Οι «νεοφιλελεύθερες» κυβερνήσεις «προδίδουν» εύκολα τον εαυτό τους: τόσο ως προς τη σύστασή τους όσο και ως προς την ασκούμενη πολιτική τους. Για παράδειγμα, όταν το 40% των υπουργών και των υφυπουργών δεν προέρχονται από το πολιτικό πεδίο και αυτοπροβάλλονται ως «τεχνοκράτες» και «ειδικοί», άλλοτε από τον ιδιωτικό χώρο και άλλοτε από τη σφαίρα των «δημόσιων λειτουργών», ως «παντός καιρού».
Σε κάθε περίπτωση εμφανίζονται ως διαμεσολαβητές ανάμεσα στην οικονομία και την πολιτική, με ισχνή παρουσία ως προς τις «τεχνοκράτισσες» - οι «νοικοκυρές» είναι αρμόδιες στο «σπίτι». Με «οπισθοφυλακή» βέβαια την αποποίηση τυχόν πολιτικής ευθύνης: για ό,τι συμβεί θα φταίνε οι «ειδικοί» που σχεδιάζουν και προσπαθούν να υλοποιήσουν τις «μεταρρυθμίσεις»/«απορρυθμίσεις».
Επειτα από έναν αιώνα που εμφανίστηκαν οι όροι «technocracy» και «technocrats» στις Ηνωμένες Πολιτείες, έχει αποσιωπηθεί ότι τότε συνέτρεχε η αμφισβήτηση του «φιλελευθερισμού». Μάλιστα η θέση της «τεχνοκρατίας» ενισχύθηκε με την οικονομική κρίση του 1929 και προκάλεσε την πολιτική του «New Deal» και νομιμοποίησε τον αυξανόμενο κρατικό παρεμβατισμό στην εκδήλωση των λειτουργιών του βιομηχανικού κεφαλαίου.
Τώρα όμως; Συχνά δημοσιολογούντες μεριμνούν και για τον «μελλοντικό ιστορικό της οικονομικής κρίσης», έτους 2050, καταθέτοντας από τώρα «ιστορικό υλικό τεκμηρίωσης των περιγραφών, των ερμηνειών και των αναλύσεων», τις οποίες ο «ιστορικός» αυτός, έπειτα από τέσσερις δεκαετίες, θα αναγάγει σε «ιστορικά τεκμήρια». Κυρίως επιμένουν στο πώς οι ίδιοι τώρα «φαντάζονται» την «πυραμίδα» στη «βάση» της με «απλά υποκείμενα» ή «απλούς κατοίκους».
Βέβαια, η «ιστορική αφήγηση», όπως κάποτε υποστηρίζουν, «δεν μπορεί παρά να περιλαμβάνει» το «στοιχείο της διαλεκτικής». Τούτο νοείται ως «στοιχείο των αλληλεπιδράσεων» ανάμεσα σε «οντότητες» («ελίτ, οργανισμοί, λαοί») που απλώς «βρίσκονται σε επαφή»…
Με τη σειρά μου, από τώρα, θα κοινοποιήσω την «πυραμιδική» θεώρηση της κοινωνίας («sociétés dites pyramidales») σε όσους/ες υποψιάζομαι ότι θα εξακολουθήσουν να μελετούν τον βαθμό εκμετάλλευσης, δηλαδή «τον λόγο της υπεραξίας προς την αξία της εργατικής δύναμης», για να απαντήσουν αν έτσι θα τεθεί σε «τιμητική αποστρατεία» το σχήμα: «Basis» - «Überbau» (σε αρκετά γερμανικής καταγωγής μορφωτικά αγαθά, ιδίως στα κείμενα του Mαρξ, δεν έχω την πρόθεση να κάνω σαμποτάζ) και ιδίως με ποιο τρόπο θα αποδίδεται πληρέστερα το κοινωνικό χάσμα ανάμεσα σ’ αυτούς που παράγουν και σ’ εκείνους που ιδιοποιούνται το πλεόνασμα.
Μπορώ, πάντως, να προεξοφλήσω ότι και ύστερα από σαράντα χρόνια θα έχουν να αντιπαρέλθουν κάθε λογής «συνωμοσιολόγους» και εκλαϊκευτές του «conspiratorial discourse» που επίσης θα επικαλούνται «πυραμιδικές» δομές μασονικών στοών και λεσχών (όπως αυτή του «Bilderberg Club») για να περιγράψουν τη «διεθνή ελίτ ισχύος» της «νέας φάσης» της «παγκοσμιοποίησης».
Μια μορφή εφαρμογής του «πυραμιδικού» σχήματος είναι ό,τι αντιμετωπίζεται ως «λαϊκισμός» με την κάτω πλευρά να προορίζεται για τον «λαό» και την κορυφή για τις «ελίτ»; Πρόκειται για το «fantasme des élites»; Πάντως, ένα από τα τρέχοντα «βαρόμετρα» κατανόησης του «λαϊκισμού» είναι οι «μεταρρυθμίσεις»: όσοι συνηγορούν για την επιτυχία τους είναι οι «υπεύθυνοι ειδικοί» και όσοι τις αντιμάχονται οι «επιπόλαιοι λαϊκιστές».
Από τη μια πλευρά οι «άριστοι» ως νηφάλιοι γνώστες της «αλήθειας» και από την άλλη οι «δημαγωγοί» και οι «ψευδολόγοι αγανακτισμένοι». Επιπλέον, οι «φανατικοί του πανοράματος» υποδιαιρούνται -από όσους αισθάνονται ότι βρίσκονται στη «μέση» και συνάμα «πάνω» τους- σε «εθνικιστές» και «μαρξιστές»; Εξακολουθώ να οριοθετώ ως «λαϊκισμό» κάθε πολιτική γενίκευση, τόσο «αμυντικά» όσο και «επιθετικά», που έχει ως καμβά και όριο τον «λαό» ή την «κοινή γνώμη» και κινητήρια δύναμη το κόμμα [=κόπ-μα] του.
Ας δούμε ακόμη μια πλευρά της θεματικής που μας ενδιαφέρει εδώ. Σε κυβερνητικά κόμματα, όπως αυτά που γνωρίσαμε κατά τον αιώνα που πέρασε στις χώρες της δυτικής Ευρώπης, υπήρξαν αρκετοί κρατικοδίαιτοι επαγγελματίες της πολιτικής που ουδέποτε άσκησαν ή ασκούν συγκεκριμένο επάγγελμα.
Κοινοτάρχες και δήμαρχοι (εκλεγόμενοι και επανεκλεγόμενοι για πολλές τετραετίες), διοικητές των Δημοσίων Οργανισμών, σύμβουλοι υπουργών και βουλευτών, ως ισόβιοι πολιτευτές συντηρούσαν τη δρώσα δημοσιότητά τους μέσω της πελατειακής σχέσης με τα εκάστοτε «υψηλά» κομματικά κλιμάκια.
Κατά την πρόσφατη όμως περίοδο άλλαξαν κάπως τα πράγματα. Δηλαδή, προηγείται η επαγγελματική καταξίωση και ακολουθεί η κομματική σταδιοδρομία ή τουλάχιστον η πρώτη δεν εξαρτάται και δεν χρεώνεται στη δεύτερη. Ετσι τα κοινωνικά κινήματα, με ανακλητό τρόπο στις εστίες πολιτικής παιδείας που συγκροτούν, αναδεικνύουν μια διακριτή μερίδα πολιτικών του καιρού μας, έστω σε «μικρά» και «βραχύβια» κόμματα.
Πρόκειται ξανά για τους «ἐραστὰς τῆς πόλεως»; Μάλλον ναι, χωρίς ωστόσο να παραβλέψουμε ποιο είναι τώρα το αντικείμενο της πολιτικής και τα όρια άσκησής της σε ένα διαρκώς «δύσβατο» τοπίο. Ισως χρειαστεί σύντομα να επανέλθουμε χαρτογραφώντας τα πρώτα «πεπραγμένα» της νέας εγχώριας κυβέρνησης. «Κέραμοι και πλίνθοι» στα κεφάλια μας;
Παναγιώτης Νούτσος - ομότιμος καθηγητής Κοινωνικής και Πολιτικής Φιλοσοφίας του Παν/μίου Ιωαννίνων
Πηγή: efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου