Κόβουν 52 εκατ. ευρώ από το επίδομα ενοικίου, μέσω αύξησης του υποχρεωτικού χρόνου διαμονής στην Ελλάδα από τα 5 στα 10 τελευταία έτη, ενώ 123 εκατ. ευρώ προορίζονται για την κάλυψη του επιδόματος των 2.000 ευρώ για κάθε παιδί που γεννιέται στην Ελλάδα ● Οι δραστικά κουτσουρεμένες δημόσιες επενδύσεις κάθε χρόνο μένουν ανεκτέλεστες σε ποσοστό τουλάχιστον 10% για να υπηρετηθούν τα αιματηρά πρωτογενή πλεονάσματα ● Στραγγαλίζουν οικονομικά την υγεία ● Περικοπές και στην Παιδεία.
Στους δικαιούχους προνοιακών επιδομάτων, και ειδικότερα στους μετανάστες, πρέπει να αναζητηθούν κατά βάση οι «χαμένοι» του κοινωνικού προϋπολογισμού για το 2020. Η μείωση της δαπάνης που προκύπτει σχεδόν για όλα τα είδη επιδομάτων (πλην του ΚΕΑ) συνδέεται με την πρόθεση της κυβέρνησης να περικόψει τον αριθμό των μεταναστών που πληρούν τις ισχύουσες προϋποθέσεις και έχουν θεμελιώσει δικαίωμα στα κοινωνικά επιδόματα.
Οι δικαιούχοι του επιδόματος ενοικίου σήμερα πρέπει να διαμένουν νόμιμα και μόνιμα στην ελληνική επικράτεια κατά τα τελευταία πέντε έτη, όπως προκύπτει από την υποβολή δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος για τα έτη αυτά ή κάθε άλλο πρόσφορο δικαιολογητικό και με την προϋπόθεση ότι οι δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος για παρελθόντα έτη δεν έχουν υποβληθεί σε ημερομηνία μεταγενέστερη της απόκτησης του ΑΦΜ. Τα υπόλοιπα μέλη του νοικοκυριού πρέπει επίσης να διαμένουν νόμιμα και μόνιμα στην ελληνική επικράτεια.
Η συνθήκη αυτή αναμένεται να αλλάξει και ο χρόνος υποχρεωτικής διαμονής θα αυξηθεί στα δέκα έτη. Κάπως έτσι μπορεί να αιτιολογηθεί η προβλεπόμενη, κατά 52 εκατομμύρια ευρώ, μείωση του επιδόματος ενοικίου (από 366 εκατ. ευρώ το 2019 θα μειωθεί στα 314 εκατ. ευρώ το 2020). Το ίδιο ποσό με την πρόβλεψη του 2019 (961 εκατ. ευρώ) εμφανίζεται να έχουν τα οικογενειακά επιδόματα.
Στην πραγματικότητα ο στόχος του 2020 υστερεί κατά 139 εκατ. ευρώ έναντι του 2019, καθώς παρατηρήθηκε υπέρβαση του ποσού. Μειωμένες κατά 3 εκατ. ευρώ θα είναι και οι δαπάνες για τους ανασφάλιστους υπερήλικες, ενώ μείωση θα έχει και το Κοινωνικό Εισόδημα Αλληλεγγύης (ΚΕΑ) με προϋπολογισμό 850 εκατ. ευρώ, δηλαδή αρκετά πιο κάτω από το 1 δισ. ευρώ που είχε προβλεφθεί για το 2019 αλλά, σύμφωνα με την εκτίμηση, λόγω μη απορρόφησης όλου του ποσού η τελική δαπάνη για το τρέχον έτος δεν θα ξεπεράσει τελικά τα 680 εκατ. ευρώ.
Η μείωση του ΚΕΑ αποδίδεται ενδεχομένως στο ξεσκαρτάρισμα των δικαιούχων εφόσον τεθεί -σύμφωνα με πληροφορίες- ως προϋπόθεση για τη χορήγησή του και η υποβολή αποδεικτικού εγγραφής στο σχολείο των τέκνων των δικαιούχων.
Πλεόνασμα στον ΕΦΚΑ
Επίσης, στον κρατικό προϋπολογισμό για το 2020 εγγράφεται ποσό ύψους 123 εκατ. ευρώ για την κάλυψη του επιδόματος των 2.000 ευρώ για κάθε παιδί που γεννιέται στην Ελλάδα. Μειωμένη 192 εκατ. ευρώ προβλέπεται η συνταξιοδοτική δαπάνη (121 εκατ. ευρώ για κύριες συντάξεις και 71 εκατ. για επικουρικές).
Συνολικά το ισοζύγιο των ασφαλιστικών ταμείων εκτιμάται ότι θα παρουσιάσει πλεόνασμα 1,021 δισ. ευρώ, αυξημένο κατά 202 εκατ. ευρώ έναντι των εκτιμήσεων για το 2019 (819 εκατ. ευρώ). Για τα ασφαλιστικά ταμεία το μεγαλύτερο μερίδιο της αύξησης (κατά 593 εκατ. ευρώ) θα προέλθει από την είσπραξη ασφαλιστικών εισφορών, λόγω της ρύθμισης των 120 δόσεων και της προβλεπόμενης αύξησης της μισθωτής εργασίας.
Η μείωση των δαπανών και η προβλεπόμενη αύξηση των εσόδων συμβάλλουν στη μείωση της κρατικής επιχορήγησης κατά 475 εκατ. ευρώ, γεγονός το οποίο επιβεβαιώνει ακόμη μια φορά ότι ουδεμία πρόβλεψη υπάρχει για την καταβολή αναδρομικών που έχει εκδικάσει το Συμβούλιο της Επικρατείας.
Δαπάνες και επενδύσεις ξεχασμένες στα μνημόνια
Εχοντας συγκεντρώσει όλη της την -επικοινωνιακή- προσοχή στη μείωση της φορολογίας, με το μεγάλο μέρος των ελαφρύνσεων να απονέμεται στον επιχειρηματικό τομέα, η κυβέρνηση παρουσίασε έναν προϋπολογισμό που ακολουθεί τη μνημονιακή πεπατημένη των τελευταίων οκτώ ετών.
Παρά τις μεγαλόστομες διακηρύξεις για ενίσχυση του αναπτυξιακού προσανατολισμού και τις φιλοδοξίες για αύξηση του ΑΕΠ κατά 2,8% το 2020 -φιλοδοξία που δεν τη συμμερίζονται η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το ΔΝΤ και από χθες ο ΟΟΣΑ -, η διάρθρωση του προϋπολογισμού που κατατέθηκε χθες στη Βουλή μένει προσηλωμένη στο πνεύμα της λιτότητας και της συγκράτησης των δημόσιων δαπανών.
Κουτσουρεμένες
Κι αυτό την ώρα που ακόμη και στη Γερμανία συζητούν σοβαρά να παραβιάσουν, έστω και πλαγίως, το δόγμα της προτεσταντικής εγκράτειας, με δημόσιες επενδύσεις 500 δισ. ευρώ, όπως πρόσφατα ζήτησαν βιομήχανοι και συνδικάτα. Ωστόσο, οι δημόσιες επενδύσεις κινούνται και το 2020 εντός του πλαισίου της μνημονιακής καχεξίας. Το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων προβλέπει δαπάνες 6,7 δισ. ευρώ, ένα ποσό σταθερό από το 2011 και σχεδόν 2 δισ. χαμηλότερο από αυτό που προέβλεπε ο τελευταίος προμνημονιακός προϋπολογισμός, αυτός του 2010.
Το χειρότερο είναι ότι κι αυτές οι δραστικά κουτσουρεμένες δημόσιες επενδύσεις κάθε χρόνο μένουν ανεκτέλεστες σε ποσοστό τουλάχιστον 10% για να υπηρετηθούν τα αιματηρά πρωτογενή πλεονάσματα.
Ο προϋπολογισμός που κατέθεσε η κυβέρνηση προβλέπει τυπικά μια μικρή αύξηση των δημόσιων επενδύσεων, κατά 600 εκατ. σε σχέση με τη φετινή πρόβλεψη, αλλά αν πάρει κανείς υπόψη ότι από το φετινό ΠΔΕ, στο δεκάμηνο 800 εκατ. μένουν ανεκτέλεστα και προφανώς θα μείνουν ανεκτέλεστα μέχρι το τέλος του έτους, πρόκειται για μια λογιστική μόνο αύξηση, που προφανώς θα χαθεί στη μαύρη τρύπα του πρωτογενούς πλεονάσματος.
Στην ίδια φιλοσοφία κινούνται οι κατεξοχήν κοινωνικές δαπάνες του προϋπολογισμού, στην παιδεία, την υγεία, την κοινωνική πρόνοια, τον πολιτισμό. Παντού καταγράφονται είτε μικρές μειώσεις, είτε στασιμότητα δαπανών, με αξιοσημείωτες ανακατανομές παροχών στους δικαιούχους, που έχουν ακόμη και ρατσιστική χροιά.
Σε κάθε περίπτωση, ο πρώτος προϋπολογισμός της κυβέρνησης της Ν.Δ. είναι ασύμβατος ακόμη και με τους δικούς της διακηρυγμένους στόχους για αναπτυξιακή απογείωση με ρυθμούς 3% ή 4%. Φαίνεται ότι και αυτό επαφίεται στο αόρατο χέρι της αγοράς.
Περικοπές και στην Παιδεία
Ο προϋπολογισμός δεν έχει δημοσιονομικό χώρο για μόνιμους διορισμούς εκπαιδευτικών το 2020, παρατείνοντας την ομηρία των αναπληρωτών
► Της Διαλεκτής Αγγελή
Μειώσεις κατά 64 εκατομμύρια ευρώ προβλέπει ο προϋπολογισμός του 2020 για την Παιδεία σε σχέση με το 2019, παρά το γεγονός ότι πρόκειται για προϋπολογισμό που καταρτίζεται εκτός μνημονίου. Αν και η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας προσπαθεί να παρουσιάσει το θετικό κοινωνικό και αναπτυξιακό του πρόσημο, η πραγματικότητα έρχεται να τη διαψεύσει.
Οχι μόνο δεν καταγράφεται αύξηση των δαπανών για την εκπαίδευση, αλλά περικοπές των δημόσιων δαπανών που επαναφέρουν μνήμες από την περίοδο της λιτότητας κατά τη διάρκεια της οποίας η Παιδεία βίωσε την πιο βάναυση αποδόμηση των βασικών της στοιχείων, με διαλυμένες εργασιακές σχέσεις και απουσία μόνιμων διορισμών, γεγονός που οδήγησε στη δυσλειτουργία των σχολικών μονάδων της πρωτοβάθμιας και της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, ενώ η συνεχιζόμενη υποχρηματοδότηση γονάτισε τα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα και παρόπλισε τον τομέα της έρευνας.
Η πρόβλεψη για τις δαπάνες του υπουργείου Παιδείας σύμφωνα με την εγκύκλιο του Γενικού Λογιστηρίου τους Κράτους της 5ης Ιουλίου (2/55677/ΔΠΓΚ) επί διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ ήταν πιο γενναιόδωρη, προβλέποντας 5.598.608.000 ευρώ, εκ των οποίων τα 5.088.608.000 προέρχονται από τον τακτικό προϋπολογισμό και τα 510.000.000 από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων. Χθες, στον προϋπολογισμό που κατέθεσε η Νέα Δημοκρατία στη Βουλή, για το υπουργείο Παιδείας προβλέπονται 5.463.000.000, δηλαδή 134,6 εκατομμύρια ευρώ λιγότερα.
Από το 2015 και έπειτα, καταγράφηκε διαρκής αύξηση (μικρή μεν, υπαρκτή δε) της δημόσιας χρηματοδότησης για την Παιδεία και την Ερευνα, παρά τις μνημονιακές δεσμεύσεις και την επιτροπεία των θεσμών. Σήμερα, αν και η χώρα βρίσκεται εκτός μνημονιακού προγράμματος, τα κονδύλια μειώνονται, δυσχεραίνοντας το έργο και την αποστολή των σχολείων και των πανεπιστημίων. Παράλληλα, η ανάγνωση των προϋπολογισμένων ποσών στο σχέδιο του προϋπολογισμού επισημαίνει πως δεν προβλέπεται να γίνουν μόνιμοι διορισμοί εκπαιδευτικών το ερχόμενο έτος, παρατείνοντας την ομηρία των αναπληρωτών και αδυνατίζοντας την ποιότητα της εκπαίδευσης.
Είναι πραγματικά άξιο απορίας με ποιον τρόπο θα μπορέσει η υπουργός Παιδείας & Θρησκευμάτων Νίκη Κεραμέως να καταστήσει την Παιδεία «όχημα ανάπτυξης» -όπως συνηθίζει να λέει η ίδια- όταν ο προϋπολογισμός μειώνεται και όταν δεν υπάρχει μέριμνα για τη στελέχωση του δημόσιου εκπαιδευτικού συστήματος.
Στραγγαλίζουν οικονομικά την υγεία
Συνεχίζεται η «κατρακύλα» των δαπανών υγείας, με μεγαλύτερη εκείνη της χρηματοδότησης του δημόσιων νοσοκομείων, αλλά και της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας (ΠΦΥ), ακολουθώντας την πεπατημένη των πολιτικών που επιλέχθηκαν όλα τα «μνημονιακά» έτη. Ο προϋπολογισμός του 2020 του υπουργείου Οικονομικών μειώνει κατά επιπλέον 37 εκατομμύρια τη χρηματοδότηση των νοσοκομείων σε σύγκριση με το 2019, έτος κατά το οποίο η συγκεκριμένη χρηματοδότηση είχε μειωθεί κατά 65 εκατομμύρια σε σύγκριση με το 2018.
Για την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας η μείωση είναι 4 - 4,5 εκατομμύρια, ενώ η χρηματοδότηση προς τον ΕΟΠΥΥ παραμένει σταθερή σε σχέση με το 2019. Το υπερταμείο ωστόσο θα χρηματοδοτηθεί με επιπλέον 80-85 εκατομμύρια ευρώ το 2020, ποσό που προκύπτει από τις αυξημένες ασφαλιστικές εισφορές με τις οποίες έχουν επιβαρυνθεί οι πολίτες.
Με ξένα κόλλυβα
Κατά τα άλλα η κυβέρνηση της Ν.Δ. εμφανίζει ως «σχεδιαζόμενες μεταρρυθμίσεις» μεταρρυθμίσεις της προηγούμενης κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ. Ο λόγος γίνεται για το πληροφοριακό πρόγραμμα vain to vain (από φλέβα σε φλέβα) του Εθνικού Κέντρου Αιμοδοσίας (ΕΚΕΑ), που βρίσκεται στην τελική φάση υλοποίησης, καθώς και για την κεντρικοποίηση των προμηθειών υγείας μέσω της Εθνικής Κεντρικής Αρχής Προμηθειών Υγείας (ΕΚΑΠΥ), νόμος ψηφισμένος από την προηγούμενη κυβέρνηση, που έβαλε το θεσμικό πλαίσιο και μένουν να γίνουν κάποια τελευταία βήματα ώστε να τεθεί σε λειτουργία.
Με ξένα κόλλυβα επομένως η κυβέρνηση της Ν.Δ. αναφέρει στον επίσημο κατατεθειμένο προϋπολογισμό του 2020 ότι «σχεδιάζεται ολοκληρωμένο πληροφοριακό σύστημα (ενιαία μηχανοργάνωση των υπηρεσιών αιμοδοσίας) καθώς και κεντρική επεξεργασία και παραγώγιση του αίματος» και κάνει λόγο για «μεταρρυθμίσεις της ΕΚΑΠΥ που αφορούν στην ανάπτυξη ενός ισχυρού δικτύου επικοινωνίας και συνεργασίας μεταξύ της ΕΚΑΠΥ, των φορέων αρμοδιότητάς της και της αγοράς, καθώς και τη διοργάνωση προγραμμάτων εκπαίδευσης του προσωπικού της ΕΚΑΠΥ σε συνεργασία με διεθνείς φορείς. Παράλληλα, προτεραιότητα αποτελεί η εκπόνηση ενιαίων τεχνικών προδιαγραφών σταδιακά για κάθε κατηγορία ειδών που ανήκει στην αρμοδιότητά της».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου