Ο Liu Yanchang εγκατέλειψε τη δουλειά του σε ένα εργοστάσιο στην επαρχία Hebei και ξεκίνησε το ταξίδι για το Πεκίνο, όπου είχε βρει μια θέση εργασίας ως κούριερ. Στις 4 ώρες που διήρκεσε το ταξίδι -που ήταν και το μεγαλύτερο που είχε κάνει ποτέ στα 18 χρόνια ζωής του- σκεφτόταν ότι η νέα του δουλειά, όντας μέρος της αναπτυσσόμενης βιομηχανίας του ηλεκτρονικού εμπορίου, θα του πρόσφερε περισσότερα χρήματα από ό, τι είχε ποτέ πριν, ότι θα μάθαινε αγγλικά κι ότι μια μέρα θα μπορούσε να ταξιδέψει και στο εξωτερικό. Ήταν ευτυχισμένος!
Μόλις λίγους μήνες αργότερα όμως, η αισιοδοξία του θα ήταν ένα μακρινό παρελθόν. «Δεν ανήκω στο Πεκίνο, απλά εργάζομαι εδώ», λέει στο The Atlantic. Οι εξαντλητικές 10 ώρες κατά τις οποίες καθημερινά μεταφέρει πακέτα σε ολόκληρη την πόλη επηρέασαν την απόδοσή του, με αποτέλεσμα πολλά να χαθούν. Κάπως έτσι όχι μόνο χρεώθηκε πρόστιμο για το λάθος του, αλλά κατέληξε να δίνει κι εξηγήσεις στο εξαγριωμένο αφεντικό του. Μέχρι και σήμερα εξακολουθεί να θεωρεί τη γιγαντιαία πόλη έναν λαβύρινθο στον οποίο είναι δύσκολο κανείς να πλοηγηθεί και είχε πολύ λιγότερες ευκαιρίες να την εξερευνήσει από ό,τι περίμενε. Απομονωμένος στο μικρό δωμάτιο που νοικιάζει, ο Liu λέει ότι ο αρχικός του ενθουσιασμός για την περιπέτεια που πίστευε ότι θα ζήσει, μοιάζει με μακρινή ανάμνηση και δηλώνει δυστυχισμένος.
Η Κίνα απελευθέρωσε πάνω από 850 εκατομμύρια ανθρώπους από την απόλυτη φτώχεια τις τελευταίες δεκαετίες, μια περίοδο κατά την οποία το κυβερνών «Κομουνιστικό Κόμμα» έδωσε μια υπόσχεση στον λαό της χώρας: Αποφύγετε την πολιτική ενασχόλιση και η ευημερία θα είναι δική σας. Η «συμφωνία» αυτή λειτούργησε για τη μεσαία τάξη της Κίνας, η οποία αυξήθηκε από τα 29 εκατομμύρια στη δεκαετία του 1990 σε περίπου 531 εκατομμύρια το 2013. Το 2019, ωστόσο, τα πράγματα έγιναν πιο περίπλοκα και η ιστορία του Liu είναι μία χαρακτηριστική από αυτές των 228 εκατομμυρίων εσωτερικών μεταναστών που εργάζονται στις μεγάλες πόλεις της Κίνας σήμερα. Αυτοί οι εργαζόμενοι, γνωστοί ως «nongmingong», είδαν την αύξηση του πλούτου τους, αλλά η θέση τους στην κινεζική κοινωνία είναι σε μεγάλο βαθμό ασαφής. Οι μεγάλες πόλεις της Κίνας γίνονται ολοένα και πιο εχθρικές απέναντι στους ανθρώπους που έχουν βάλει πλάτη στην ευημερία της και οι nongmingong δεν αισθάνονται τα οφέλη από την υπόσχεση που τήρησαν.
Το οικονομικό θαύμα της Κίνας είναι πράγματι ένα «θαύμα», αλλά αυτό είναι μόνο η μία πλευρά της ιστορίας. Η κυβέρνηση της Κίνας γνωρίζει πολύ καλά ότι η ικανοποίηση από την καθημερινή ζωή πρέπει να γίνει μέρος της εξίσωσης τη οικονομικής ευημερίας. Ο Πρόεδρος Xi Jinping έχει προειδοποιήσει ότι το έθνος και οι ηγέτες του θα πρέπει να ανησυχούν για κάτι περισσότερο από την οικονομική ανάπτυξη. Οι βασικές ανάγκες εκατοντάδων εκατομμυρίων ανθρώπων έχουν επιτευχθεί, αλλά οι ηγέτες της Κίνας πρέπει τώρα να στρέψουν την προσοχή τους στη δυστυχία που αισθάνεται ο Liu και άλλοι σαν αυτόν. Πού βρίσκονται άνθρωποι όπως ο Liu, που εγκατέλειψαν την αγροτική βιομηχανία για να στηρίξουν τον οικονομικό μετασχηματισμό της Κίνας, στο σχέδιο της κυβέρνησης για το μέλλον;
Η έκθεση των Ηνωμένων Εθνών για την Παγκόσμια Ευτυχία διαπίστωσε ότι οι εσωτερικοί μετανάστες στις κινεζικές πόλεις είναι λιγότερο ευτυχισμένοι από τους ανθρώπους που παρέμειναν στην ύπαιθρο, αλλά η πεποίθηση ότι η μετανάστευση φέρνει την επιτυχία εξακολουθεί να είναι ισχυρή. Η πόλη εμπνέει ελπίδα, ενώ η αγροτική Κίνα θεωρείται ως ένα λείψανο του παρελθόντος που συνεπάγεται την πείνα και την φτώχεια.
Οι εσωτερικοί μετανάστες είναι συχνά ιδιαίτερα ευάλωτοι στην αστική ανάπτυξη και ένα αναπόφευκτο φαινόμενο είναι το νέφος. Το Πεκίνο έχει ούτως ή άλλως κακή παράδοση με το νέφος, αλλά το μεγαλύτερο πρόβλημα εντοπίζεται σε λιγότερο γνωστές πόλεις στα πέριξ της καρδιάς της βιομηχανίας. Η Baoding, για παράδειγμα, μια πόλη στην περιφέρεια Hebei όπου ζούσε ο Liu, έχει επίπεδα μέσης ρύπανσης 7,5 φορές υψηλότερα από το όριο που συνιστά ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας. Μια πρόσφατη μελέτη διαπίστωσε ότι η ρύπανση έχει αρνητική επίδραση στην ευτυχία για εκείνους που εργάζονται σε εξωτερικούς χώρους και εκτίθενται στον τοξικό αέρα.
Για τους εργαζόμενους λευκού κολάρου στο Πεκίνο ή οπουδήποτε αλλού στην Κίνα, η λύση είναι να αγοράζουν ιωνιστές αέρα για το σπίτι και το γραφείο τους. Αλλά μια τέτοια συσκευή μπορεί να κοστίσει πάνω από 100 δολάρια, ή περίπου το ένα πέμπτο του μέσου μηνιαίου μισθού ενός εσωτερικού μετανάστη. Μαζί με τα έξοδα διατροφής και την αποστολή χρημάτων πίσω στο σπίτι, οι μετανάστες θα πρέπει να έρθουν αντιμέτωποι με την κτηματομεσιτική αγορά, με τους ενοικιαστές να έχουν μηδενικά δικαιώματα απέναντι στους ιδιοκτήτες που αυξάνουν τα ενοίκια τους. Στην πραγματικότητα, οι μετανάστες, συμπεριλαμβανομένου του Liu, συχνά ενοικιάζουν σπίτια δίνοντας απλά τα χέρια και χωρίς να υπογράφουν κάποιο συμβόλαιο. Σε μεγάλες πόλεις στην ανατολική ακτή της Κίνας, οι μετακινούμενοι εργαζόμενοι δαπανούν, κατά μέσο όρο 150 δολάρια το μήνα για ενοίκια για σπίτια μικρότερα από 16 τετραγωνικά μέτρα που έχουν κοινόχρηστο μπάνιο και κουζίνα.
Στοιβαγμένοι σε αυτούς τους μικροσκοπικούς χώρους, οι μετανάστες απομονώνονται από τα οικογενειακά τους δίκτυα, αφήνοντας τα παιδιά και τους ηλικιωμένους πίσω στα χωριά τους. «Πώς μπορείτε να μιλάτε για ευτυχία;» αναρωτιέται ο Zhu Shengwei, ένας ακόμη nongmingong που εγκατέλειψε το σπίτι του στην φτωχή βόρεια επαρχία Henan το 2003 για να μετακομίσει στο Xi'an, την πρωτεύουσα της επαρχίας Shaanxi, μια απόφαση που όπως λέει τον βοήθησε να ξεπεράσει τα οικονομικά του προβλήματα, με τίμημα ένα μεγάλο προσωπικό κόστος.
Πολλοί μετανάστες, κατηγορούν την κινεζική κυβερνητική πολιτική που τους έχει εξαναγκάσει σε αυτή την επισφάλεια. Το 2017, η κυβέρνηση του Πεκίνου άρχισε να καταστρέφει τις παραγκουπόλεις στις οποίες είχαν βρει στέγη χιλιάδες μετανάστες. Πολλοί εκδιώχθηκαν από αυτές με μια προειδοποίηση τριών ημερών και οι όποιες διαμαρτυρίες τους καταστάλθηκαν από την αστυνομία κι αποκρύφτηκαν από τα ΜΜΕ. Η κυβέρνηση υποστήριξε ότι αυτές οι κατεδαφίσεις εξυπηρετούν το δημόσιο συμφέρον, εξαλείφοντας τους κινδύνους για την υγεία και την ασφάλεια που αντιμετωπίζει ένας ευάλωτος πληθυσμός, δίνοντας μάλιστα ως παράδειγμα μια πυρκαγιά σε μια τέτοια γειτονιά που κόστισε τη ζωή σε 19 ανθρώπους. Αυτοί που εκδιώχθηκαν από εκεί λένε πως το μόνο ήθελαν απλά το Πεκίνο να γίνει πιο «όμορφο».
Οι μετανάστες αντιμετωπίζουν επίσης τεράστια θεσμικά εμπόδια στις προσπάθειές τους να επιτύχουν στην μεγάλη πόλη. Η κινεζική κοινωνία είναι οργανωμένη σε ένα σύστημα καταγραφής των νοικοκυριών γνωστό ως hukou. Εάν κάποιος γεννηθεί σε μια αγροτική περιοχή, είναι συνήθως αδύνατο να καταγραφεί εκ των υστέρων σε ένα αστικό χούκου ανεξάρτητα από το πόσο καιρό εργάζεται σε μια πόλη. Πρόκειται για ένα πρόβλημα που αποκλείει τους μετανάστες από ορισμένες θέσεις εργασίας και εμποδίζει την πρόσβαση τους στην υγειονομική περίθαλψη και τη δημόσια εκπαίδευση για τα παιδιά τους. Το σύστημα αυτό χρονολογείται από την προ-Κομμουνιστική Κίνα, αλλά κατά το δεύτερο μισό του 20ού αιώνα, έγινε τόσο αποφασιστικό για τον προσδιορισμό των ευκαιριών ζωής που -όχι άδικα- έχει συγκριθεί με το σύστημα των καστών.
Καθώς το πρώτο κύμα των αστικών μεταναστών της Κίνας προσεγγίζει την ηλικία συνταξιοδότησης, πολλοί βρίσκονται αποκλεισμένοι από αστικές συντάξεις. Το hukou τους παραμένει στην ιδιαίτερη πατρίδα τους, πράγμα που σημαίνει ότι η μόνη επιλογή τους είναι να επιστρέψουν εκεί και να λάβουν τις πενιχρές συντάξεις της υπαίθρου. Εάν επιστρέψουν, είναι πιθανό να διαπιστώσουν ότι τα χωριά τους δεν είναι πια όπως τα είχαν αφήσει και αυτό συνήθως σημαίνει ότι είναι χειρότερα. Από το 2000 έως το 2015, σχεδόν τα τρία τέταρτα όλων των δημοτικών σχολείων της υπαίθρου έκλεισαν μόνιμα. Πολλοί από αυτούς που έμειναν πίσω έχασαν τη δουλειά τους καθώς η γεωργία έγινε όλο και πιο αυτοματοποιημένη.
Φυσικά, δεν νιώθουν όλοι οι μετανάστες απογοητευμένοι από την αστική τους ζωή. Για μερικούς, η πόλη άλλαξε τη ζωή τους όπως το ήλπιζαν. Το 1995, ο 16χρονος Zhu Liujun έφυγε από το σπίτι του στο Henan για μια νέα ζωή στο Huizhou, μια πόλη λιγότερο από δύο ώρες οδικώς από το Χονγκ Κονγκ. Η πρώτη δουλειά του ήταν σε εργοστάσιο πλακιδίων, με μισθό περίπου 100 δολάρια το μήνα. Τώρα εργάζεται ως κούριερ και κερδίζει περίπου 60 σεντς για κάθε παράδοση, βγάζοντας πολύ περισσότερα από τον σταθερό μισθό του εργοστασίου όπου δούλευε. Ο Zhu εργάζεται μερικές φορές έως και 14 ώρες την ημέρα, αλλά απολαμβάνει την ευελιξία να μπορεί γενικά να επιλέγει τις δικές του ώρες εργασίας. Η ζωή στο Huizhou είναι καλύτερη από ό, τι στο Henan, λέει. «Η Κίνα είναι μια πολύ ισχυρή χώρα», δηλώνει, επιμένοντας ότι οι ευκαιρίες είναι ακόμα άφθονες.
Η Κίνα έστησε την οικονομική της αυτοκρατορία πάνω στις πλάτες των μεταναστών. Ήταν μετανάστες αυτοί που εργάστηκαν για να κατασκευαστεί το στάδιο Bird's Nest, το κόσμημα το κόσμημα των Ολυμπιακών Αγώνων του Πεκίνου. Μετακόμισαν στη Σαγκάη για να χτίσουν ουρανοξύστες που στεγάζουν τώρα διεθνείς τράπεζες. Στα σύνορα με το Χονγκ Κονγκ, εργάστηκαν σε εργοτάξια που μεταμόρφωσαν το Shenzhen από έναν βάλτο σε μια πόλη που αυτοπροσδιορίζεται ως η Silicon Valley της Κίνας.
Το κινεζικό όνειρο ήταν κάποτε ξεκάθαρο: βρισκόταν στις πόλεις. Για ορισμένους, αυτό εξακολουθεί να ισχύει, αλλά το πρόβλημα των μεταναστών υπονομεύει την κεντρική υπόσχεση του Κομμουνιστικού Κόμματος - να βελτιώσει το βιοτικό επίπεδο και να επιτρέψει την κοινωνική κινητικότητα. Επηρεάζει εκατοντάδες εκατομμύρια ανθρώπων των οποίων οι μυριάδες προκλήσεις ενδέχεται να υπονομεύσουν την ικανότητά τους να συμβάλλουν στις συνεχείς οικονομικές φιλοδοξίες της Κίνας, οι οποίες βασίζονται σε ένα παραγωγικό, φιλόδοξο εργατικό δυναμικό. Αν η Κίνα δεν συνυπολογίσει αυτούς τους ανθρώπους, τότε η σταθερότητα στην οποία στηρίζεται το όραμά της, σίγουρα κινδυνεύει.
Πηγή: tvxs.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου