Α. Το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο
Το πανεπιστημιακό άσυλο κατοχυρώνεται στο άρθρο 3 του Ν. 4485/2017 («νόμος Γαβρόγλου»).
Σύμφωνα με την πρώτη παράγραφο του εν λόγω άρθρου «[σ]τα Α.Ε.Ι.
κατοχυρώνεται η ακαδημαϊκή ελευθερία στην έρευνα και στη διδασκαλία,
καθώς και η ελεύθερη έκφραση και διακίνηση των ιδεών. Το ακαδημαϊκό
άσυλο αναγνωρίζεται για την κατοχύρωση των δημοκρατικών αξιών, των
ακαδημαϊκών ελευθεριών στην έρευνα και στη διδασκαλία, την ελεύθερη
διακίνηση των ιδεών, την προστασία του δικαιώματος στη γνώση και τη
μάθηση έναντι οποιουδήποτε επιχειρεί να το καταλύσει».
Σύμφωνα με τη δεύτερη παράγραφο του ίδιου άρθρου «[ε]πέμβαση δημόσιας
δύναμης σε χώρους των Α.Ε.Ι. επιτρέπεται αυτεπαγγέλτως σε περιπτώσεις
κακουργημάτων, καθώς και εγκλημάτων κατά της ζωής και ύστερα από απόφαση
του Πρυτανικού Συμβουλίου σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση. Οι ανωτέρω
περιορισμοί δεν ισχύουν για επεμβάσεις του Πυροσβεστικού Σώματος και
επεμβάσεις σε περιπτώσεις τροχαίων ατυχημάτων».
Β. Άσυλο και εγκληματικότητα: υπάρχει σύνδεση;
Θα πρέπει να καταστεί σαφές ότι, όταν διαπράττονται εντός του
πανεπιστημιακού χώρου κακουργήματα καθώς και εγκλήματα κατά της ζωής,
άσυλο κατ’ ουσία δεν υφίσταται. Δηλαδή η αστυνομία δύναται να επεμβαίνει
αυτεπάγγελτα. Επομένως, όταν τελείται μία ανθρωποκτονία, μία ληστεία,
ένας βιασμός, όταν διακινούνται ναρκωτικά ή όταν κατασκευάζεται ή
ρίπτεται μία βόμβα μολότοφ, η αστυνομία μπορεί να επέμβει χωρίς την
άδεια κανενός και, ασφαλώς, κανένα κώλυμα δεν υπάρχει εξαιτίας του
ασύλου.
Όταν τελείται ένα πλημμέλημα (πλην εκείνων που στρέφονται κατά της
ζωής, όπως η έκθεση ή η παράλειψη λύτρωσης από κίνδυνο ζωής∙ βλ.
προηγούμενη παράγραφο) ή ένα πταίσμα, η αστυνομία μπορεί να επέμβει μόνο
μετά από άδεια του Πρυτανικού Συμβουλίου. Το Πρυτανικό Συμβούλιο
αποτελείται από τον Πρύτανη, τους Αντιπρυτάνεις, από έναν εκπρόσωπο των
φοιτητών και από έναν εκπρόσωπο των διοικητικών υπαλλήλων. Στον Ν.
4485/2017 προβλέπεται ότι «το Πρυτανικό Συμβούλιο συγκροτείται και
λειτουργεί νόμιμα έστω και αν δεν έχει υποδειχθεί ο εκπρόσωπος των
φοιτητών ή των διοικητικών υπαλλήλων» (άρθρο 14 παρ. 1 υποπαρ. 2). Άρα,
όταν τελείται μία κλοπή (δηλαδή αφαίρεση κινητού πράγματος χωρίς τη
χρήση βίας) ή το έγκλημα της απλής σωματικής βλάβης, η αστυνομία μπορεί
να επέμβει εντός του πανεπιστημιακού χώρου μόνο μετά από άδεια του
Πρυτανικού Συμβουλίου.
Κρίσιμο είναι και το εξής: το πανεπιστημιακό άσυλο δεν αφορά στην
ουσία της ποινικής μεταχείρισης των δραστών. Ο άδικος χαρακτήρας των
παράνομων πράξεων που τελούνται στους πανεπιστημιακούς χώρους δεν
αίρεται και οι δράστες παραμένουν αξιόποινοι (πρβλ. ΑΠ 230/1994,
περιοδικό «Ποινικά Χρονικά», ΜΔ’/1994, σελ. 461). Άρα, αυτός που βίασε
εντός πανεπιστημίου, αυτός που σκότωσε, αυτός που έκλεψε κ.ο.κ. διώκεται
κανονικά.
Συμπέρασμα: δεν είναι το Πανεπιστήμιο ένας χώρος
όπου το ποινικό δίκαιο δεν εφαρμόζεται. Το έγκλημα είναι παντού το ίδιο,
και εντός και εκτός Πανεπιστημίου.
Γ. Λόγοι που επιτάσσουν τη διατήρηση του υφιστάμενου νομοθετικού καθεστώτος για το άσυλο
-Πρώτος λόγος: αποφυγή του κινδύνου τραυματισμού της Παιδείας
Δεν αποκλείεται το φοιτητικό κίνημα, στο πλαίσιο των αγώνων του για
τη διεκδίκηση των αιτημάτων του, να προβεί σε συμβολικές βραχυχρόνιες
καταλήψεις πανεπιστημιακών χώρων. Η κατάληψη δημόσιου χώρου συνιστά
πλημμέλημα (παλιό 334 παρ. 3/ νέο 168 ΠΚ), συνεπώς η αστυνομία δεν
μπορεί να καταστείλει μία κατάληψη χωρίς άδεια του Πρυτανικού
Συμβουλίου. Πράγματι, ο νομοθέτης δεν θέλει η αστυνομία να εισέρχεται
εύκολα σε μία κατάληψη, αλλά απαιτώντας την άδεια του Πρυτανικού
Συμβουλίου κατ’ ουσία «εξωθεί» τις δύο πλευρές (φοιτητές-ακαδημαϊκές
αρχές / Πολιτεία) στον διάλογο. Μπορεί να αντιληφθεί κανείς ότι ο
νομοθέτης έκρινε εν προκειμένω ότι η ελεύθερη επέμβαση της αστυνομίας σε
μία κατάληψη φοιτητών θα οδηγούσε πιθανότατα σε όξυνση της κατάστασης
και σε αιματηρά επεισόδια.
Κάποιοι προτείνουν το άσυλο να καταλαμβάνει μόνο την κατάληψη και όχι
και τα υπόλοιπα πλημμελήματα. Η άποψη αυτή δεν είναι ορθή, διότι στο
πλαίσιο της κατάληψης είναι μάλλον αναπόφευκτη και η τέλεση κάποιου
άλλου πλημμελήματος (π.χ. παραβίαση μίας κλειδαριάς και καταστροφή της∙
φθορά ξένης ιδιοκτησίας). Οπότε θα φτάναμε στο παράλογο αποτέλεσμα η
αστυνομία να μπορεί να εισέλθει ελεύθερα για τη φθορά ξένης ιδιοκτησίας
και να προκληθούν προστριβές, όπως αναφέρθηκε στην προηγούμενη
παράγραφο.
Ασφαλώς, εάν στο πλαίσιο μίας κατάληψης διαπιστώνεται ότι τελούνται
σοβαρές υλικές ζημίες (οπότε και η κατάληψη χάνει τη συμβολικότητά της
και καθίσταται ευκαιρία για τη δράση ταραχοποιών στοιχείων), είναι
πάντοτε δυνατή η χορήγηση άδειας για είσοδο της αστυνομίας από το
Πρυτανικό Συμβούλιο.
-Δεύτερος λόγος: δεν νοείται ακαδημαϊκή ελευθερία δίχως άσυλο
Η ακαδημαϊκή ελευθερία κατοχυρώνεται ρητά στην πρώτη παράγραφο του
άρθρου 16 του Συντάγματος («H τέχνη και η επιστήμη, η έρευνα και η
διδασκαλία είναι ελεύθερες η ανάπτυξη και η προαγωγή τους αποτελεί
υποχρέωση του Κράτους. H ακαδημαϊκή ελευθερία και η ελευθερία της
διδασκαλίας δεν απαλλάσσουν από το καθήκον της υπακοής στο Σύνταγμα»).
Το Σύνταγμα δεν κατοχυρώνει, όμως, το πανεπιστημιακό άσυλο.
Εντούτοις, η κατοχύρωσή του πρέπει να θεωρηθεί ότι αποτελεί απόρροια της
πλήρους αυτοδιοίκησης των ΑΕΙ (άρθρο 16 παρ. 5 εδ. α’ του Συντάγματος)
και, εν τέλει, της ίδιας της ακαδημαϊκής ελευθερίας (έτσι ο Α. Μάνεσης, Η
συνταγματική προστασία της ακαδημαϊκής ελευθερίας, Συνταγματική Θεωρία
και Πράξη, 1980, 703).
Άλλωστε, ο συμφυής πολιτικός χαρακτήρας της επιστημονικής ελευθερίας
προϋποθέτει μία εγγύηση ακώλυτης λειτουργίας των ΑΕΙ από οποιαδήποτε
δημόσια επέμβαση, αλλά και από την παρουσία της δημόσιας δύναμης στο
εσωτερικό των ΑΕΙ, αφού ακόμα και αυτή η παρουσία μπορεί να επενεργήσει
αρνητικά στην ελεύθερη άσκηση των πανεπιστημιακών καθηκόντων (έτσι
Σπυρόπουλος/Κοντιάδης/ Ανθόπουλος/ Γεραπετρίτης (-Σαραφιανός), ΕρμΣυντ
(2017) άρθ. 16 αρ. 76).
Εξάλλου, μπορεί σήμερα ο σεβασμός της ακαδημαϊκής ελευθερίας να είναι
αυτονόητος, εντούτοις κανείς δεν μπορεί να εγγυηθεί το ίδιο
μακροπρόθεσμα, με την επιφύλαξη τούτη να ενισχύεται από τη σταδιακή πλην
σταθερή άνοδο αντιδημοκρατικών και φασιστικών ιδεολογιών στην Ευρώπη
και τον κόσμο (βλ. AfD στη Γερμανία, Όρμπαν στην Ουγγαρία, Μπολσονάρο
στη Βραζιλία).
-Τρίτος λόγος: όλα τα ζητήματα μπορούν να αντιμετωπιστούν εντός του πλαισίου του νόμου
Δεν μπορούμε παρά να συμφωνήσουμε στο σημείο αυτό με την άποψη του
διακεκριμένου Καθηγητή του Ποινικού Δικαίου, Ι. Μανωλεδάκη, ο οποίος σε
άρθρο του (Το ΒΗΜΑ, 17.09.2006*, σελ. B55) έγραφε: «δεν χρειάζεται
κανένας απολύτως επαναπροσδιορισμός της έννοιας του ούτε αλλαγή της
νομοθεσίας που το προβλέπει. Η υπάρχουσα ρύθμιση είναι υπερεπαρκής για
να αποτραπεί η τέλεση σοβαρών εγκληματικών πράξεων είτε εντός του χώρου
του Πανεπιστημίου είτε µε ορμητήριο το Πανεπιστήμιο».
Και συνέχιζε: «αν λοιπόν η αστυνομία βλέπει να τελούνται στον
πανεπιστημιακό χώρο που καλύπτεται από το άσυλο τέτοια εγκλήματα (ή
πληροφορείται ότι τελούνται και δεν ενεργεί), τότε δεν φταίει βέβαια το
πανεπιστημιακό άσυλο για ό,τι συμβαίνει, αλλά η ίδια η αστυνομική δύναμη
που δεν επεμβαίνει αυτεπαγγέλτως (χωρίς να χρειάζεται οποιαδήποτε άδεια
πανεπιστημιακού οργάνου), προφασιζόμενη το εμπόδιο του ασύλου».
* σ.σ.: κατά τον χρόνο δημοσίευσης του άρθρου, ίσχυε ο Ν. 1286/1982, ο οποίος ρύθμιζε το άσυλο όπως ακριβώς και ο σήμερα ισχύων νόμος.
-Τέταρτος λόγος: το πρόβλημα της εγκληματικότητας έχει διαφορετικές ρίζες
Η εγκληματικότητα πρέπει να αποδοθεί σε λόγους κοινωνικούς. Το
μεγαλύτερο στοίχημα είναι η πρόληψη και όχι η καταστολή. Είναι στο πεδίο
αρμοδιότητας της επιστήμης της εγκληματολογίας η εξεύρεση λύσεων για
την αντιμετώπιση της εγκληματικότητας, η οποία εμφανίζεται συνολικά στην
κοινωνία και όχι μόνο μέσα στο πανεπιστήμιο.
-Πέμπτος λόγος: η κατάργηση του ασύλου αποδεδειγμένα δεν έφερε αποτελέσματα
Με τον Ν. 4009/2011 («νόμος Διαμαντοπούλου»), ο θεσμός του ασύλου
καταργήθηκε πλήρως και έτσι η διωκτική αρχή μπορούσε να επέμβει ελεύθερα
ακόμη και στις περιπτώσεις που σήμερα απαιτείται άδεια. Η εμπειρία,
ωστόσο, και μία αναδρομή στην ειδησεογραφία των ετών 2011 έως 2017
(οπότε επανήλθε το άσυλο) δείχνει ότι τα φαινόμενα εγκληματικότητας
εντός των Πανεπιστημίων όχι μόνο δεν μειώθηκαν αλλά αυξήθηκαν δραματικά.
Άλλο συμπέρασμα δεν μπορεί να συναχθεί παρά από το ότι η
εγκληματικότητα, ως κοινωνικό φαινόμενο, καμία συνάφεια με τον θεσμό του
ασύλου δεν εμφανίζει.
Δ. Αναγνώριση του προβλήματος και προτεινόμενες λύσεις
Δεν μπορούμε να παραγνωρίσουμε ότι κυρίως η διακίνηση ναρκωτικών
ουσιών αλλά και η τέλεση άλλων εγκλημάτων εντός των πανεπιστημιακών
χώρων συνιστά ένα πρόβλημα το οποίο ζητά άμεσα λύση.
Φυσικά, το φαινόμενο της «ενδοπανεπιστημιακής» εγκληματικότητας δεν
προέκυψε τα τελευταία χρόνια αλλά εμφανίζει στοιχεία διαχρονικότητας.
Άλλωστε, το Πανεπιστήμιο είναι κομμάτι της κοινωνίας, συνεπώς όσο
υπάρχει έγκλημα στην κοινωνία (εξάλλου έγκλημα ποτέ δεν θα σταματήσει να
υπάρχει) θα εμφανίζεται και στο Πανεπιστήμιο.
Στο πλαίσιο της συνειδητοποίησης του διαχρονικού αυτού προβλήματος προτείνουμε τις παρακάτω λύσεις:
-Ναρκωτικά: συντονισμένη επέμβαση της αστυνομίας με
διακριτικότητα και κυρίως τις νυκτερινές ώρες, οπότε και παρατηρείται
αυξημένη κίνηση∙ συστηματική χαρτογράφηση της πορείας των ουσιών από τις
μικρές αποθήκες ως τους λήπτες.
-Κλοπές: φωταγώγηση προαύλιων χώρων με συστήματα που δεν μπορούν ευχερώς να καταστραφούν.
-Καταλήψεις: στο ζήτημα των καταλήψεων πρέπει να διακρίνουμε περιπτώσεις:
i) Διεκδικητικές βραχυχρόνιες καταλήψεις από
φοιτητές: διάλογος και συνεννόηση ανάμεσα στους φοιτητές και τις
ακαδημαϊκές αρχές∙ δημιουργία ανά τμήμα μίας μόνιμης Φοιτητικής
Επιτροπής Διαπραγμάτευσης (ΦΕΔ), η συγκρότηση, σύνθεση και λειτουργία
της οποίας θα ρυθμίζεται με νόμο, με βασικό γνώμονα την αναλογική
εκπροσώπηση όλων των φοιτητικών πολιτικών δυνάμεων και με την
υποχρεωτική συμμετοχή ανένταχτων φοιτητών.
ii) καταλήψεις χώρων από άσχετα με την
πανεπιστημιακή κοινότητα πρόσωπα: εφαρμογή της ισχύουσας νομοθεσίας και
άρση ασύλου με τη χορήγηση άδειας.
-Φύλαξη: επανεξέταση του καθεστώτος φύλαξης των
πανεπιστημίων και αξιοποίηση εμπειρικών στοιχείων από την πρακτική που
ακολουθείται στα πανεπιστήμια της Χώρας∙ στοχευμένη τοποθέτηση των
φυλάκων στα σημεία που εμφανίζουν εντονότερη εγκληματική κίνηση∙
ανοιχτοί δίαυλοι επικοινωνίας μεταξύ αστυνομίας και φυλάκων.
-Ενεργοποίηση φοιτητικού κόσμου: εντονότερη
δραστηριοποίηση των πολιτιστικών φοιτητικών ομάδων∙ παραχώρηση χώρων για
τις δραστηριότητες των ομάδων με άδεια της Κοσμητείας∙ συστηματικότερη
εξωτερική φύλαξη των εν λόγω χώρων σε πρώτη φάση.
-Περαιτέρω διευκόλυνση της λειτουργίας του Πρυτανικού Συμβουλίου: νομοθετική
πρόβλεψη κριτηρίων βάσει των οποίων θα αποφασίζει το Συμβούλιο τη
χορήγηση άδειας επέμβασης της αστυνομίας∙ τα κριτήρια αυτά πρέπει:
(α) να είναι σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας (άρθρο 25 του Συντάγματος),
(β) να μην αντίκεινται στη συνταγματικά κατοχυρωμένη αρχή της
αυτοδιοίκησης των ΑΕΙ (άρθρο 16 παρ. 5 εδ. α’ του Συντάγματος), να
αφήνεται δηλαδή διακριτική ευχέρεια στο συλλογικό όργανο (διατύπωση των
κριτηρίων με αόριστες έννοιες, η εξειδίκευση των οποίων θα αφήνεται στην
κρίση του οργάνου, το οποίο θα σταθμίζει κάθε φορά την κατάσταση),
(γ) να είναι προσανατολισμένα στην αντιμετώπιση των πιο συχνά εμφανιζόμενων εγκληματικών συμπεριφορών.
του Παντελή Μαρκούλη, Φοιτητή Νομικής Α.Π.Θ.
Πηγή: esos.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου