Η συμφωνία είναι ένας έντιμος συμβιβασμός που εξυπηρετεί το εθνικό συμφέρον. Και αυτό για δύο λόγους: κλείνει ένα θέμα που μας ταλανίζει εδώ και 25 χρόνια και παράλληλα διευκολύνει την ενσωμάτωση της γειτονικής χώρας σε διεθνείς οργανισμούς αλλά και στο βαλκανικό γεωπολιτικό περιβάλλον.
Στην επιστολή για τη Συμφωνία των Πρεσπών που έδωσαν στη δημοσιότητα 12 πανεπιστημιακοί (ανάμεσά τους οι Αγγ. Συρίγος, Κ. Υφαντής, Β. Γούναρης, Μ. Καραγιάννης, Ι. Κ. Χασιώτης, Ευ. Χατζηβασιλείου κ.ά.) υποστηρίζουν ότι η συμφωνία είναι προβληματική, γιατί η υπηκοότητα και η γλώσσα προσδιορίζονται ως «μακεδονική» και όχι ως «βορειομακεδονική».
Τόσο στη συμφωνία όσο και στη ρηματική διακοίνωση της κυβέρνησης της ΠΓΔΜ ο όρος «nationality» αναφέρεται αποκλειστικά στην υπηκοότητα και δεν ορίζει ή προκαθορίζει εθνοτικό δεσμό/εθνότητα (ethnicity). Στα διαβατήρια των πολιτών της ΠΓΔΜ θα αναγράφεται ο όρος «μακεδονική/πολίτης της Δημοκρατίας της Βόρειας Μακεδονίας».
Οι πολίτες θα ανήκουν στη Βόρεια Μακεδονία και επίσημα θα ονομάζονται Βορειομακεδόνες ή κάτοικοι της Βόρειας Μακεδονίας. Είναι βέβαια γεγονός ότι θα τους προσδιορίζει ο όρος Μακεδονία/Μακεδονικός, αλλά αυτό συνέβαινε και με το όνομα της ΠΓΔΜ. Και όταν εμείς επιμένουμε να ζητάμε την εξάλειψη του όρου Μακεδονία/Μακεδονικός, γι’ αυτούς σημαίνει την εξάλειψη της εθνικής τους υπόστασης. Ομως δεν έχουν κι αυτοί το δικαίωμα του αυτοπροσδιορισμού και της αυτοδιάθεσης;
Η γλώσσα δεν μπορεί να λέγεται βορειομακεδονική, δεν υφίσταται τέτοιος όρος. Και στη συμφωνία τονίζεται ότι η μακεδονική γλώσσα ανήκει στην ομάδα των νοτιοσλαβικών γλωσσών, άρα δεν έχει καμιά σχέση με την ελληνική Μακεδονία. Η Ελλάδα μάλιστα αναγνώρισε τη μακεδονική γλώσσα επίσημα το 1977 στο πλαίσιο του ΟΗΕ και έκτοτε την έχει κατατάξει στον κατάλογο των επίσημων γλωσσών του διεθνούς οργανισμού.
Γράφουν επίσης οι 12 ότι η συμφωνία «δίνει στους γείτονες απεριόριστη πρόσβαση στη μακεδονική κληρονομιά γενικώς». Το άρθρο 7 όμως της συμφωνίας τονίζει πως «τα μέρη αναγνωρίζουν ότι η εκατέρωθεν αντίληψή τους ως προς τους όρους "Μακεδονία" και "Μακεδόνας" αναφέρεται σε διαφορετικό ιστορικό πλαίσιο και ιστορική κληρονομιά». Το πλαίσιο λοιπόν είναι «διαφορετικό», δεν υπάρχει τίποτα «γενικώς». Στα άρθρα 7.2 και 7.3 γίνεται μάλιστα λόγος για διαφορετικές κουλτούρες και κληρονομιές.
Οι επικριτές της συμφωνίας φέρνουν το επιχείρημα του αλυτρωτισμού. Κάποια στιγμή, κάποιος μπορεί να μιλήσει για «μακεδονική» μειονότητα στη χώρα μας ή να δημιουργηθεί ένα Κέντρο Μελετών μειονοτικών γλωσσών. Μα αυτό μπορούσε να γίνει και στο παρελθόν, αυτό μπορεί να γίνει με οποιοδήποτε όνομα της χώρας.
Η Αλβανία προσβλέπει στην Ηπειρο και πρόσφατα αποκάλεσε τον Μέγα Αλέξανδρο Ιλλυριό. Επιπλέον, το αναθεωρημένο Σύνταγμα της ΠΓΔΜ αναφέρει ρητά ότι η Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας δεν έχει εδαφικές βλέψεις προς τις γειτονικές χώρες, ενώ τα άρθρα 3 και 4 της συμφωνίας τονίζουν το απαραβίαστο των συνόρων, τον σεβασμό της εδαφικής ακεραιότητας και της πολιτικής ανεξαρτησίας του άλλου μέρους, την αποχή από απειλή ή χρήση βίας και από πράξεις ή δραστηριότητες μη φιλικού χαρακτήρα κατά του άλλου μέρους και κυρίως τη δέσμευση να μην προβαίνουν σε ή επιτρέπουν οιεσδήποτε αλυτρωτικές δηλώσεις.
Δύο ακόμα επισημάνσεις. Μια συμφωνία προϋποθέτει έναν συμβιβασμό, κάτι δίνεις, κάτι παίρνεις. Οι επικριτές της συμφωνίας δεν βλέπω να είναι διατεθειμένοι να δώσουν τίποτα σ’ έναν λαό που τον υποχρεώνουμε να αλλάξει το όνομα του κράτους του και των θεσμών του. Ακόμα πιο σημαντικό, η αντιμετώπιση της συμφωνίας δεν πρέπει να γίνεται με όρους κομματικούς, εθνοκεντρικούς ή εθνικής ευαισθησίας.
Γιατί όλοι οι λαοί διέπονται από εθνοκεντρισμό και ευαισθησίες. Το πρόβλημα με τη γειτονική χώρα πρέπει να λυθεί με όρους γεωπολιτικούς, ρεαλιστικούς και οικονομικούς. Αν το κράτος της Βόρειας Μακεδονίας ενσωματωθεί ομαλά στους διεθνείς θεσμούς, αν επικρατήσει στα Βαλκάνια σταθερότητα, αν η Ελλάδα κυριαρχήσει στην οικονομική ζωή της γειτονικής χώρας, οι ισορροπίες που θα διαμορφωθούν θα έχουν θετικό πρόσημο για μας. Σε διαφορετική περίπτωση θα ενισχύσουμε την εσωστρέφειά μας και την απομόνωσή μας στο διεθνές περιβάλλον.
Συντάκτης: Γιάννης Σακκάς - καθηγητής Ιστορίας και Διεθνών Σχέσεων στο Τμήμα Μεσογειακών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αιγαίου και μέλους του ακαδημαϊκού συμβουλίου του Ευρωπαϊκού Κολεγίου Ασφάλειας και Αμυνας στις Βρυξέλλες
Πηγή: efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου