Η πλατεία ήταν σαν την αρχαία αγορά. Μαζεύονταν οι γείτονες, τα λέγαν, τα παιδιά παίζαν, οι καφετζήδες πηγαινοφέρναν καφέδες, παγωτά υποβρύχια και δίπλα από τα τραπεζάκια, δειλινά και λουλούδια.
Σήμερα η πλατεία έχει αφεθεί στην τύχη της και στα χέρια των οργανωμένων ισχυρών μειοψηφιών, κυρίως της πρέζας και της προστασίας. Πιστόλια, μαχαίρια και κόντρες της νύχτας που διώχνουν τον γείτονα από τη γειτονιά του, τον αποξενώνουν από τον τόπο του. Μια δύσκαμπτη κρατική γραφειοκρατία, ένα κράτος που πρώτα κοιτάει πώς να προστατέψει τον εαυτό του και όχι τον πολίτη. Κατάλοιπο των ρουσφετιών και των προσλήψεων για να «βολευτούν τα δικά μας παιδιά».
Όταν επιτέθηκαν στο παιδί μου να το κλέψουν και παραλίγο να το σκοτώσουν, πήγα στο οικείο Τμήμα -τι να κάνουν κι αυτοί-, μου δήλωσαν ευθαρσώς αδυναμία, δεν θέλω να πω τι με προέτρεψαν να κάνω για την αυτοπροστασία μας.
Όμως δεν είναι έτσι. Αν το κράτος δεν μπορεί, να μπορέσουμε εμείς. Σαν ένα κίνημα καινούργιο της πλατείας, ειρηνικό και διεκδικητικό, να διεκδικήσουμε τις ζωές μας πίσω. Την παλιοπαρέα, τον φίλο, τον καφέ και την κουβέντα. Μην αφήσουμε να μας αλλάξουν τη ζωή, να μας την γκριζάρουν.
Παλιά η πλατεία η δική μου είχε κατιφέδες κι ένα μαρμάρινο σιντριβάνι που 'καναν στο λείο μάρμαρό του γύρους τα παιδιά με τα ποδήλατα, δοκίμαζαν τα όριά τους κι ερχόταν κάθε άνοιξη ο Τζίμης ο Τίγρης και μάσαγε πρόκες κι έσπαζε αλυσίδες.
Όμως δεν μιλώ για νόστο, αλλά για ζωτικής σημασίας πράγματα, που με αυτά και πάνω σ' αυτά στηριζόταν ο κοινωνικός μας και πνευματικός βίος, οι παρέες -κι ιστορία οι παρέες.
Να ξαναπάρουμε την πλατεία πίσω, την Ιστορία ξανά στα χέρια μας. Να πάψουμε να είμαστε αόρατοι. Τραπεζάκια έξω ξανά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου