Για την κανονικοποίηση της μάτσο τοξικότητας του «γαμάω και δέρνω»
«Γαμάω και δέρνω». Το σεξ ως βίαιη επιβολή και η βία ως αποδεκτή προέκταση του σεξ. Η γνωστή λαϊκή έκφραση δεν περιγράφει κάποια σεξουαλική προτίμηση. Συνοδεύει γενικά όποιον νικάει, κυριαρχεί, είναι μάγκας και επιδέξιος, τους βάζει όλους κάτω. Η επιβολή, η ανωτερότητα, η κυριαρχία του επιβήτορα αφενός, η υποταγή και υποτακτικότητα του θηλυκού και θηλυπρεπούς αφετέρου.
«Στα τέσσερα» φώναζε στους αντιπάλους του ο ελάσσων (με κάθε δυνατή έννοια) κυβερνητικός εταίρος. Το θέμα βρίσκεται διαρκώς μπροστά μας. Από τον Βαγγέλη Γιακουμάκη στη μαθήτρια της Αμαρύνθου κι από τον Ζακ Κωστόπουλο στην Ελένη Τοπαλούδη της Ρόδου αντικρύζουμε τη βίαιη επιβολή της έμφυλης δύναμης. Τη σεξιστική, μισογυνική, ομοφοβική, τρανσφοβική βία. Την κακοποίηση, τον εκφοβισμό, τον λεκτικό εξευτελισμό, τον βιασμό, τον φόνο. Μετά συχνά επιχειρείται να κανονικοποιηθεί η ακραία βία, να αντιστοιχιθεί στην ισορροπία κοινωνικής ισχύος δράστη και θύματος. Αν η απόπειρα πετύχει, αν ο κοινωνικός κανιβαλισμός επικρατήσει, τότε το θύμα θα φορτωθεί την ευθύνη του παθήματός του. Το πρόσωπο που δε συναίνεσε θα μείνει μια παραφωνία, ένας λεκές που αργά ή γρήγορα θα σβήσει.
Αυτή η μάτσο τοξικότητα έχει στέρεο υπόβαθρο. Είναι ο casual σεξισμός της καθημερινότητας που σαρκώνεται παντού: στα «αντρικά αστεία» δυο μαντραχαλάδων στο ραδιόφωνο. Στα χοντρά πειράγματα. Στο «κράξιμο». Στην προσφώνηση «καλτσοδέτα» ή «τσόκαρο» αρρένων βουλευτών προς τις συναδέλφους τους. Στην απαξίωση του θηλυκού. Αυτή η μάτσο τοξικότητα έχει στέρεο υπόβαθρο. Είναι ο casual σεξισμός της καθημερινότητας που σαρκώνεται παντού: στα «αντρικά αστεία» δυο μαντραχαλάδων στο ραδιόφωνο. Στα χοντρά πειράγματα. Στο «κράξιμο». Στην προσφώνηση «καλτσοδέτα» ή «τσόκαρο» αρρένων βουλευτών προς τις συναδέλφους τους. Στην απαξίωση του θηλυκού. Η μάτσο τοξικότητα υποκρύπτει τον κώδικα συμμόρφωσης «σεξ και ξύλο»: από το σπίτι ως το γήπεδο, από τον λούμπεν αντιεξουσιαστικό φονταμενταλισμό που δε θέλει γκέι στα Εξάρχεια μέχρι τον εθνοφυλετισμό του φασιστικού περιθωρίου.
Στο σχήμα αυτό η άρνηση συναίνεσης δύσκολα έχει θέση. Κενό γράμμα η αυτοδιάθεση των σωμάτων. Ακόμα χειρότερα, η δυνατότητα συναίνεσης ή άρνησης σχετικοποιείται, υπάγεται σε προκαθορισμένους κώδικες φράσεων, νοημάτων, γλώσσας του σώματος ή άλλων συμβόλων. Τυχόν άρνηση πρέπει να διατυπωθεί εντός εύλογου χρονικού διαστήματος. Μετά ουδέν λάθος αναγνωρίζεται: αν είπε ναι στην αρχή δεν υπάρχει όχι μετά.
Η άρνηση πρέπει να συμβαδίζει με τα ρούχα και τη συμπεριφορά του θύματος, με τον βίο και την πολιτεία του. Πάρτε το στερεοτυπικό «το θύμα δεν είχε δώσει αφορμές και δικαιώματα». Τι σημαίνει η φαινομενικά αθώα φράση; Πως η τραγική κατάληξη αυτού του αθώου θύματος ήταν αδικαιολόγητη, ενώ σε άλλη περίπτωση θα μπορούσαμε να την κατανοήσουμε.
Μετά από τέτοια ειδεχθή εγκλήματα ακολουθεί συχνά μια εκστρατεία δολοφονίας χαρακτήρα. Το θύμα ήταν άξιο της μοίρας του, μόνο του προκάλεσε όσα έπαθε. Άλλοτε η εκστρατεία γίνεται στα mainstream media, όπως στην περίπτωση του Ζακ. Άλλοτε μένει περιθωριακή, με απήχηση ωστόσο μεγαλύτερη από όση νομίζουμε. Παράλληλα επιχειρείται το ξέπλυμα του δράστη. Θα ήταν έγκλημα πάθους, αυτός ποτέ δε θα έκανε κάτι τέτοιο.
Άλλοτε οι θύτες ήταν παιδιά καλών οικογενειών, όπως οι δράστες της Αμαρύνθου ή ο ένας δράστης της Ρόδου που εμφανίζεται συντετριμμένος «στα πρόθυρα νευρικής κατάρρευσης και υπό φαρμακευτική αγωγή». Φροντίζουν έγκριτα ΜΜΕ να μας πληροφορήσουν ότι πριν έκανε «έκλυτη ζωή, γεμάτη ξέφρενα γλέντια, γυναίκες, γυμναστήρια» ενώ τώρα ως «ενάρετος νέος μιλάει συνέχεια για τον Θεό και θα φέρει για πάντα μαζί του την Καινή Διαθήκη».
Φυσικά κάθε κατηγορούμενος φιλοτεχνεί μια εικόνα μεταμέλειας. Μόνο που εδώ τα ΜΜΕ σπεύδουν να υιοθετήσουν τον έναν από τους δυο δράστες, εκείνον που ως «Έλληνας καλής οικογενείας» αξίζει μια κάποια συμπάθεια. Ο άλλος, αντίθετα, ως ξένος και δη Αλβανός αντιμετωπίζει τον «άγριο αλλά στη βάση του δίκαιο νόμο της φυλακής». Αντί να παίζουμε τους έκπληκτους και σοκαρισμένους, ας παραδεχτούμε ότι έχουμε πρόβλημα ωμής έμφυλης βίας που οδηγεί στο βαρύ έγκλημα. Αρρενωπότητα, σεξισμός, πατριαρχία, εθνοφυλετισμός και νταηλίκι. Πρόκειται για μια τελευταία κρίσιμη πτυχή. Εάν στο έγκλημα εμπλέκεται και διαφορετική εθνοτική καταγωγή, τότε σα να ξυπνάει ένα «εθνικό must» πολλαπλών σταθμίσεων.
Ο 63χρονος εργάτης γης Πετρίτ Ζίφλε που δολοφονήθηκε στην Κέρκυρα από ντόπιο Χρυσαυγίτη δεν υπήρξε ποτέ για τα περισσότερα ΜΜΕ. Τι να πουν; Ότι δολοφονήθηκε εν ψυχρώ γιατί είχε (άλλη) άποψη για το Μακεδονικό; Προτιμότερο το αφήγημα του δράστη, «η επήρεια ναρκωτικών και μέθης», διότι «προσφάτως είχε πάρει διαζύγιο από την σύζυγό του και αυτό του είχε επηρεάσει επιπρόσθετα την ψυχολογική κατάσταση». Αντί να παίζουμε τους έκπληκτους και σοκαρισμένους, ας παραδεχτούμε ότι έχουμε πρόβλημα ωμής έμφυλης βίας που οδηγεί στο βαρύ έγκλημα.
Αρρενωπότητα, σεξισμός, πατριαρχία, εθνοφυλετισμός και νταηλίκι. Η βαλκανική εκδοχή του τοξικού «κοκτέιλ Μπολσονάρο» γεννάει θύματα και ξυπνάει συλλογική υποκρισία.
Κωστής Παπαϊωάννου
Πηγή: lifo.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου