Πριν από λίγες ημέρες παραιτήθηκε ο υπουργός Δικαιοσύνης της Κύπρου για λόγους ευθιξίας. Κάτι τέτοιο είναι άγνωστο στη χώρα μας. Από τη Μεταπολίτευση και μετά, έχουν συμβεί πάμπολλα που θα έπρεπε να τα συνοδεύουν ανάλογες παραιτήσεις. Υπουργοί, βουλευτές και άλλοι παράγοντες μένουν στη θέση τους ζητώντας και τα ρέστα.
Υπερασπίζονται τον εαυτό τους με κάθε τρόπο: διατυπώνουν έωλα επιχειρήματα, εμφανίζουν ανύπαρκτα στοιχεία, αλλοιώνουν δεδομένα, καταγγέλλουν, απειλούν, μηνύουν, διαψεύδουν κ.λπ.
Σε κάθε περίπτωση είναι… αθώοι. Ασπιλοι και αμόλυντοι. Και για να στηρίξουν την αθωότητά τους επικαλούνται την οικογενειακή ιστορία τους, την πολυετή θητεία τους στο αξίωμα που κατέχουν, την de facto εντιμότητά τους – που είναι και αδιαπραγμάτευτη. Και αντί να βάλουν την ουρά στα σκέλια, βγαίνουν στην αντεπίθεση: γίνονται κατήγοροι των κατηγόρων και μηνύουν κατ’ εξακολούθηση.
Άλλοτε πάλι, με έμμεσο τρόπο, στρέφονται και κατά της Δικαιοσύνης. Προσπαθούν να την επηρεάσουν για να επιτύχουν μια ευνοϊκή γι’ αυτούς μεταχείριση. Είναι φορές που δίνουν την εντύπωση ότι έχουν εκδικάσει την υπόθεση και εκδίδουν τη δικαστική ετυμηγορία.
Οποία αλαζονεία και ασέβεια στους θεσμούς!
Ασέβεια και σ’ αυτούς που τους εξέλεξαν, σ’ αυτούς που τους εμπιστεύτηκαν τα όνειρά τους, το μέλλον τους, τη ζωή τους. Αυτούς τους οποίους εκμαύλισαν, εξαπάτησαν και πρόδωσαν. Ο τρόπος που πολιτεύτηκαν παρέδωσε τα χειρότερα μαθήματα στους πολίτες. Βασισμένοι και στη νομοθεσία «κατά παραγγελία» διέφυγαν την τιμωρία. Εδώ δεν ισχύει το «κατά τον λαό και οι ηγέτες», αλλά «κατά τους ηγέτες και ο λαός».
Ο βίος και η πολιτεία τους διαπερνά την κοινωνία και την καθιστά διάτρητη, αλλοπρόσαλλη και πάντως χειραγωγήσιμη. Εύκολη λεία, σύρεται από τις υποσχέσεις, την κολακεία, την προσδοκία.
Κι αν κάτι δεν πάει καλά, η ευθύνη υπάρχει μόνο στους πολλούς και όχι στους διαχειριστές της εξουσίας. Οι πολλοί φταίνε που δεν έκαναν καλή επιλογή. Θράσος, κυνισμός και αναισχυντία που σκοτώνουν τη λογική.
Και ούτε μία παραίτηση! Ετσι, για την τιμή των όπλων! Και αντί γι’ αυτό, συνεχίζουν το «θεάρεστο έργο» τους με αμείωτο ρυθμό: παραχωρούν συνεντεύξεις και ως αλάθευτοι τιμητές επικρίνουν τους πάντες πλην εαυτών και δεν εκφράζουν ούτε μία «συγγνώμη».
Ο λαός, όμως, έχει τη δική του γνώμη και τη δική του ηθική. Δείτε τι λένε: «Αν ήμασταν στη θέση τους, θα ’μασταν μέσα». «Τι άλλο θέλουν, οι αχόρταγοι, δεν ντρέπονται». Λένε και άλλα, χειρότερα, που δεν τα αναφέρω. Αλλωστε τα ξέρουν όλοι. Πίσω, όμως, από τέτοιες εκφράσεις κρύβεται βαθιά απογοήτευση που οδηγεί άλλοτε στην παραίτηση κι άλλοτε στην οργή. Και στη μία περίπτωση και στην άλλη, δημιουργούνται κάποτε καταστάσεις ανεξέλεγκτες και ακατανόητες.
Και τότε είναι που καλούνται οι ειδικοί να λύσουν τον γόρδιο δεσμό. Ανάμεσά τους και οι πολιτικοί –όσοι βέβαια φάνηκαν επίορκοι–, αμήχανοι ψελλίζουν κάποια συγκεχυμένα λόγια ή πολύξεροι εκθέτουν τη διανοητική «πραμάτεια» τους απτόητοι.
Απορούν και εξίστανται, ανήμποροι να ερμηνεύσουν τα φαινόμενα. Ανεύθυνοι τάχα για όσα συμβαίνουν. Κι ύστερα κάνουν λόγο για κόμματα-εκτρώματα που εμφανίζονται, για τον κίνδυνο που εγκυμονούν. Κι ύστερα κάνουν «έκκληση» για μια συσπείρωση –όχι όμως αντίσταση– για να προλάβουν τα χειρότερα…
Όμως, πίσω από αυτά κρύβεται η σκέψη τους για έναν «δεύτερο γύρο» που συνήθως, όταν έρθει, είναι πολύ χειρότερος από τον πρώτο. Είναι τότε που η ανοχή γεννάει την ατιμωρησία και αυτή την εξαχρείωση.
Σε όλες τις χώρες του κόσμου οι υπεύθυνοι των δημόσιων πραγμάτων όταν διαπράττουν και το παραμικρό παράπτωμα υποβάλλουν την παραίτησή τους. Γιατί η παραίτηση είναι μια μορφή τιμωρίας. Ισως και εξιλέωσης. Αν δεν εμπεριέχει τον υπολογισμό, είναι πράξη γενναία που διδάσκει τους πολλούς θάρρος και παρρησία. Η παραίτηση μπορεί να εκτονώσει μια κατάσταση, γιατί ικανοποιεί το περί δικαίου αίσθημα, δημιουργεί προϋποθέσεις για καταλλαγή, για συνεννόηση, για κατανόηση. Οταν γίνεται στην ώρα της –και όχι κατόπιν εορτής ή κατόπιν πιέσεων– ανοίγει δρόμους, προωθεί εξελίξεις προς τη σωστή κατεύθυνση.
Την παραίτηση, όμως, δεν πρέπει μόνο να την υποβάλλουν οι υπεύθυνοι, αλλά πρέπει να τη ζητάμε κι εμείς.
Δεν τους δίνουμε λευκή επιταγή, δεν τους εξουσιοδοτούμε για όλα χωρίς στοιχειώδη απολογισμό. Το «θα τους (μας) κρίνει η Ιστορία» είναι υπεκφυγή, απεριόριστη ασυλία που δυναμιτίζει τα θεμέλια του πολιτεύματος και αρρωσταίνει την κοινωνία.
Όταν χρειαστεί, θα πρέπει να υποβάλλουμε την παραίτηση έστω και για ένα φιλότιμο.
Σωτήρης Στεφανόπουλος - φιλολόγος-συγγραφέας
Πηγή: efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου