Γιατί, αγαπημένη μας, δεν μπορούσες να χαρείς; Γιατί βιαζόσουν πάντα για κάτι άλλο από αυτό όπου βρισκόμασταν; Γιατί δεν με άφηνες να τελειώσω το τραγούδι που εσύ είχες ζητήσει; Εγώ τόσο χαιρόμουν που μπορούσα να το πω, το ζητούσες και το έβρισκα, ήξερα να σ' το τραγουδήσω. Αυτή θα ήταν η ζωή μου, αν μπορούσα να το κανονίσω, να μου δίνουν παραγγελιές και να βρίσκω τα τραγούδια, αλλά βγήκαν τα τζουκμπόξ και μου πήραν τη δουλειά. Εσύ όμως βιαζόσουν. Μόλις ξεκινούσαμε, λέγαμε μισή στροφή, λάμπανε για λίγο τα ματάκια σου κι έλεγα ότι συναντήθηκαν επιτέλους οι διαθέσεις μας, τώρα θα αφεθείς στη χαρά να το πούμε ολόκληρο, είναι τόσο ωραίο, αυτά τα γυρίσματα, οι εκπλήξεις των στίχων, της μουσικής, αχ, θα δακρύσουμε μαζί στο τέλος. Ομως όχι, εσύ δεν άντεχες. Σταματούσες στην πρώτη φράση, θυμόσουν άλλο, «αυτό, αυτό να πούμε!».
Δεν σου χαλούσα χατίρι, ίσως αυτό έπρεπε να έχω κάνει, να σου πω μια φορά «όχι, θα τελειώσουμε πρώτα αυτό, ύστερα το άλλο». Σε ακολουθούσα σαν μικρός εξερευνητής στους δαιδάλους των αναζητήσεών σου, τραγούδια, αναμνήσεις, δρόμοι νυχτερινοί. Αλλά δεν φτάναμε κάπου να καθίσουμε ήσυχα, να χαμογελάσουμε μια στιγμή ηρεμίας. Μόνο στο παρελθόν είχες βρει ευτυχία, έλεγες. Τότε που, νεότατη, σας κυνηγούσε η χούντα, ένιωθες ότι οι σύντροφοί σου σε αγαπούν. Τότε μόνο άξιζε η ζωή, που μπορούσες να είσαι ήρωας.
Εμείς σ’ αγαπάμε πιο πολύ, η τωρινή καθημερινότητα έχει βαθύτερη ευτυχία, σου έλεγα και κουνούσες δύσπιστα το κεφάλι. Εγώ σ’ αγαπώ γι’ αυτό που είσαι, μοναδική, ακαταμάχητη, όχι κομμάτι ομάδας σε καταδίωξη. Το βλέμμα σου έφευγε προς κάτι μακρινό, σα να με κατηγορούσες πως δεν καταλαβαίνω. Ψυχική νόσος ή όχι; Πόνεσες πολύ. Τόσες φορές προσπάθησες να φύγεις, τελικά τα κατάφερες. Μα δεν κάνει να αναφερόμαστε σε ψυχική νόσο, είναι στίγμα πάντα, ειδικά σε δημόσιο λόγο, προκαλεί τα πλήθη που περιμένουν με τον λίθο στο χέρι. Είναι βρισιά ή καγχασμός η αναφορά της.
Ποιος ακούει εξηγήσεις; Καλύτερα να σωπαίνεις. Είμαστε σε πρώτο επίπεδο, δεν διακρίνουμε αποχρώσεις, παραμονεύουμε, καρχαρίες που ίσως αποδειχτούν ξιφίες ή βασιλικές ζαργάνες. Γι’ αυτό θα φυλάξω το όνομά σου για άλλο μνημόσυνο, να βρεθούν οι σωστές λέξεις, στο απυρόβλητο.
Ακούω πάντα τη φωνή σου ολοζώντανη, με το αιώνιο παράπονο, που δεν έβρισκε ρεφρέν να καταφύγει.
Πηγή: efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου