Το 2004 πέρασα μερικές καλοκαιρινές μέρες σε μια αίθουσα της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης, διορθώνοντας γραπτά υποψηφίων για τη Σχολή. Στην ίδια αίθουσα διόρθωνε κι ένας φίλος, εξαιρετικός ιστορικός. Μία από εκείνες τις μέρες, σηκώθηκε νευρικά και μου έδειξε ένα γραπτό. Διάβασα: «Ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, που άρχισε την 28η Οκτωβρίου 1940...». Γέλασα! Αυτός δεν γελούσε. Δεν επιτρέπεται πτυχιούχος ιστορικού τμήματος (οι υποψήφιοι για την ΕΣΔΔ είναι πτυχιούχοι πανεπιστημίου) να γράφει τέτοια σαχλαμάρα, σχολίασε.
Αυτές οι αναμνήσεις ήρθαν στο μυαλό μου μετά το ατυχές (επιεικώς) μήνυμα της υπουργού Παιδείας προς την εκπαιδευτική κοινότητα με αφορμή την επέτειο της 28ης Οκτωβρίου. Από το μήνυμα απουσιάζουν και τα τρία στοιχεία που έπρεπε να διαθέτει:
α) να τοποθετεί τα γεγονότα σε σωστή χρονολογική σειρά για να μην προκαλέσει τον χλευασμό (ως γνωστόν, η ιταλική επίθεση δεν έγινε παραμονές του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου).
β) να προσδιορίζει ξεκάθαρα τον χαρακτήρα των φαινομένων για να μη γεννά απορίες (οι επιτιθέμενοι δεν εκπροσωπούσαν «τις δυνάμεις της βίας και του μίσους» γενικώς αλλά τον ιταλικό φασισμό σε ιμπεριαλιστική έξαρση).
γ) να αποφεύγει τους αναχρονισμούς για να μη δημιουργεί ακατανόητους συνειρμούς.
Είναι προφανές, πως το ελληνικό «ΟΧΙ» του 1940, ουδεμία σχέση έχει με τον λαϊκισμό, τον «ατομικισμό και την αποξένωση που μαστίζουν την ανθρωπότητα», όπως ήθελε το μήνυμα. Αυτό το τελευταίο μάλιστα, για τον ατομικισμό και την αποξένωση, βγαλμένο θαρρείς από έκθεση ιδεών του ’80, είναι εξωφρενικά άστοχο, ιδιαίτερα αν λάβει κανείς υπόψη, πως ο «ατομικισμός» ήταν ανάμεσα στα στοιχεία εκείνα που οι φασίστες αντιμάχονταν σφοδρά.
Το ζήτημα δεν επικεντρώνεται στο επετειακό μήνυμα, είναι γενικότερο. Οι Ελληνες πολιτικοί δυσκολεύονται να χρησιμοποιήσουν την Ιστορία στον δημόσιο λόγο, με τρόπο που ταυτόχρονα να σέβεται τα γεγονότα και να διαπαιδαγωγεί την ελληνική κοινωνία με βάση σύγχρονες οικουμενικές αξίες. Κατά κανόνα εκπέμπεται ένας ιστορικού περιεχομένου λόγος που χαρακτηρίζεται από: α) κομφορμιστική επανάληψη ρηχών και στερεότυπων αναφορών επιπέδου δημοτικού σχολείου, β) προσκοπικού ύφους προσπάθεια «ανύψωσης ηθικού» λες και απευθύνονται σε παιδιά, γ) απροσχημάτιστη εργαλειοποίηση του παρελθόντος, δ) απόσταση από τις επιστημονικές κατακτήσεις, ε) αδιαφορία για τη διεθνή ιστορική εμπειρία.
Μη βιαστούμε να πούμε πως παντού συμβαίνουν αυτά. Υπάρχουν και διαφορετικές περιπτώσεις. Δεν θα αναφερθώ στην εξαιρετική διαχείριση του ναζιστικού παρελθόντος της Γερμανίας από τους πολιτικούς της, που μερικοί θα χαρακτηρίσουν εύκολη ή αυτονόητη υπόθεση. Αν ήταν τόσο εύκολο, γιατί, φερ’ ειπείν, στη γειτονική Αυστρία, η σιωπή για τον ναζισμό υπήρξε χρόνια και εκκωφαντική, και χρειάστηκε η αποκάλυψη της δράσης στον πόλεμο του πρώην γ.γ. του ΟΗΕ και κατοπινού προέδρου της χώρας Κουρτ Βαλντχάιμ για να ξυπνήσουν οι Αυστριακοί από τη μακαριότητά τους.
Υπάρχει άλλο πιο πρόσφατο παράδειγμα. Στις αρχές του 2017, ο τότε υποψήφιος πρόεδρος της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν δήλωσε πως η γαλλική αποικιοκρατική παρουσία στην Αλγερία συνιστά έγκλημα κατά της ανθρωπότητας. Η τοποθέτηση σόκαρε τους Γάλλους. Κάποιοι είπαν πως θα του κατέστρεφε την καμπάνια και θα ωφελείτο η Ακρα Δεξιά. Μετά την εκλογή του στην προεδρία επανήλθε. Η αποικιοκρατία είναι ένα έγκλημα, μια βαρβαρότητα, είπε τον Νοέμβριο του ίδιου χρόνου. Πηγαίνοντας αντίθετα στα αισθήματα της βαθιάς Γαλλίας αλλά απολύτως σύμφωνα με τις κατακτήσεις της ιστορικής επιστήμης, ο Μακρόν συνέβαλε στη διαπαιδαγώγηση των πολιτών της χώρας του με σύγχρονες πανανθρώπινες αξίες και στην εξοικείωσή τους με ένα σκοτεινό παρελθόν. Στην Ελλάδα θα μπορούσε να το φανταστεί κανείς ποτέ;
Οι αιτίες για την κατάσταση δεν οφείλονται μόνο στον κομφορμισμό ή στην άγνοια. Υπάρχει και η ιδιοτέλεια. Μην ξεχνάμε πως πάνω στην Ιστορία οικοδομήθηκαν πολιτικές καριέρες από «καταφερτζήδες» πολιτικούς, δεξιά και αριστερά του πολιτικού φάσματος. Το Μακεδονικό, η γενοκτονία των Ποντίων, η Μικρασιατική Καταστροφή, η προσφυγιά, η Εθνική Αντίσταση, ο Εμφύλιος, όλες οι κρίσιμες στιγμές της σύγχρονης Ιστορίας μας αποτέλεσαν πρόσφορο έδαφος για δημαγωγούς και πολιτικάντηδες.
Στην προκειμένη περίπτωση, όμως, οι πολιτικοί είναι απλώς η κορυφή του παγόβουνου. Το πρόβλημα σχετίζεται με την ελληνική κοινωνία και τον βαθιά ναρκισσιστικό τρόπο που αντιλαμβάνεται την εθνική της ταυτότητα.
Ενας παράγοντας λειτουργεί καταλυτικά σε αυτό: έχουμε μεγάλη ιδέα για τον εαυτό μας! Εχουμε την αλαζονική πεποίθηση πως Ελληνες και Ιστορία είναι ταυτόσημες περίπου έννοιες και δεν μας ενδιαφέρει να μάθουμε πραγματικά και να κατανοήσουμε στα σοβαρά. Μας ενδιαφέρει κυρίως να «επιβεβαιωνόμαστε».
Η αντίληψή μας για το παρελθόν διαμορφώνει ένα τεράστιο «Εγώ» που απολαμβάνουμε να το θρέφουμε με αναμασήματα στερεότυπων σχολικών γνώσεων γαρνιρισμένων με αποφθέγματα και εικόνες από κινηματογραφικές ταινίες, ιστορικά μυθιστορήματα ή τηλεοπτικά σίριαλ ιστορικού περιεχομένου.
Εντέλει, ίσως γι’ αυτό να εξοργίστηκαν ορισμένοι με τα κορίτσια που έκαναν την αξιοπρόσεκτη και γεμάτη χιούμορ αντιμιλιταριστική παρέμβαση στην παρέλαση: η σοβαροφάνεια κρύβει καλύτερα την απαιδευσιά, ενώ το χιούμορ, βλέπετε, την αποκαλύπτει.
* Ο κ. Νίκος Μαραντζίδης είναι καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας και επισκέπτης καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Κεράλα (Ινδία).
Πηγή: kathimerini.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου