Νεαρός, γύρω στα τριάντα πέντε, δηλώνει ότι νιώθει –και είναι– πολιτικά άστεγος. Αντιδεξιός από κούνια, ομολογεί ότι απογοητεύθηκε από την κυβέρνηση της Αριστεράς και ούτε μπορεί να επιστρέψει στο πάλαι αγλαόν σοσιαλιστικό κίνημα διότι, λέει, η αρχηγός του δεν μιλάει αλλά κραυγάζει, ουρλιάζει μάλλον.
Εχει ενδιαφέρον πώς τα βλέπουν τα πολιτικά πράγματα οι νέοι. Εδώ που τα λέμε πραγματικό ενδιαφέρον έχει ότι ακόμη ασχολούνται με τα πολιτικά αυτά –πώς να τα αποκαλέσεις– πράγματα. Είναι αλήθεια ότι η χώρα, καθυστερημένη αστικά, έτρεφε ελπίδες από την Αριστερά. Δεν είχε καταλάβει (η χώρα) ότι η υπόθεση Αριστερά στον δυτικό κόσμο έχει τελειώσει εδώ και μερικές δεκαετίες.
Ημιαναλφάβητη η ελληνική κοινωνία, αλλά σχεδόν το ίδιο και τα πολιτικά κόμματα, που μια ζωή ήσαν έρμαιο των πελατειακών σχέσεων που αναγκάστηκαν να έχουν με τους πολίτες για να υπάρξουν και αυτά τα καψερά. Διαιώνισαν, έτσι, την αγραμματοσύνη που κατείχε τους πρώτους υπαλλήλους του νεοσύστατου ελληνικού κρατικού μηχανισμού, μια και οι περισσότεροι προέρχονταν από χαμηλά κοινωνικά στρώματα (η πελατεία που είπαμε).
Δεν φτάνει αυτό, έχουμε και την απερισκεψία να ισχυριζόμαστε ότι δεν μας πρέπει μια τέτοια κρίση, ημών των κληρονόμων του αρχαίου πνεύματος και λοιπά, αδιαφορώντας εκνευριστικά για το χάσμα μεταξύ κέντρου και περιφέρειας, μεταξύ παραγόμενων προϊόντων και καταναλισκόμενων. Συλλογική σχιζοφρένεια αποκαλεί ο Παναγιώτης Κονδύλης αυτό το παράδοξο. Εχουν, λέει, οι Ελληνες, «έναν μυγιάγγιχτο εθνικισμό:
Ωστόσο, είναι κάτι παραπάνω από αμφίβολο, αν οι ίδιοι θα ήσαν πρόθυμοι να επωμιστούν τις πρακτικές συνέπειες αυτού του εθνικισμού σε ό,τι αφορά την απόδοση της εργασίας και το ύψος της κατανάλωσης. Η ίδια σχιζοφρένεια διέπει και τη συμπεριφορά των κομμάτων, τα οποία πλειοδοτούν σε εθνικιστική υστερία την ίδια στιγμή που εκποιούν τον κρατικό μηχανισμό και το κράτος γενικότερα...». Να σκεφτεί κανείς ότι αυτά έχουν γραφεί τον προηγούμενο αιώνα, προτού η «Αριστερά» καταλάβει την εξουσία – είχε προείδει το μέλλον, με άνεση θα έλεγα, μια και ήξερε καλά τους μηχανισμούς των κομμάτων σε όποια παράταξη και αν έλεγαν ότι πρόσκεινταν.
Μια και σήμερα δεν είμαστε αναλφάβητοι και μια και έχουμε απογαλακτιστεί από ιδεολογικές ψευδαισθήσεις και μεσσιανιστικές αντιλήψεις, καλό θα ήταν να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε πώς είναι δυνατό η κοινωνία να έλθει στα ίσα αντιμέτωπη με μια ταπεινωμένη και παραδομένη στους ισχυρούς εξουσία.
Κατ' αρχάς: μπορεί να πράξει κάτι τέτοιο; Τα κινήματα που αναπτύχθηκαν την τελευταία δεκαετία με αυτή τη φιλοσοφία της σύγκρουσης σχεδόν εξαφανίστηκαν, αφού έκαναν τον θόρυβό τους. Μένουν δύο πόλοι. Είναι αυτό πολιτική; Γεγονός είναι ότι όσο επικρατούν οι επιχώριες έξεις (αυτές κατά Κονδύλη είναι: πνευματική νωθρότητα, εξυπναδικισμός, ημιμάθεια) και «όσο οι μίμοι και οι γελωτοποιοί εκπροσωπούνται με ποσοστά ιδιαιτέρως υψηλά στους κύκλους των διανοουμένων, στα πανεπιστήμια και στα μέσα μαζικής ενημέρωσης», τόσο θα βολοδέρνουμε μεταξύ Αριστεράς τάχα και Δεξιάς και η ζωή θα εξελίσσεται μακριά από εμάς, τους «κληρονόμους», καλέ. Πότε θα εκλείψει η ιλαροτραγωδία;
Και η κατακλείδα (σύντομη για να μη στενοχωριόμαστε): «Η Ελλάδα εντάσσεται σε πολύ χαμηλή θέση στο σύστημα του διεθνούς καταμερισμού της υλικής και πνευματικής εργασίας».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου