Το υπουργείο Παιδείας απελευθερώνει πλήρως τη δυνατότητα κατάληψης μιας θέσης στο Δημόσιο, βάζοντας από την... πόρτα πλέον τα επί πληρωμή πτυχία από κάθε φύσης ιδιωτικά κολέγια.
Αργά το βράδυ της Παρασκευής κατατέθηκε στη Βουλή το σχέδιο νόμου του υπουργείου Παιδείας για την Εθνική Αρχή Ανώτατης Εκπαίδευσης (ΕΘΑΑΕ), που αντικαθιστά την ΑΔΙΠ (Αρχή Διασφάλισης της Ποιότητας στην Ανώτατη Εκπαίδευση), το νέο όργανο που θα ορίζει από τις ιδρύσεις, τις συγχωνεύσεις ή τις καταργήσεις τμημάτων μέχρι την κατανομή της χρηματοδότησης στα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα.
Μοντέλο διοίκησης
Με το σχέδιο νόμου, με τίτλο «Εθνική Αρχή Ανώτατης Εκπαίδευσης (ΕΘΑΑΕ), Ειδικοί Λογαριασμοί Κονδυλίων Ερευνας Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων, Ερευνητικών και Τεχνολογικών Φορέων και άλλες διατάξεις», αλλάζει τόσο το νομικό πλαίσιο λειτουργίας όσο και το μοντέλο διοίκησης του οργανισμού που καλείται να εξασφαλίσει ποιότητα στην ανώτατη εκπαίδευση.
Η –καταργημένη πλέον– ΑΔΙΠ ιδρύθηκε για πρώτη φορά το 2005 από την τότε υπουργό Παιδείας Μαριέττα Γιαννάκου και σκοπό είχε τη διασφάλιση της ποιότητας στην ανώτατη εκπαίδευση, την υποστήριξη της πολιτείας και των ανώτατων ιδρυμάτων στη διαμόρφωση και την υλοποίηση εθνικής στρατηγικής για την ανώτατη εκπαίδευση και την πιστοποίηση της ποιότητας λειτουργίας των ΑΕΙ.
Η υπουργός Παιδείας Νίκη Κεραμέως, σήμερα, με το επιχείρημα της αναβάθμισης της νέας αρχής απομακρύνει επί της ουσίας όλους τους μη αρεστούς, καθαιρώντας τη διοίκηση της παλιάς ΑΔΙΠ και υπονομεύοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο ευθέως την ανεξαρτησία της νέας Αρχής.
Αναφορικά με την κρατική χρηματοδότηση των ΑΕΙ, εδώ και καιρό η υπουργός Παιδείας είχε προαναγγείλει ότι αυτή θα σχετίζεται άμεσα και σε ποσοστό 20% από δείκτες αξιολόγησης των πανεπιστημίων.
Στο άρθρο 16 λοιπόν του σχεδίου νόμου αποσαφηνίζονται οι δείκτες αυτοί, ενώ ορίζεται το ακαδημαϊκό έτος 2022 ως το έτος έναρξης του νέου τρόπου χρηματοδότησης των ΑΕΙ.
Πιο συγκεκριμένα, λοιπόν, το 80% της τακτικής επιχορήγησης θα κατανέμεται βάσει κριτηρίων που έχουν να κάνουν με τον συνολικό αριθμό των εγγεγραμμένων φοιτητών, το εκτιμώμενο ετήσιο κόστος σπουδών ανά φοιτητή, τη διάρκεια των προγραμμάτων σπουδών και το μέγεθος αλλά και τη γεωγραφική διασπορά του ιδρύματος, ενώ το 20% θα κατανέμεται «με βάση ενδεικτικούς δείκτες ποιότητας και επιτευγμάτων, στους οποίους επιλέγει να αξιολογηθεί κάθε ΑΕΙ».
Μεταξύ αυτών είναι η αριθμητική σχέση των αποφοίτων προς τους εισερχόμενους φοιτητές, ο αριθμός των μελών του επιστημονικού προσωπικού που επιτυγχάνουν να εξασφαλίσουν χρηματοδότηση από ευρωπαϊκά κονδύλια και ο αριθμός των αλλοδαπών φοιτητών.
Η χρηματοδότηση των ΑΕΙ βάσει αξιολόγησης πιθανότατα να οδηγήσει στην υποβάθμιση πανεπιστημίων, σε συγχωνεύσεις τμημάτων ή ακόμη και σε κατάργηση σχολών εφόσον τα Ιδρύματα θα είναι αναγκασμένα να κυνηγούν κονδύλια και αλλοδαπούς φοιτητές (!) για να εξασφαλίσουν μέρος των κρατικών πόρων. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι οι περισσότερες Σύγκλητοι αντιδρούν στο νέο αυτό μοντέλο χρηματοδότησης.
Έγκριση δαπανών
Με το Κεφάλαιο Β’ του σχεδίου νόμου διαμορφώνεται εκ νέου και ο τρόπος λειτουργίας των Ειδικών Λογαριασμών Κονδυλίων Ερευνας (ΕΛΚΕ) των Πανεπιστημίων και άλλων ερευνητικών φορέων.
Στα θετικά του νέου νόμου συμπεριλαμβάνονται οι απλοποιημένες διαδικασίες έγκρισης δαπανών, η διευκόλυνση των προκαταβολών και των ενταλμάτων πληρωμής, η βελτιστοποίηση των διαδικασιών μετακίνησης των μελών ερευνητικών ομάδων και φυσικά η μεταβίβαση της αρμοδιότητας έκδοσης κανονισμού για όλες τις οικονομικές πράξεις των έργων των ΕΛΚΕ από το υπουργείο Οικονομικών στο υπουργείο Παιδείας.
Δεν είναι όμως λίγες και οι αρνητικές ρυθμίσεις όπως η μεταβατική διάταξη που προβλέπει τη νομιμοποίηση κατηγοριών δαπανών που έγιναν κατά παρέκκλιση της νομοθεσίας, δηλαδή ήταν παράνομες, καθώς και η κατάργηση της κοινοποίησης ορισμένων στοιχείων των έργων στη Γενική Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών του υπουργείου, γεγονός το οποίο διαμορφώνει ένα πλαίσιο αδιαφάνειας και αποφυγής ελέγχων στα οικονομικά των ΕΛΚΕ.
Μένοντας στα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, στο άρθρο 33 του σχεδίου νόμου η υπουργός Παιδείας προβλέπει την αναστολή λειτουργίας των 37 νέων τμημάτων που θα λειτουργούσαν από το 2021 και τα οποία θα περάσουν από το κόσκινο της νέας Αρχής ούτως ώστε να αποφασιστεί αν θα λειτουργήσουν εν τέλει ή όχι, ενώ στο άρθρο 54 του σχεδίου νόμου προβλέπεται και η μη διεξαγωγή απολυτηρίων εξετάσεων ανά ομάδα σχολείων όπως είχε άλλωστε προαναγγελθεί.
Στο νομοσχέδιο περιλαμβάνεται επίσης μια σειρά από διατάξεις άσχετες με την τριτοβάθμια εκπαίδευση, αρκετές από τις οποίες μάλιστα ουδέποτε τέθηκαν στη δημόσια διαβούλευση, με το σχέδιο νόμου που κατατέθηκε στη Βουλή να είναι αυξημένο κατά 20 άρθρα συγκριτικά με αυτό που είχε ανέβει στη δημόσια διαβούλευση.
Πτυχία
Μεταξύ αυτών ξεχωρίζει το άρθρο 50 με το οποίο ο ΑΣΕΠ θα κάνει δεκτούς τους τίτλους σπουδών της αλλοδαπής για τον μόνιμο διορισμό εκπαιδευτικών σε πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση στα δημόσια σχολεία, ακόμη και αν οι υποψήφιοι δεν έχουν εξασφαλίσει την ακαδημαϊκή αναγνώριση των πτυχίων τους μέσω ΔΟΑΤΑΠ (Διεπιστημονικός Οργανισμός Αναγνώρισης Τίτλων Ακαδημαϊκών και Πληροφόρησης).
Τον περασμένο Οκτώβριο, γράφαμε για την προβληματική απόφαση της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Παιδείας να νομοθετήσει την επαγγελματική ισοδυναμία των κολεγίων με αυτή των δημόσιων Πανεπιστημίων της χώρας, προειδοποιώντας για γκρίζες ζώνες που οδηγούν πρακτικά στην άρση της απαγόρευσης λειτουργίας ιδιωτικών ανώτατων ιδρυμάτων εκπαίδευσης («Αρον άρον η ισοδυναμία των κολεγίων», «Εφ.Συν.», 06.10.2019 και «“Δώρο” στα κολέγια», «Εφ.Συν.» 11.10.2019).
Σήμερα, λοιπόν, το υπουργείο Παιδείας έρχεται να ολοκληρώσει αυτό που ξεκίνησε λίγους μήνες πριν και να απελευθερώσει πλήρως τη δυνατότητα κατάληψης μιας θέσης στο Δημόσιο ακόμη κι αν κάποιος έχει εξασφαλίσει μόνο την αναγνώριση επαγγελματικής ισοδυναμίας τίτλου σπουδών με την απλουστευμένη διαδικασία ισοδυναμίας με αίτηση στο Αυτοτελές Τμήμα Εφαρμογής της Ευρωπαϊκής Νομοθεσίας (ΑΤΕΕΝ) βάζοντας από την... πόρτα πλέον τα επί πληρωμή πτυχία από κάθε φύσης ιδιωτικά κολέγια.
Ακραία τιμωρητική είναι η διάταξη 58, σύμφωνα με την οποία: «Εκπαιδευτικοί και μέλη ΕΕΠ [Ειδικό Εκπαιδευτικό Προσωπικό] και ΕΒΠ [Ειδικό Βοηθητικό Προσωπικό], οι οποίοι διορίζονται στα σχολεία πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και δεν αναλαμβάνουν υπηρεσία ή αναλαμβάνουν υπηρεσία και, μέσα σε ένα έτος από τη δημοσίευση του ΦΕΚ διορισμού, παραιτούνται, αποκλείονται από τους διορισμούς και τις προσλήψεις κατά το σχολικό έτος που διανύεται κατά την ανακοίνωση του διορισμού και τα δύο επόμενα σχολικά έτη.
Αν το τρίτο έτος αποκλεισμού συμπίπτει με το πρώτο έτος ισχύος νέων πινάκων κατάταξης, τα πρόσωπα που αποκλείονται μπορούν να διοριστούν ή προσληφθούν μόνο κατά το δεύτερο έτος ισχύος των νέων πινάκων».
Η διάταξη αυτή αφορά τους αναπληρωτές και είναι άδικη γιατί αγνοεί την πραγματικότητα: χρόνια τώρα χιλιάδες αναπληρωτές φωνάζουν για τις εξαιρετικά δυσχερείς συνθήκες στις οποίες καλούνται να κάνουν μάθημα, διανύοντας καθημερινά εκατοντάδες χιλιόμετρα για να διδάξουν λίγες ώρες σε κάποιο απομακρυσμένο και δυσπρόσιτο χωριό της χώρας ή όταν αναγκάζονται να κοιμούνται μέσα στα αμάξια τους ή σε αντίσκηνα στις παραλίες των κοσμοπολίτικων νησιών αφού τα ενοίκια είναι απλησίαστα και τα 700 ευρώ που παίρνουν δεν φτάνουν ούτε για «ζήτω».
Το υπουργείο Παιδείας, αντί να προσπαθήσει να λύσει τα προβλήματα που μπορεί να αναγκάζουν αναπληρωτές να αρνούνται τον διορισμό τους, νομοθετεί αυταρχικά, στερώντας από τους εκπαιδευτικούς το δικαίωμα στην εργασία.
Τέλος, αξίζει να επισημανθεί ο οξύμωρος χαρακτήρας δύο διατάξεων του παρόντος νομοσχεδίου. Ενώ, λοιπόν, η υπουργός Παιδείας απαλείφει με το άρθρο 34 την αναγραφή του θρησκεύματος και της ιθαγένειας από τα αποδεικτικά απόλυσης και τα πιστοποιητικά σπουδών της δευτεροβάθμιας, την ίδια στιγμή τροποποιεί το Προεδρικό Διάταγμα 79/2017 με το άρθρο 56 και ορίζει την 30ή Ιανουαρίου, ημέρα της θρησκευτικής εορτής των Τριών Ιεραρχών, ως «ημέρα πραγματοποίησης εορταστικών εκδηλώσεων προς τιμή των Μεγάλων αυτών Πατέρων αλλά και της Παιδείας, καθώς και των μετόχων της εκπαιδευτικής διαδικασίας, εκπαιδευτικών και μαθητών».
Ετσι μία ημέρα που είχε καθιερωθεί de facto ως αργία μετατρέπεται σε ημέρα υποχρεωτικής κατήχησης εντός των διδακτικών αιθουσών, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για μαθητές και καθηγητές. Μάλιστα η εν λόγω ρύθμιση συμπεριλαμβάνει τόσο την πρωτοβάθμια όσο και τη δευτεροβάθμια δημόσια και ιδιωτική εκπαίδευση, καθιστώντας τις εορταστικές εκδηλώσεις «καθολικές και ενιαίες».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου