Ο συγγραφέας, εδώ ο δημοσιογράφος, δεν είναι για να χαϊδεύει τα αυτιά των μεν ή των δε, ανάλογα με τις διαιρέσεις που επικρατούν στην κοινωνία, στην πολιτική δηλαδή αντιπαλότητα. Μπορεί μερικές φορές να φαίνεται ότι τάσσεται με τη μία διαίρεση και άλλες με την άλλη.
Αυτό δεν είναι μεμπτόν, ότι δηλαδή καλά και σώνει πρέπει να αποφασίσει με ποιους θα είναι πιο ευνοϊκός. Υποχρεωμένος μόνο είναι να στηλιτεύει, εάν έχει αυτήν την ικανότητα [εάν δεν την έχει, οφείλει να την αποκτήσει], κάθε τι που ξεπερνά το μέτρο και την πολιτική «κανονικότητα», ό,τι κι αν σημαίνουν οι όροι.
Πολλοί έχουν «κατηγορήσει» τον Ευριπίδη για ορθολογιστή, επηρεασμένο από τους Σοφιστές και λοιπά· άλλοι πάλι [ο Ερικ Ντοντς για παράδειγμα] τον ερμηνεύουν σαν τον μεγαλύτερο συγγραφέα των αλόγων στοιχείων του ανθρώπου. Και οι δύο ερμηνείες νομίζω ταιριάζουν σε αυτόν τον ανατόμο της ψυχής και θεωρητικό του βίου.
Και οι δύο ερμηνείες είναι σωστές ακριβώς διότι ο μεγάλος τραγωδός ήταν και το ένα και το άλλο, γνώριζε με άλλα λόγια την τραγικότητα του όντος καθώς και τις ανυπέρβλητες αντιθέσεις που το χαρακτηρίζουν, είτε το θέλει είτε όχι. Η ψυχούλα του το ήξερε τι έπρεπε να διαλέξει ανάμεσα στο χαοτικό αυτό δίλημμα. Εως το τέλος [εξαιρούνται οι «Βάκχες»] κινήθηκε η τέχνη του ανάμεσα στα δύο: πότε από ’δώ και πότε από ’κεί. Ποιος μπορεί να τον κατηγορήσει; [Εξάλλου λόγω αυτής της πνευματικής διελκυστίνδας ανέβασε σε τόσο υψηλά επίπεδα τη δραματική τέχνη].
Έτσι όπως έχει υποβιβαστεί η επικοινωνία σήμερα, έχει επέλθει σύγχυση στο ποιος είναι ο συγγραφέας και ποιος ο αναγνώστης· ο τελευταίος απαιτεί (!) από τον συγγραφέα να γράφει ό,τι θέλει αυτός [ο αναγνώστης] να διαβάσει, διαφορετικά είναι εχθρός (!) και χρηματοδοτούμενος [άκουσον!] από το αντίπαλο στρατόπεδο. Αυτό είναι απίσχνανση της ίδιας της σκέψης εκτός από ραθυμία και κουταμάρα [όσο κόβει στον καθένα, τι να κάνουμε -και αυτό γράφεται με λύπη].
Ο αναγνώστης αυτό που μπορεί και είναι υποχρεωμένος να κάνει είναι να δείξει τις απαιτήσεις του, το [ανα]γνωστικό του επίπεδο, ώστε να αναγκάσει τον συγγραφέα να ενισχύσει και αυτός με τη σειρά του τις πηγές του και τη διανοητική του ετοιμότητα και πληρότητα.
Δεν βγαίνει πέρα με κραυγές και καταδίκες άνευ λόγου η επικοινωνία, που, ναι, είναι δύσκολο πράγμα, δεν λέω, αλλά ας μην την εξευτελίζουμε περαιτέρω, τόσο φτηνά και τόσο αδιάκριτα. Πού βρέθηκε τόσος φανατισμός, μέσα μάλιστα σε μια έκρηξη πρόσληψης πληροφοριών, κανείς δεν μπορεί να απαντήσει -πάει και κατά διαόλου η δημοκρατική σκέψη [και συνοχή].
Στο τέλος βέβαια ο Ευριπίδης πήρε των ομματιών του και πήγε σε έναν Μακεδόνα βασιλιά, ο οποίος Μακεδόνας ήθελε με αυτόν τον τρόπο να καλύψει τη «βαρβαρικότητά» του. Δεν παλεύεται η ανθρώπινη άγνοια και ο φανατισμός του πλήθους [και του καθενός προσωπικά], αλλά λίγο κράτει στην «κριτική» δεν βλάπτει.
Τα ως άνω δεν αφορούν βέβαια τους φανατικούς...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου