Πριν από μια δεκαετία, ενδεχομένως κανείς και καμιά μας δεν θα φανταζόταν ότι θα γίνονταν καταλήψεις στα σχολεία για το Μακεδονικό και για την υποχρέωση της ελληνικής πολιτείας να συμβάλει στη λύση ενός μακροχρόνιου προβλήματος για τη χώρα, την ευρύτερη περιοχή, την Ευρώπη. Γιατί το Μακεδονικό, πριν γίνει πρόβλημα και για τους Αμερικανούς, ήταν πρωτίστως δικό μας πρόβλημα.
Στο άκρο της Νοτιανατολικής Ευρώπης, σε μια περιοχή που προσπαθούσε να σταθεί στα πόδια της μετά την κατάρρευση του κρατικού σοσιαλισμού, μια ευρωπαϊκή χώρα, όπως η Ελλάδα, κατάφερε από τη Μεταπολίτευση και μετά όχι μόνο να μην επιλύσει κανένα ζήτημα εξωτερικής πολιτικής που θα είχε πολιτικό κόστος στο εσωτερικό της αλλά να δημιουργήσει και νέα. Να θεωρεί ότι περιβάλλεται από εχθρούς που επιβουλεύονται τα εθνικά της δικαιώματα. Να γίνει από δύναμη σταθερότητας και ανάπτυξης στην περιοχή, από δύναμη επίλυσης προβλημάτων, πρόβλημα για τις εξελίξεις.
Τα είπαμε αυτά και τώρα βρισκόμαστε μπροστά σε ένα καινούργιο πρόβλημα. Το Μακεδονικό πήγε στα σχολεία μας. Παρά τις αντιδράσεις. Παρά την προσπάθεια των προοδευτικών μαθητικών παρατάξεων να αντιστρέψουν το κλίμα. Πήγε στα σχολεία σπάζοντας μια μακρά παράδοση καταλήψεων που ανεξαρτήτως αν συμφωνούσε κανείς ή διαφωνούσε –εγώ προσωπικά διαφωνούσα, θεωρώντας ότι απαξιώνουν το δημόσιο σχολείο– εκδήλωναν ανάμεσα σε άλλα και αντιστάσεις σε συντηρητικές αξίες και διαταύτα.
Πήγε στα σχολεία και αυτό δείχνει την αποτυχία του εκπαιδευτικού μας συστήματος στην οικοδόμηση μιας δημοκρατικής και κριτικής ιδιότητας του πολίτη.
Οι υπουργοί, το Παιδείας και γενικά οι εκπαιδευτικές αρχές κάνουν σαν να πιστεύουν ότι αν ψελλίζουν διάφορα προοδευτικά πράγματα για την πολιτειότητα στο αντίστοιχο μάθημα της Αγωγής του Πολίτη ή της Πολιτειακής Παιδείας ή, όπως αλλιώς λέγεται κάθε φορά, αν επαναλάβουν τα κλισέ για την κριτική σκέψη κ.λπ. έχουν εκπληρώσει το προοδευτικό τους χρέος και την ευθύνη που έχουν για την αυριανή γενιά των πολιτών αυτής της χώρας.
Παραβλέπουν ότι η πολιτειότητα οφείλει να είναι εγκάρσιος στόχος του σύγχρονου σχολείου, να αφορά όλα τα μαθήματα του αναλυτικού προγράμματος. Να σχετίζεται με το τι διδάσκονται οι μαθητές και οι μαθήτριες, πώς το διδάσκονται και στη βάση ποιων παιδαγωγικών συμβάσεων.
Αγνοούν ότι η πολιτειότητα συνδέεται με τη συνολική σχολική κουλτούρα έτσι όπως αυτή αποτυπώνεται από τους τοίχους των κτιρίων μέχρι τις σχολικές γιορτές και τις παρελάσεις και ότι κατοπτρίζεται σε όλα τα ρητά και τα άρρητα που διαμορφώνουν το συνολικό σχολικό περιβάλλον. Και το συνολικό σχολικό περιβάλλον είναι δυστυχώς δεκτικό για να υποδεχθεί το Μακεδονικό, όπως είναι και το γενικότερο για να υποδεχθεί τους Μακεδονομάχους των ημερών μας.
Στο πολιτικό σεντούκι της γενιάς μας –και δεν εννοώ μόνο των δεξιών αλλά και των αριστερών– υπάρχει πάντα ένα επιχείρημα που, προκειμένου να ερμηνεύσει το πρόβλημα και να το αντιμετωπίσει, το υποτιμά και το παραβλέπει. Τα παιδιά παρασύρονται πάντα από κάπου. Παλαιότερα παρασύρονταν από την Αριστερά ή την Άκρα Αριστερά.
Ή πρόσφατα από εξωγήινους αναφορικά με την ταυτότητα φύλου. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, τα παιδιά, μαθητές και μαθήτριες 15-18 χρόνων, παρασύρθηκαν από νεοναζιστικές και ακροδεξιές δυνάμεις που εισχώρησαν στα σχολεία. Οχι ότι δεν υπάρχουν· υπάρχουν παντού και φυσικά και στα σχολεία. Οι έφηβοι δεν είναι ωστόσο έρμαια της ρητορικής αυτής ή οποιασδήποτε άλλης. Επιλέγουν, υιοθετούν, τροποποιούν, απορρίπτουν ανάμεσα σε ένα σύνολο ρητορικών και λόγων σε σχέση με το προϋπάρχον νοητικό, εννοιολογικό, συναισθηματικό τους κεφάλαιο.
Όλες οι σύγχρονες έρευνες, μας βολεύει ή δεν μας βολεύει, επιβεβαιώνουν την ενεργό υποκειμενικότητα των παιδιών ακόμη και σε μικρότερες ηλικίες απέναντι στην πληθώρα και την πολυσημία των μηνυμάτων που τα αφορούν, όσο ισχυρά και αν είναι. Το ερώτημα συνεπώς είναι: Γιατί οι μαθητές και οι μαθήτριες του Α΄ Γενικού Λυκείου «Μίκης Θεοδωράκης» και των άλλων λυκείων προχώρησαν στην κατάληψη του σχολείου τους υιοθετώντας μια εθνικιστική κατά της δημοκρατίας ρητορική;
Το επιχείρημα της εκμετάλλευσης των μαθητών και μαθητριών από την Ακροδεξιά φοβάμαι ότι συνειδητά ή ασυνείδητα είναι ή κινδυνεύει να γίνει το άλλοθι της αδυναμίας μας να δούμε το πρόβλημα και ν’ αναλάβουμε τις ευθύνες μας. Το οφείλουμε, ωστόσο, στους αυριανούς πολίτες αυτής της χώρας. Το εκπαιδευτικό μας σύστημα χρειάζεται βαθιά μεταρρύθμιση, τη μεταρρύθμιση που ποτέ δεν έγινε, για να θυμηθούμε και τον μεγάλο μας δάσκαλο Αλέξη Δημαρά.
Συντάκτης: Μαρία Ρεπούση - καθηγήτρια Ιστορίας και Ιστορικής Εκπαίδευσης ΑΠΘ
Πηγή: efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου