Το μεγαλύτερο δράμα της ανάδειξης της Χρυσής Αυγής σε μετρήσιμο μέγεθος κοινοβουλευτικά είναι πως σταμάτησε κόσμος και κοσμάκης με φασιστικά αντανακλαστικά να εκφράζεται ανοιχτά, σχεδόν με θάρρος, όσο αυτό συνάδει με τη συγκεκριμένη ιδιότητα. Να λέει πράγματα ανήκουστα για τους αδύναμους, να θαυμάζει μπράβους και κακοποιούς, να δίνει την ψήφο του σε ανθρώπους με παρατεταμένο το δεξί χέρι, στα πιο θλιβερά πρότυπα που έχουν καταγραφεί στα κιτάπια της ιστορίας.
Όταν ο Αλέξης Γρηγορόπουλος έφυγε από τη ζωή χτυπημένος από τη σφαίρα του Κορκονέα το βράδυ της 6ης Δεκεμβρίου 2008, οι χρυσαυγίτες ήταν μια μειοψηφία παντού, τόσο στα πεζοδρόμια, όσο και στα συνδικάτα. Η κοινοβουλευτική τους ανάδειξη αποτελούσε ανέκδοτο, άσχετα αν αποδείχθηκε πως κακώς γελούσε ανεύθυνα όποιος δεν το έβλεπε να έρχεται.
Και τότε όμως πολλοί τόλμησαν να ψέξουν τον 15χρονο, να του αποδώσουν μερίδιο της ευθύνης για το φονικό. Υπεράνω υποψίας μπαρμπάδες, θειάδες και νέοι που (περιμένει κανείς πως συνήθως) λειτουργούν περισσότερο ευαίσθητα σε κοινωνικά και πολιτικά ζητήματα, σχολίαζαν τις πολιτικές του θέσεις, αν είχε δα τέτοιες, το ντύσιμό του, την προτίμησή του στα Εξάρχεια Σάββατο βράδυ. Αν αντιμίλησε, αν δεν έκανε όσα θα έπρεπε μικρό παιδί. «Ε προκάλεσε», κατέληξαν.
Δέκα χρόνια μετά (πιθανότατα) οι ίδιοι άνθρωποι είναι όσοι παίρνουν θέση για αντίστοιχα ζητήματα της επικαιρότητας. Πλέον τα ένστικτα είναι πολιτικές θέσεις και γνώμες που κάνουν πρόσωπα να κοκκινίζουν από ντροπή εκφράζονται ανερυθρίαστα. Τρανό παράδειγμα η δολοφονία της Έλενας στη Ρόδο. Η γυναίκα που «τι γύρευε με δυο άντρες», που «προκάλεσε», που δεν έκατσε να φάει δυο σφαλιάρες ή και κάτι άλλο, όπως αποφάνθηκε κάποια Μπέλλα σε δημόσιο βήμα, στην σκουπιδοτηλεόραση της Ελλάδας του 2018.
Ήταν και ο Βαγγέλης Γιακουμάκης, ένα παιδί που έκανε το bullying θέμα συζήτησης και με το οποίο πάλι πολλοί μειδιούν, σαν να πρόκειται για κανόνα, πως ο ντροπαλός, ο ανίσχυρος, ο «κλειστός», λογικά δέχεται φάπες και εξευτελισμό από τους νταήδες. Γινόταν πάντα, λένε, και ξαφνικά τώρα μιλάμε όλοι για το bullying στους φλώρους. Δεν έγινε και τίποτα, λένε.
Ήταν και ο Κατσίφας, ένας ακροδεξιός που βούτηξε ένα όπλο και έκανε νταηλίκια, έπεσε νεκρός και τότε ξεδιπλώθηκε η εθνική αλληλεγγύη για το θύμα των Αλβανών. Ξεκάθαρα υπέρ του συμπατριώτη, του θύματος των εχθρών του έθνους.
Ήταν και ο Ζακ Κωστόπουλος. Ο γκέι, το «πρεζάκι», που «μπήκε για να κλέψει», που «κρατούσε μαχαίρι», που «επιτέθηκε». Ξανά η γνώμη τους δημόσια προς υπεράσπιση των δολοφόνων, των φιλήσυχων πολιτών που σκότωσαν τον «πούστη» στο ξύλο. Κυριολεκτικά, οι φιλήσυχοι σκότωσαν κάποιον στο ξύλο.
Πράγματα ανήκουστα, πολλές φορές εκπεφρασμένα μέσω social media και ανώνυμα, αφού αν τόλμαγε κάποιος να τα λέει αυτά επώνυμα σε κόσμο ζωντανά, θα τον έσερναν σε γιατρό. Πάντα η γνώμη εις βάρος του θύματος, που «κάτι θα έκανε, δεν μπορεί».
Στο μυαλό τους η πατριαρχία, η ομοφοβία, η εξουσία, η φιλοπατρία (sic) δεν λαθεύει, αποτελεί πνευματικό φάρο που ορίζει σταθερές και αντιπαραδείγματα. Ποιος θα ήθελε να γίνει το παιδί του σαν τον Ζακ; Ποιος θα ήθελε τον 15χρονο γιο ή τη 15χρονη κόρη του να πηγαίνει στα Εξάρχεια; Κανείς απ’ αυτούς που δεν χάνουν τον ύπνο τους με τη Χρυσή Αυγή και τους τραμπούκους που έχουν αλλάξει τους συσχετισμούς στο δρόμο, στις δουλειές, στο κοινοβούλιο.
Ο Αλέξης ήταν 15 χρονών και έφυγε από τη ζωή εξαιτίας της κρατικής βίας. Αυτή τη βία την επικροτούν πολλοί απ’ όσους ακόμα κι αν δεν ξεκίνησαν να φασιστοποιούνται στις 6 Δεκεμβρίου 2008, βρήκαν ιδανική ευκαιρία να βγουν από τη ντουλάπα. Πλέον δεν ντρέπονται να παίρνουν θέση υπέρ του δυνατού, αδιαφορώντας για το ότι και οι ίδιοι βρίσκονται στην ίδια μοίρα με τον γκέι, τη γυναίκα, τον 15χρονο. Αδυνατώντας να συλλάβουν την απανθρωπιά τους, τη γελοιοποίησή τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου