σύγκρουσης, αλλά περί «μεταπολεμικής» ανασυγκρότησης και κοινωνικής αλληλεγγύης.
Γιάννης Σιώτος - δημοσιογράφος, συγγραφέας
Πηγή: efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου