Κάποτε –από την αρχαιότητα ακόμα– τα λογοπαίγνια –πρώτη ίσως σπουδή και άσκηση στις συνθετικές δυνατότητες της γλώσσας μας– ανθούσαν στον λόγο, τον θεατρικό, ιδίως της κωμωδίας, αργότερα στην επιθεώρηση. Μετά πέρασαν και στον γραπτό· στο χρονογράφημα λόγου χάριν. Τα τελευταία χρόνια ο πειρασμός του λογοπαίγνιου έχει ανεβεί στις επιγραφές καταστημάτων, με έμφαση σε καφενεία, μπαράκια, σουβλατζίδικα και φούρνους, που ανοίγουν σωρηδόν μετά τα μνημόνια και εξαιτίας τους.
Ενδεικτική περίπτωση –επειδή πήγα πρόσφατα– το καφε-εστιατόριο στη Μηλιώνη στο Κολωνάκι «Barallagi» («Μπαραλλαγή»)· τριπλή επινόηση από μπαρ και αλλαγή ή και παραλλαγή. Το βάσανο –ή τι βάσανο!– να βρεις έναν τίτλο καταστήματος ή να τον επινοήσεις. Στον Βόλο π.χ. το Σάββατο, πριν ανηφορίσουμε για Πήλιο, κάναμε στάση… παραδοσιακή, σε τσιπουράδικο. Επωνυμία: «Λέπι»· πιθανότατα από το «δεν μένει λέπι», από νοστιμιά· όντως εξαιρετική φάβα με κρεμμύδι καραμελωμένο.
Επειδή ο μεγάλος μου αδελφός είχε μανία με τη Γεωγραφία, τις εξορίες και τις επιχειρήσεις, πέρασα την εφηβεία μου σε ένα γυαλοπωλείο στους Αμπελοκήπους, στην Εσλιν, που το έλεγαν… «Πώς λένε, ρε Πέτρο, εκείνα τα ωραία λουλούδια που βγαίνουν στις Αλπεις;». «Εντελβάις». Στο «Εντελβάις» λοιπόν, όταν φίλοι και συμμαθητές γκομενίζανε στην πλατεία Αγίου Δημητρίου και γαμπρίζανε στα καφενεία της Αλεξάνδρας, εγώ σκότωνα μύγες ή κυλούσα με δύναμη στο μωσαϊκό ποτήρια ντουραλέξ, να πείσω την άπιστη πελάτισσα πως είναι άθραυστα.
Ευτυχώς, ήρθε η χούντα, μας μπαγλάρωσε οικογενειακώς, πάει και το «Εντελβάις». Που σε κάποιο σεισμό κουδουνίζανε τα γυαλικά στα ράφια (που λέει ο Ρίτσος) και πετάχτηκα έξω σαν ελατήριο. Τα μόνα που μου έμειναν ήταν να ξέρω, μέσες-άκρες, από ποιότητες γυαλικών, και η ανάμνηση από τον «Γιούγκερμαν» του Καραγάτση. Στο «Εντελβάις» τον διάβασα...
Συντάκτης: Πέτρος Μανταίος
Πηγή: efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου