Από τότε που η Ιστορία πήρε διαβατήριο για τα δυτικά σχολεία –πολύ αργά σε σχέση με άλλα αντικείμενα–, εκεί, στην καμπή του 18ου προς τον 19 αιώνα, τρία ερωτήματα τη συνόδευαν και την ταλάνιζαν: Γιατί να διδάσκουμε Ιστορία; Τι να διδάσκουμε; Πώς να το διδάσκουμε; Με άλλα λόγια: ο σκοπός, το περιεχόμενο και η μέθοδος, τρεις όψεις αλληλένδετες μεταξύ τους, τόσο πολύ που όταν ένα από τα τρία άλλαζε συμπαρέσυρε και τα υπόλοιπα.
Οι απαντήσεις που τα ερωτήματα αυτά πήραν μέσα στον χρόνο ήταν η συνάρτηση πολλών παραμέτρων, όπως ο χρόνος και ο τόπος, οι ιδέες και οι αντιλήψεις, η ιδεολογία, η σχέση με την ιστορική έρευνα και τα παιδαγωγικά και... άλλα πολλά. Ο σκοπός της σχολικής Ιστορίας δεν ήταν σε καμία περίπτωση ούτε αυτονόητος ούτε καθολικός ούτε αδιαφοροποίητος. Πολλές φορές, μάλιστα, προκαλούσε αντιπαλότητες και διαμάχες.
Η εθνική συνείδηση ως σκοπός της σχολικής Ιστορίας δεν ήταν η πρώτη απάντηση που έλαβε το σχετικό ερώτημα. Την εποχή του Διαφωτισμού και υπό την επήρεια των ιδεών του, ήθελαν την Ιστορία στο σχολείο «διά την προκοπήν και την τέρψιν», προκοπή συλλογική και ατομική. Στην Ελλάδα, η εθνική συνείδηση εμφανίζεται προς το τέλος του 19ου αιώνα και έκτοτε σημαδεύει μια ολόκληρη εποχή από την οποία, όπως αποδεικνύεται από την εκπαιδευτική πράξη, τα σχολικά βιβλία και τα προγράμματα σπουδών, δεν έχουμε ακόμα τελειώσει.
Διαφοροποιήσεις μέσα στον χρόνο υπήρξαν πολλές στην κατεύθυνση του απεγκλωβισμού της σχολικής Ιστορίας από τον εθνικό και εθνικιστικό ασφυκτικό εναγκαλισμό, αλλά δεν ήταν ποτέ αρκετές για να βάλουν τέλος στη χρησιμοποίηση της σχολικής Ιστορίας για εθνικούς σκοπούς. Οι σχετικές δηλώσεις της υπουργού Παιδείας, κ. Κεραμέως, επαναφέρουν το ζήτημα και προφανώς προοιωνίζονται αλλαγές στην αντίθετη κατεύθυνση, να ξανασφίξει το λουρί που είχε ελάχιστα χαλαρώσει.
Αλλού, στον δυτικό κόσμο, η πρωτοκαθεδρία της εθνικής συνείδησης κλονίστηκε σοβαρά το δεύτερο μισό του 20ού αιώνα. Και κλονίστηκε σε τρία, αλληλένδετα μεταξύ τους, επίπεδα: το πρώτο ήταν το κοινωνικό/πολιτικό, το δεύτερο ήταν το επιστημολογικό και το τρίτο το παιδαγωγικό. Στο κοινωνικό/πολιτικό επίπεδο, με το οποίο η Ιστορία διατηρούσε και διατηρεί πάντα στενές σχέσεις, η εθνική συνείδηση ως σκοπός της Ιστορίας στο σχολείο με το ανάλογο περιεχόμενο θεωρήθηκε υπεύθυνη για την καλλιέργεια και τη διαιώνιση εχθρικών προς τον εκάστοτε άλλο αντιλήψεων και στάσεων καθώς και εμπόδιο για την ειρηνική συνύπαρξη πολιτών με διαφορετική εθνική καταγωγή και ταυτότητα.
Μελέτες και έρευνες απέδειξαν, μάλιστα, πόσο η σχολική Ιστορία είχε σε πολλές περιπτώσεις συμβάλει σε πολέμους και συρράξεις της εποχής μας, πόσο ένοχη ήταν για να γίνει αδύνατη η συνύπαρξη διαφορετικών ομάδων σε κοινό έδαφος ή πόσο υπεύθυνη ήταν για να μην επιλύονται διαφορές ανάμεσα σε διαφορετικά έθνη. Ταυτόχρονα, στο επιστημολογικό επίπεδο, η εθνική συνείδηση ενοχοποιήθηκε για ιστορικές παραχαράξεις πρώτου μεγέθους, καθώς προσάρμοζε το περιεχόμενο της Ιστορίας με την κυρίαρχη εθνική εκδοχή και αποσιωπούσε τις ασύμβατες με την κυρίαρχη αφήγηση πτυχές της εκάστοτε εθνικής Ιστορίας.
Το έθνος είχε πάντα δίκιο και οι εχθροί του άδικο, οι ξένοι το «πούλησαν» ενώ του όφειλαν, οι ήρωές του ήταν αψεγάδιαστοι, οι ηρωίδες του φυσικά σπάνιες έως ανύπαρκτες. Τα παιδιά επίσης, οι κοινωνικές τάξεις το ίδιο, οι «ανώνυμοι», οι καθημερινοί άνθρωποι εξίσου. Επρόκειτο για μια εθνική γεγονοτολογική ελεγεία που στις ακραίες εκδοχές της δεν είχε καμία σχέση με όσα η ιστορική έρευνα και η ιστοριογραφία έφερνε στο φως.
Το ερώτημα κατά πόσον αυτή ήταν Ιστορία ή εθνική προπαγάνδα που διαστρεβλώνει το νόημα της Ιστορίας και παραμορφώνει τη σκέψη και τα αισθήματα των παιδιών προβλημάτισε σοβαρά τους εκπαιδευτικούς και τους ειδικούς της ιστορικής εκπαίδευσης και έφερε αποτελέσματα. Παράλληλα, στο παιδαγωγικό επίπεδο, και όσο το δυτικό σχολείο γινόταν όλο και περισσότερο πολυπολιτισμικό με παιδιά από διαφορετικά εθνοτικά και πολιτισμικά πλαίσια, ο στόχος της εθνικής συνείδησης απέκλειε μεγάλες ομάδες παιδιών που το σχολείο ήθελε να εντάξει κοινωνικά.
Ταυτόχρονα, την Ιστορία αυτή μόνο να την παπαγαλίσει μπορούσε κανείς, τη στιγμή που όλα τα σχολικά αντικείμενα στρέφονταν προς την ανάπτυξη της κριτικής σκέψης. Επρόκειτο, συνεπώς, για μια Ιστορία κοινωνικά επιζήμια, επιστημολογικά ανιστόρητη και παιδαγωγικά αντίπαλη με τους στόχους του σύγχρονου σχολείου. Ποιον λοιπόν εξυπηρετούσε; Μόνο τις κυρίαρχες ομάδες, των οποίων η επιβίωση εξαρτιόταν από τη συντήρηση και την οπισθοδρόμηση.
Τις τελευταίες δεκαετίες του 20ού αιώνα γίνεται η κοσμογονία για τη σχολική Ιστορία. Είχε φυσικά προηγηθεί αυτή η απίθανη δεκαετία του 1960: ο αγώνας για τα δικαιώματα των μαύρων στις ΗΠΑ και η δολοφονία του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, ο Μάης του ΄68, το κίνημα κατά του πολέμου στο Βιετνάμ, οι Μπιτλς, ανατροπές στα έμφυλα πρότυπα, η χειραφέτηση μειονοτήτων. Θα μου πείτε, τι σχέση έχουν όλα αυτά. Απόλυτη, θα σας απαντήσω.
Η Ιστορία ήταν πάντοτε πολύ ευαίσθητη και ευάλωτη στη συγκυρία, κοινωνική και επιστημολογική. Τότε δάσκαλοι και δασκάλες, ιστορικοί με ειδίκευση στη σχολική Ιστορία, ερευνητές, γνωστικοί ψυχολόγοι, παιδαγωγοί και στελέχη της εκπαίδευσης καθώς και φορείς, όπως για παράδειγμα το Συμβούλιο της Ευρώπης, βάζουν τα δυνατά τους και πετυχαίνουν πολλά.
Η εθνική συνείδηση απαλείφεται από τα προγράμματα σπουδών και σταδιακά παίρνουν τη θέση της η πολιτειότητα, η εκπαίδευση δηλαδή του σύγχρονου δημοκρατικού πολίτη, η ιστορική συνείδηση και η ιστορική σκέψη και η Ιστορία, όπως όλα τα αντικείμενα του σύγχρονου σχολείου σταδιακά ομονοούν σε ένα σύνθετο γραμματισμό με ικανότητες όχι μόνο κάθετες ανά διδακτικό αντικείμενο, αλλά κυρίως οριζόντιες και μεταφέρσιμες στη ζωή του πολίτη. Να προβληματίζεις τα πράγματα, να βλέπεις πίσω από τις λέξεις, να σχηματίζεις δική σου άποψη, να την τεκμηριώνεις, να λύνεις προβλήματα, να συνεργάζεσαι κ.λπ., κ.λπ.
Από τότε μέχρι σήμερα, πολύ νερό έχει κυλήσει στ’ αυλάκι. Προστέθηκε, για παράδειγμα, η πολυπρισματικότητα στην ιστορική εκπαίδευση, η αναγκαιότητα δηλαδή να διδάσκεται η Ιστορία μέσα από διαφορετικές οπτικές γωνίες και εθνικές οπτικές. Γράφτηκαν εγχειρίδια στη βάση αυτής της συλλογιστικής.
Οι Ισραηλινοί με τους Παλαιστίνιους, οι Βαλκάνιοι, οι Γάλλοι με τους Γερμανούς κ.λπ. Ταυτόχρονα, κάποιες χώρες των οποίων η εθνική Ιστορία είχε εξοβελιστεί από τη διδακτέα ύλη, όπως για παράδειγμα η Ολλανδία, έθεσαν ζήτημα συμπερίληψης θεμάτων εθνικής Ιστορίας για μια συνεκτική πολιτειότητα. Για την επιστροφή, όμως, της Ιστορίας στην υπηρεσία της εθνικής συνείδησης μιλάνε όχι οι δεξιοί του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος αλλά μόνο οι ακραίοι. Η κ. Κεραμέως πού ακριβώς τοποθετεί τον εαυτό της; Εχει ακούσει, διαβάσει ή συνομιλήσει με ομόλογό της στην Ε.Ε., που να κάνει ανάλογες δηλώσεις; Και ο Μητσοτάκης, τι ακριβώς κάνει; Ψωνίζει Ευρώπη για άλλη μια φορά αλά καρτ;
Μαρία Ρεπούση - Καθηγήτρια Ιστορίας και Ιστορικής Εκπαίδευσης ΑΠΘ, πρόεδρος της Διεθνούς Ενωσης για την Ιστορική Εκπαίδευση [IRAHSSE]
Πηγή: efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου