Η χυδαία προπαγανδιστική κατασυκοφάντηση του δημόσιου πανεπιστημίου που εξαπέλυσε από βήματος Βουλής ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης την περασμένη («μαύρη» κιόλας) Παρασκευή (αν ο/η αναγνώστης/ρια συμπεράνει από τους έντονους χαρακτηρισμούς που χρησιμοποιώ ότι «το πήρα προσωπικά» θα έχει απόλυτο δίκιο) δεν είναι βέβαια παρά η «κορυφή του παγόβουνου».
Η ερμηνεία που συνήθως δίνεται από την Αριστερά και εν γένει από όσους/ες πιστεύουν στο δημόσιο πανεπιστήμιο για τούτες τις κλιμακούμενες εκδηλώσεις «μίσους» εναντίον του τελευταίου είναι η προφανής: με την προπαγανδιστική απαξίωση της δημόσιας τριτοβάθμιας εκπαίδευσης «προετοιμάζεται» η κοινή γνώμη για την αποδοχή των ιδιωτικών πανεπιστημίων, αλλά και για να ασκήσει πίεση να ιδρυθούν: «Αφού τα δημόσια είναι τόσο χάλια, ας φτιαχτούν ιδιωτικά». Χωρίς να διαφωνώ με την παραπάνω ερμηνεία, θα ήθελα να τη συμπληρώσω με μια διάσταση περίπου «αντίστροφη» και ίσως πιο σημαντική.
Πρώτα απ’ όλα, είναι γνωστό –υποθέτω και σε όσους «κόπτονται» υπέρ της «αναθεώρησης» του άρθρου 16- ότι στην Ελλάδα το μεγάλο κεφάλαιο δεν έχει ούτε τις αντικειμενικές δυνατότητες αλλά ούτε τη διάθεση για τη δημιουργία αληθινά σοβαρών και αληθινά μη κερδοσκοπικών πανεπιστημιακών ιδρυμάτων. Αν όντως καταργηθεί το άρθρο 16, το πιθανότερο αποτέλεσμα θα είναι απλώς να αποκτήσουν το status πανεπιστημίου τα ιδιωτικά ΙΕΚ και τα μεταλυκειακά φροντιστήρια ή και να ιδρυθούν καινούργια, του ιδίου επιπέδου και παρόμοιας εμβέλειας, που εξ αρχής θα ονομάζονται πανεπιστήμια.
«Λίγο είναι αυτό ως κίνητρο;», θα μου πει κανείς. Και όντως μπορούμε να φανταστούμε αρκετούς μεγαλοεπιχειρηματίες να τρίβουν τα χέρια τους μπροστά σε μια τέτοια προοπτική. Φοβάμαι όμως ότι τα πράγματα είναι ακόμα χειρότερα.
Κατ’ αρχάς, αν όντως ίσχυε μόνον έτσι, αν δηλαδή ο μόνος στόχος που εξυπηρετείται με την αμαύρωση των δημόσιων πανεπιστημίων είναι η ίδρυση ιδιωτικών, τότε θα ήταν όντως δύσκολο να απαντηθεί το επιχείρημα του «γιατί όχι»: «Γιατί δεν αφήνετε όσους θέλουν ιδιωτικά πανεπιστήμια να κάνουν τη δουλειά τους, ούτως ώστε να αφήσουν στην ησυχία τους τα δημόσια να κάνουν και εκείνα τη δική τους;» Πρόκειται όμως για μια από τις «διεστραμμένες» εκείνες περιπτώσεις κοινωνικο-πολιτικής στρατηγικής που δεν ισχύει τόσο το «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα» όσο το «τα μέσα αγιάζουν τον σκοπό». Με άλλα λόγια, ο πραγματικά κύριος στόχος δεν είναι η ίδρυση -αμφίβολης ποιότητας, ούτως ή άλλως- ιδιωτικών πανεπιστημίων, αλλά η ίδια η υποβάθμιση της δημόσιας ανώτατης εκπαίδευσης.
Σε διεθνές επίπεδο, κατά τις τελευταίες δεκαετίες, με την επικράτηση του νεοφιλελευθερισμού, αυτό που παρατηρείται στον πανεπιστημιακό χώρο δεν είναι τόσο ένα καθαρά οικονομικό φαινόμενο που έχει να κάνει με επενδύσεις ιδιωτικών εταιρειών σε νεότευκτα πανεπιστημιακά ιδρύματα, αλλά μάλλον κάτι που έχει ευρύτατες κοινωνικο-πολιτικές διαστάσεις. Σχηματικά, η νεοφιλελεύθερη πολιτική στις δυτικές καπιταλιστικές χώρες συνίσταται στην προσπάθεια να επιλύσει ο νεοφιλελεύθερος καπιταλισμός ένα πρόβλημα που ο ίδιος ο καπιταλισμός (στην προ-νεοφιλελεύθερη φάση του) είχε δημιουργήσει για τον εαυτό του.
Αναφέρομαι στη μαζικοποίηση της ανώτατης και ανώτερης εκπαίδευσης κατά τις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες. Για πρώτη φορά στην Ιστορία απέκτησαν πρόσβαση στην πανεπιστημιακή μόρφωση σε μαζική κλίμακα παιδιά μεσαίων και κατώτερων τάξεων, στο πλαίσιο αφ’ ενός των τότε αναγκών της καπιταλιστικής ανάπτυξης και αφ’ ετέρου της εγκαθίδρυσης μιας γνήσιας κοινωνικής ηγεμονίας που τότε επεδίωκε το αστικό καθεστώς, η οποία λάμβανε σοβαρά υπ’ όψη και τα συμφέροντα των κυριαρχούμενων τάξεων.
Όταν έγιναν αισθητές οι ανεπιθύμητες για το σύστημα συνέπειες αυτής της «γενναιοδωρίας του», που συνίσταντο κυρίως στη ριζοσπαστικοποίηση της νεολαίας που επέφερε η ανάπτυξη των φοιτητικών κινημάτων, και ταυτόχρονα με την επέλαση της νεοφιλελεύθερης λογικής, το καθεστώς «άρχισε να τα μαζεύει». Μακροπρόθεσμα, τρεις κυρίως ήταν οι τρόποι με τους οποίους ο νεοφιλελευθερισμός μεθόδευσε και εν τέλει επέτυχε τη συντηρητικοποίηση των πανεπιστημίων και τη συρρίκνωση του φοιτητικού κινήματος.
Πρώτον, η σκόπιμη υποβάθμιση εκείνων των πανεπιστημιακών κλάδων που κυρίως συμβάλλουν στην όξυνση της κριτικής σκέψης, ήτοι των ανθρωπιστικών και κοινωνικών σπουδών (γνωστή η θατσερική μανία εναντίον Τμημάτων Κοινωνικών Επιστημών κατά τη δεκαετία του 1980).
Δεύτερον, η ολοένα και μεγαλύτερη εξάρτηση της πανεπιστημιακής έρευνας από ιδιωτικούς φορείς, που σήμαινε προφανώς και ανάλογο αναπροσανατολισμό της έρευνας και της διδασκαλίας θεματικά και περιεχομενικά.
Και τρίτον, όσον αφορά τους ίδιους τους φοιτητές, η ολοένα και μεγαλύτερη εξάρτηση από ιδιωτικές εταιρείες μέσω δανείων που καλύπτουν τις υποτροφίες τους.
Στην Ελλάδα, όπου η κυρίαρχη κοινωνικο-οικονομική δομή είναι ο «καπιταλισμός της αρπαχτής», τέτοια μακροπρόθεσμη επένδυση στην ανώτατη παιδεία από το ιδιωτικό κεφάλαιο δεν είναι εφικτή, ούτε με καθαρά οικονομικά ούτε με ιδεολογικο-πολιτικά κίνητρα. Ο στόχος του καθεστώτος επομένως είναι πιο «σκληρός». Αφού η ανώτατη εκπαίδευση δεν μπορεί να χαλιναγωγηθεί με έμμεσους τρόπους όπως στην Εσπερία, ας συρρικνωθεί στην ουσία της όσο πιο δραστικά γίνεται. Τα δημόσια πανεπιστήμια, αφού δεν μπορούμε να τα κλείσουμε όπως κάναμε με την ΕΡΤ, ας τα κατασυκοφαντήσουμε και κατόπιν ας τα αναγκάσουμε να μιμηθούν τα ιδιωτικά ΙΕΚ που εν τω μεταξύ θα έχουμε αναγνωρίσει ως ιδιωτικά πανεπιστήμια.
Συντάκτης: Κύρκος Δοξιάδης - καθηγητής της Κοινωνικής Θεωρίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών
Πηγή: efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου