Οι διανοούμενοι, και μιλώ γι’ αυτούς που ασχολούνται με την πολιτική, είναι ιδιόρρυθμα άτομα. Μοιάζουν μ’ εκείνους τους φιλόσοφους του Μεσαίωνα που αναφέρονταν στη διπλή αλήθεια: veritas secundum fidem et veritas secundum rationem (αλήθεια σύμφωνα με την πίστη και αλήθεια σύμφωνα με τη λογική). Και δεν ήταν υποκρισία. Και δεν είναι υποκρισία ούτε και σήμερα. Είναι, αντίθετα, ένας κάποιος τρόπος σκέψης που κάνει συμβατούς, και στον ίδιο βαθμό λειτουργικούς, δύο τρόπους να παρατηρείς τα πράγματα. Και καλή τη πίστει και στις δύο περιπτώσεις. Πότε κοιτώντας από μακριά και πότε ενεργοποιώντας μια πιο φυσιολογική όραση. Οπως όταν χρησιμοποιείς διπλά γυαλιά: αρκεί να μετατοπίσεις το βλέμμα σου για ν’ αλλάξεις το οπτικό σου πεδίο.
Εδώ και καιρό με απασχολεί ένα πρόβλημα που θα το έλεγα θεολογικό, όχι για θρησκευτικούς λόγους, που μου είναι τελείως ξένοι, αλλά για λόγους καθαρά ψυχολογικούς. Αφορά τις θεολογικές αρετές, έτσι όπως μιλά γι’ αυτές ο απόστολος Παύλος στην πρώτη προς Κορινθίους επιστολή του (ΧΙΙΙ,13). Με ενδιέφερε να καταλάβω με ποιον τρόπο τρυπώνει η ελπίδα ανάμεσα στην πίστη και την αγάπη: που για κάποιον σαν εμένα, άπειρο στα θεολογικά, φαίνεται περισσότερο ατομικιστικό, βέβηλο και, εν πάση περιπτώσει, λιγότερο θεολογικό. Αν το καλοσκεφτούμε, δεν είναι τίποτε άλλο από την αισιοδοξία.
Ακριβώς: μ’ αυτά τα διπλά γυαλιά είναι δυνατόν να βλέπεις μακριά, με αισιοδοξία. Χωρίς να χάνεις τη δυνατότητα να χαμηλώνεις, όταν θες, το βλέμμα πάνω στην κοντινή πραγματικότητα την πιο προσιτή στον καθένα από μας.
Βέβαια, αυτοί που καλή ή κακή τη πίστει ονομάζονται προοδευτικοί διανοούμενοι της Αριστεράς, για πολλά χρόνια ζήσανε μ’ αυτά τα διπλά γυαλιά. Πιστοί σε μια επιλογή που ποτέ δεν εγκαταλείψανε: ακόμη κι όταν πολλά πράγματα πήγαιναν άσχημα. Ολα προχώρησαν αντίστροφα προς εκείνα που είχαν προβλέψει οι προφήτες του σοσιαλισμού. Δεν ήταν η σοσιαλιστική επανάσταση στις βιομηχανοποιημένες χώρες με την αστική εξουσία, αλλά σε μια χώρα αγροτών. Επρεπε να δώσουν λοιπόν πίστωση χρόνου.
Ο ενθουσιασμός των προοδευτικών διανοουμένων της Αριστεράς με τον καιρό έσβηνε. Αλλά η δεύτερη θεολογική αρετή, η ελπίδα, έμενε ζωντανή. Σήκωναν τα μάτια πάνω από τον δεύτερο φακό, κοιτώντας το μέλλον. Ετσι, συνήθισαν σ’ αυτή τη διπλή όραση, και δεν ήταν υποκρισία. Ή αν ήταν κατά κάποιον τρόπο, ήταν ιδιαίτερου είδους, θα έλεγα επαγγελματική: ακριβώς διανοουμένων. Εμειναν φυσικά στη θέση τους, ποιος λίγο πιο μπροστά ποιος λίγο πιο πίσω, μια στρατιά ξεστρατισμένων: που δεν θέλουν να αποστατήσουν και που –αν και οι φακοί θάμπωσαν– εξακολουθούν να χρησιμοποιούν αυτά τα διπλά γυαλιά. Οι παραπάνω συλλογισμοί ισχύουν μόνο γι’ αυτή την περίεργη κατηγορία στην οποία κι εγώ ανήκω. Τα διπλά γυαλιά τα χρησιμοποίησα για να καθησυχάσω τη συνείδησή μου, διατηρώντας στην καρδιά μου το δεύτερο αγαθό, την ελπίδα.
Βέβαια, όλα αυτά είναι καλά γι’ αυτούς που εξακολουθούμε να ονομάζουμε διανοούμενους. Η εργατική τάξη όμως; Οι πραγματικοί εργαζόμενοι, που έχουν μνήμη και που πίστεψαν στα ιδανικά τους και που ξαφνικά τους είπαν: «Μας συγχωρείτε, λάθος».
Πρέπει να πω πως με δυσκολία συγκρατώ τη θλίψη μου. Οχι για μένα, αλλά για τον γέρο εργάτη που είναι σχεδόν παροπλισμένος, κυρτωμένος από τα βάρη της ζωής. Οχι όπως εγώ, που περνώ τις μέρες μου κάνοντας πάντα εκείνα που μου αρέσουν, στην κοινωνία των αστικών ελευθεριών. Αυτός, ο εργάτης, δεν είχε μαζί του τα διπλά γυαλιά μου. Κράτησε πάντα μία και μοναδική όραση και τώρα πρέπει να αισθάνεται βαθιά προδομένος. Ομως πώς θα επιβάλουμε σ’ έναν άνθρωπο να διαγράψει ολόκληρη τη ζωή του; Η μάζα των εργαζομένων μπορεί να αποφύγει την απόκλιση μόνον παραμένοντας ενωμένη στην επιθυμία για δικαιοσύνη και αλλαγή των κοινωνικών σχέσεων, στέλνοντας το βλέμμα της μακριά, δίχως τα διπλά γυαλιά μας.
Φοίβος Γκικόπουλος - ομότιμος καθηγητής ΑΠΘ
Πηγή: efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου