Το βιβλίο του ιστορικού Βαγγέλη Καραμανωλάκη «Ανεπιθύμητο παρελθόν.
Οι φάκελοι κοινωνικών φρονημάτων στον 20ο αι. και η καταστροφή τους» που
πρόκειται να κυκλοφορήσει τις προσεχείς ημέρες από τις εκδόσεις
Θεμέλιο, αναλύει και συνθέτει ένα κοινωνικοπολιτικό προφίλ της ελληνικής
κοινωνίας του 20ου αιώνα ξεκινώντας από μια κομβική στιγμή της
σύγχρονης ιστορίας: το κάψιμο των φακέλων κοινωνικών φρονημάτων που
είχαν συγκροτηθεί από τα Σώματα Ασφαλείας από τον Μεσοπόλεμο έως και την
πτώση της δικτατορίας των Συνταγματαρχών.
Στις 29 Αυγούστου του
1989, σαράντα χρόνια από τη λήξη του Εμφυλίου Πολέμου, η κυβέρνηση
συνεργασίας μεταξύ Νέας Δημοκρατίας και Συνασπισμού (ΚΚΕ και ΕΑΡ) με
πρωθυπουργό τον Τζαννή Τζαννετάκη έριξε στην πυρά της Χαλυβουργικής
περίπου 17.500.000 φακέλους κοινωνικών φρονημάτων.
Στο
πλαίσιο μιας προσπάθειας παγίωσης της εθνικής συμφιλίωσης, η καταστροφή
των φακέλων κοινωνικών φρονημάτων ξεσήκωσε αντιδράσεις από ιστορικούς
και από το ΠΑΣΟΚ, την τότε αξιωματική αντιπολίτευση. Απ’ ό,τι φάνηκε,
όμως, η κυβέρνηση δεν συνάντησε ευρύτερες αντιδράσεις για την καταστροφή
των φακέλων, την ίδια εποχή που συνέβαινε το ακριβώς αντίθετο σε άλλα
κράτη, ιδίως στην ανατολική Ευρώπη με βασικό παράδειγμα τα αρχεία της
Στάζι.
Βασισμένο
σε έρευνα πολλών ετών, το βιβλίο του Βαγγέλη Καραμανωλάκη, επίκουρου
καθηγητή Ιστορίας ΕΚΠΑ, φωτίζει την παράξενη ιστορία των ντοκουμέντων
της μνήμης. «Τα όσα ζούμε σήμερα δείχνουν ότι το παρελθόν δεν
καταστρέφεται αλά καρτ. Επιστρέφει με βάση κάθε φορά τις σύγχρονες
ανάγκες και τους διχασμούς», λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο συγγραφέας.
Ακολουθεί
η συνέντευξη του Βαγγέλη Καραμανωλάκη, επίκουρου καθηγητή Ιστορίας
ΕΚΠΑ, γραμματέα των ΑΣΚΙ, στη Νατάσσα Δομνάκη για το ΑΠΕ-ΜΠΕ:
•
Ας ξεκινήσουμε από μια απορία. Ο αριθμός των περίπου 17,5 εκατ. φακέλων
που ρίχτηκαν στην πυρά της Χαλυβουργικής φαίνεται εξωπραγματικός. Πώς
προέκυψε;
Ο αριθμός είναι σχεδόν διπλάσιος του τότε πληθυσμού της
Ελλάδας! Οι φάκελοι δεν καταστρέφονταν ποτέ. Ακόμη και εάν κάποιος
πέθαινε, ο φάκελός του διατηρείτο, καθώς τα στοιχεία που περιείχε
μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για την ενοχοποίηση προσώπων τού
οικογενειακού ή ακόμη και του φιλικού περιβάλλοντός του. Σε έναν κόσμο
αναζήτησης υπόπτων και πιθανών ενόχων, κυριαρχούσε η αρχή της
οικογενειακής ευθύνης. Από την άλλη πλευρά, συχνά συγκροτούνταν
περισσότεροι του ενός φάκελοι για τον ίδιο πολίτη από διαφορετικά
παραρτήματα Ασφαλείας σε όλη την Ελλάδα, με βάση και τις μετακινήσεις
του, τις αλλαγές του τόπου διαμονής ή εργασίας του. Έτσι εξηγείται αυτό
το πραγματικά εφιαλτικό νούμερο.
• Όλο αυτό που
περιγράφετε σχετίζεται με την έννοια του «εσωτερικού εχθρού». Πότε
εμφανίστηκε και πότε έπαψε να είναι κύριο χαρακτηριστικό του
πολιτεύματος;
Όπως και σε όλη την Ευρώπη, ο «εσωτερικός
εχθρός» συνδέθηκε με τον κομμουνισμό και την ενδυνάμωση της Αριστεράς
μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση. Δεν ήταν ο μόνος εσωτερικός εχθρός, ας
σκεφτούμε λ.χ. την καχυποψία απέναντι στις εθνικές και θρησκευτικές
μειονότητες μετά την ενσωμάτωση των Νέων Χωρών στην Ελλάδα. Όμως, σε
κάθε περίπτωση, ο κομμουνιστικός κίνδυνος στην Ελλάδα, ιδιαίτερα μετά
τον εμφύλιο πόλεμο και έως το 1974 αναδείχθηκε στον κατεξοχήν εσωτερικό
εχθρό.
• Το φακέλωμα αφορούσε διάφορες κατηγορίες πολιτών ;
Το
φακέλωμα ήταν μια πρακτική που εν δυνάμει αφορούσε οποιονδήποτε: τα
μέλη του κομμουνιστικού κόμματος, αλλά και εκείνους που είχαν συνδεθεί
σε κάποια περίοδο με την Αριστερά, σε όλες της τις εκφάνσεις· επίσης,
όσοι είχαν οικογενειακούς ή άλλους δεσμούς με πρόσωπα που ανήκαν στον
συγκεκριμένο πολιτικό χώρο. Ας σκεφτούμε τι σημαίνει αυτό για όλους
εκείνους τους ανθρώπους που εντάχθηκαν στο ΕΑΜ την περίοδο της
Αντίστασης. Το παρελθόν σε καταδίωκε. Από την άλλη πλευρά, στις
περιόδους δικτατοριών, όπως στην 4η Αυγούστου ή στην 21η Απριλίου,
αφορούσαν ένα μεγάλο μέρος πολιτών από όλο το πολιτικό φάσμα, όσους και
όσες ήταν ύποπτοι/ες για εναντίωση στα συγκεκριμένα καθεστώτα.
•
Τα πιστοποιητικά νομιμοφροσύνης σφράγισαν τη ζωή πολλών ανθρώπων στη
χώρα μας. Πότε άρχισε η χρήση τους, τι σήμαινε για την κοινωνική ζωή των
ανθρώπων και πότε καταργήθηκαν;
Tα πιστοποιητικά
θεσμοθετήθηκαν από τη δικτατορία Μεταξά, καθιερώθηκαν όμως το 1948, εν
μέσω του εμφυλίου πολέμου. Καταργήθηκαν το 1974 στη Μεταπολίτευση,
αντικαταστάθηκαν εν μέρει με μια δήλωση πίστης στο δημοκρατικό πολίτευμα
που καταργήθηκε από το ΠΑΣΟΚ μετά το 1981.
Όποιος δεν έπαιρνε πιστοποιητικό φρονημάτων δεν μπορούσε να εργαστεί στο δημόσιο, να βγει στο εξωτερικό, ακόμη, σε κάποιες περιόδους ούτε να πάρει δίπλωμα οδήγησης, ούτε να σπουδάσει.
Οι φάκελοι και τα πιστοποιητικά ήταν ένας μηχανισμός εξοβελισμού πολιτών από την κοινωνική ζωή, ένας τεράστιος διαπαιδαγωγητικός μηχανισμός στην υποταγή και στο φόβο.
Όποιος δεν έπαιρνε πιστοποιητικό φρονημάτων δεν μπορούσε να εργαστεί στο δημόσιο, να βγει στο εξωτερικό, ακόμη, σε κάποιες περιόδους ούτε να πάρει δίπλωμα οδήγησης, ούτε να σπουδάσει.
Οι φάκελοι και τα πιστοποιητικά ήταν ένας μηχανισμός εξοβελισμού πολιτών από την κοινωνική ζωή, ένας τεράστιος διαπαιδαγωγητικός μηχανισμός στην υποταγή και στο φόβο.
•
Ας πάμε στο 1989. Γνωρίζουμε την ευρεία πολιτική συναίνεση με την οποία
θεσμοθετήθηκε η απόφαση για το κάψιμο των φακέλων. Η αριστερή και δεξιά
παράταξη είχαν τα ίδια κίνητρα λήθης;
Για να απαντήσω
στο ερώτημά σου θα πρέπει να επιστρέψω στην εποχή στην οποία αναφέρεται
το βιβλίο: 1989, τριάντα χρόνια πριν. Τέλος Ψυχρού Πολέμου, οι
ανακατατάξεις και οι ελπίδες που προκαλούσε ο Γκορμπατσώφ και έννοιες
όπως περεστρόικα και γκλασνόστ.
Σκεφτείτε στην Ελλάδα τη δημιουργία του Συνασπισμού με τη συνεργασία, πλέον, του μεγαλύτερου μέρους της διχασμένης για χρόνια Αριστεράς. Από την άλλη, το σκάνδαλο Κοσκωτά, η ασθένεια του Ανδρέα Παπανδρέου, το τέλος της οκταετίας του ΠΑΣΟΚ.
Σε πολιτικό επίπεδο, η καταστροφή των φακέλων ενδυνάμωνε και τις δύο παρατάξεις. Η Δεξιά εμφανιζόταν μετριοπαθής, έτοιμη να καταστρέψει σελίδες μιας ιστορίας με πολλές αρνητικές πλευρές. Από την άλλη, η Αριστερά έδιωχνε με αυτόν τον τρόπο το ΠΑΣΟΚ από τη «μέση», αναδεικνυόταν και πάλι ως η μεγάλη παράταξη που μπορούσε να συνεννοηθεί με τον παλιό αντίπαλό της. Το αίτημα της εθνικής συμφιλίωσης με αυτό τον τρόπο δεν αφορούσε μόνο το παρόν αλλά είχε αναδρομική ισχύ για το παρελθόν.
Η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα που οι φάκελοι καταστράφηκαν στο σύνολό τους και αυτή την ιδιαιτερότητα προσπαθεί να εξηγήσει το βιβλίο. Στις πρώην σοσιαλιστικές χώρες ή στις χώρες λ.χ. της Λατινικής Αμερικής, τεκμήρια όπως οι φάκελοι όταν δεν έμειναν απόρρητα χρησιμοποιήθηκαν για την διερεύνηση σκοτεινών υποθέσεων του παρελθόντος, την αποκατάσταση ανθρώπων που είχαν εκδιωχθεί ή βασανιστεί, την τιμωρία ή τον αποκλεισμό από την πολιτική όσων είχαν συνεργαστεί με τα αυταρχικά καθεστώτα. Σε πολλές περιπτώσεις, βέβαια, τεκμήρια όπως αυτά χρησιμοποιήθηκαν σε ένα «κυνήγι μαγισσών», με βάση σύγχρονες επιδιώξεις και ξεκαθαρίσματα, δες λ.χ. την περίπτωση της Πολωνίας.
Σκεφτείτε στην Ελλάδα τη δημιουργία του Συνασπισμού με τη συνεργασία, πλέον, του μεγαλύτερου μέρους της διχασμένης για χρόνια Αριστεράς. Από την άλλη, το σκάνδαλο Κοσκωτά, η ασθένεια του Ανδρέα Παπανδρέου, το τέλος της οκταετίας του ΠΑΣΟΚ.
Σε πολιτικό επίπεδο, η καταστροφή των φακέλων ενδυνάμωνε και τις δύο παρατάξεις. Η Δεξιά εμφανιζόταν μετριοπαθής, έτοιμη να καταστρέψει σελίδες μιας ιστορίας με πολλές αρνητικές πλευρές. Από την άλλη, η Αριστερά έδιωχνε με αυτόν τον τρόπο το ΠΑΣΟΚ από τη «μέση», αναδεικνυόταν και πάλι ως η μεγάλη παράταξη που μπορούσε να συνεννοηθεί με τον παλιό αντίπαλό της. Το αίτημα της εθνικής συμφιλίωσης με αυτό τον τρόπο δεν αφορούσε μόνο το παρόν αλλά είχε αναδρομική ισχύ για το παρελθόν.
Η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα που οι φάκελοι καταστράφηκαν στο σύνολό τους και αυτή την ιδιαιτερότητα προσπαθεί να εξηγήσει το βιβλίο. Στις πρώην σοσιαλιστικές χώρες ή στις χώρες λ.χ. της Λατινικής Αμερικής, τεκμήρια όπως οι φάκελοι όταν δεν έμειναν απόρρητα χρησιμοποιήθηκαν για την διερεύνηση σκοτεινών υποθέσεων του παρελθόντος, την αποκατάσταση ανθρώπων που είχαν εκδιωχθεί ή βασανιστεί, την τιμωρία ή τον αποκλεισμό από την πολιτική όσων είχαν συνεργαστεί με τα αυταρχικά καθεστώτα. Σε πολλές περιπτώσεις, βέβαια, τεκμήρια όπως αυτά χρησιμοποιήθηκαν σε ένα «κυνήγι μαγισσών», με βάση σύγχρονες επιδιώξεις και ξεκαθαρίσματα, δες λ.χ. την περίπτωση της Πολωνίας.
• Γίνεται λόγος για επιλεκτική παρουσίαση στοιχείων στους φακέλους που διατηρήθηκαν. Ισχύει κάτι τέτοιο;
Δύσκολη
ερώτηση. Πόσο μπορεί κανείς να έχει εμπιστοσύνη σε αυτό το «βαθύ
κράτος» που μετά τον Εμφύλιο στερέωσε την εξουσία του πάνω σε μέτρα όπως
οι φάκελοι και τα πιστοποιητικά; Μηχανισμοί με πολύ μεγάλα στεγανά, με
τεράστια δύναμη. Ο μόνος τρόπος για να απαντήσουμε σε όλα αυτά είναι το
άνοιγμα των σχετικών αρχείων. Ό,τι έμεινε, οι περίπου 2000 φάκελοι που
πρέπει να αποτελέσουν αντικείμενο ιστορικής έρευνας, αλλά και αυτά που
δεν άνοιξαν ποτέ. Τι συμβαίνει λ.χ, με το αρχείο της Εθνικής Υπηρεσίας
Πληροφοριών, μιας υπηρεσίας που επίσης κράταγε για πολλά χρόνια
φακέλους. Και μη γελιέστε: δεν είναι θέμα των ιστορικών, είναι θέμα
δημοκρατίας και δικαιώματος στη γνώση.
• Τελικά το κάψιμο των φακέλων λειτούργησε σαν επούλωση του έντονου τραυματικού παρελθόντος της Ελλάδας;
Το
κάψιμο επιδίωξε την εξαφάνιση των πλέον σκοτεινών κληρονομιών ενός
έντονα τραυματικού παρελθόντος. Λειτούργησε σαν ένα είδος επούλωσης μέσω
της διαγραφής: σβήνοντας ανασυγκροτώ τη μνήμη των γεγονότων, η
επιλεκτική λήθη μού επιτρέπει να ξεπεράσω αυτό που έχει συμβεί. Αν με
ρωτήσετε εάν αυτό είναι τελικά επούλωση, θα ήμουν διστακτικός να
απαντήσω θετικά. Μπορεί να υπάρξει επούλωση χωρίς να πενθήσεις, να
διερωτηθείς για το τι έγινε; Η ελληνική κοινωνία αναγνωρίζοντας την
τραυματικότητα των όσων είχαν συμβεί, δεν άντεχε να συζητήσει επί της
ουσίας τα όσα είχαν συμβεί. Έσβησε έτσι τελικά αυτό το παρελθόν; Τα όσα
ζούμε σήμερα δείχνουν ότι το παρελθόν δεν καταστρέφεται αλά καρτ.
Επιστρέφει με βάση κάθε φορά τις σύγχρονες ανάγκες και τους διχασμούς.
• Μία ερώτηση εκ των υστέρων: τριάντα χρόνια μετά το κάψιμο των φακέλων πώς σχολιάζετε σαν ιστορικός εκείνη την απόφαση;
Μία
από τις πιο μαχητικές αντιδράσεις εναντίον της καταστροφής των φακέλων
προήλθε από τους ιστορικούς και είχαν δίκιο. Καταστράφηκε μια εξαιρετικά
σημαντική ιστορική πηγή. Όμως, οι λογικές των ιστορικών δεν είναι η
λογική της κοινωνίας. Το 1989 η ελληνική κοινωνία από τη μια φοβόταν
ό,τι σήμαιναν οι φάκελοι, με βάση και την έλλειψη εμπιστοσύνης προς το
κράτος. Από την άλλη πλευρά ήλπιζε ότι θα άλλαζε σελίδα μέσα από το
τέλος του Ψυχρού Πολέμου. Εδώ μπαίνει και το ζήτημα της Μεταπολίτευσης
που συχνά την αδικούμε. Νομιμοποίηση του ΚΚΕ το 1974, αναγνώριση της
Εθνικής Αντίστασης το 1982, αναγνώριση του Εμφυλίου το 1989. Οι φάκελοι
σε όλη αυτή την διαδικασία της «αποκατάστασης», για λόγους που εξηγώ και
αναλυτικά στο βιβλίο, δεν έπαιξαν κανένα ρόλο. Τον Αύγουστο του 1989
έμοιαζαν σαν άταφοι νεκροί ενός παρελθόντος που ήθελαν όλοι να ξεχάσουν.
Άρα, για να απαντήσω ως ιστορικός, ανεξάρτητα από το εάν διαφωνώ με τη
συγκεκριμένη απόφαση, μπορώ ωστόσο να την κατανοήσω ως το τέλος ενός
ολόκληρου κύκλου διαχείρισης του τραυματικού μεταπολεμικού παρελθόντος.
Πηγή: tvxs.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου