Πρόκειται για ένα σημαντικό μεν, αλλά ανολοκλήρωτο βήμα, καθώς δεν
αρκεί από μόνο του για να καλύψει τη διαδρομή που πρέπει να διανυθεί για
την επιστροφή στην ομαλότητα. Το επενδυτικό κενό είναι μεγάλο, το
χρέος, η φορολογία και η ανεργία παραμένουν υψηλά, τα «κόκκινα» δάνεια
βαραίνουν τις τράπεζες, ενώ εξωτερικοί κίνδυνοι απειλούν τη χώρα.
Συνεπώς, ούτε η βελτίωση της επιχειρηματικής και καταναλωτικής
εμπιστοσύνης ούτε η αποκατάσταση των μακροοικονομικών ισορροπιών πρέπει
να θεωρούνται δεδομένες. Από την άλλη, είναι τραγικό σφάλμα η συσκότιση
της προόδου που έχει συντελεστεί, η ετυμηγορία για αποτυχία του 3ου
Μνημονίου επειδή η χώρα δεν βγαίνει στις αγορές, η κινδυνολογία για 4ο
Μνημόνιο και οι αδόκιμες συγκρίσεις με τρίτες χώρες-μέλη που βγήκαν
νωρίτερα και πιο δυναμικά από τα δικά τους προγράμματα προσαρμογής.
Από τις δύο ενστάσεις που προβάλλονται στο θέμα της «επιστροφής στην
κανονικότητα», δηλαδή τις καλύτερες αναπτυξιακές επιδόσεις άλλων
χωρών-μελών της Ε.Ε. που βγήκαν από προγράμματα και την πρόσφατη άνοδο
των spreads ελληνικών ομολόγων, καμία εξ αυτών δεν στέκει σε σοβαρή
κριτική γιατί:
Πρώτον, οι άλλες χώρες που βγήκαν από προγράμματα
(Ιρλανδία, Πορτογαλία, Κύπρος) είχαν πολύ μικρότερο συγκριτικά βάρος
δημόσιου χρέους και βγήκαν σε μια ευνοϊκή διεθνή συγκυρία ανόδου του
οικονομικού κύκλου στην Ευρώπη, αντίθετα με την τρέχουσα περίοδο που η
ευρωπαϊκή ανάπτυξη επιβραδύνει, ενώ πληθαίνουν οι εκτιμήσεις και οι
ανησυχίες για μια νέα ύφεση ή κρίση.
Δεύτερον, οι δύο από τις τρεις αυτές χώρες
(Ιρλανδία, Πορτογαλία) δεν γειτνιάζουν με δύο άλλες προβληματικές
οικονομίες (Τουρκία, Ιταλία) με τις οποίες να συντηρούν μάλιστα, όπως η
Ελλάδα, τις μεγαλύτερες εμπορικές σχέσεις ή από τις οποίες να
απειλούνται γεωπολιτικά (Τουρκία).
Τρίτον, οι δύο από τις τρεις αυτές χώρες (Ιρλανδία,
Κύπρος) είναι μικρές ανοιχτές οικονομίες που αποτελούν φορολογικούς
παραδείσους, με τον υψηλότερο βαθμό παγκοσμιοποίησης να επηρεάζει έως
και να στρεβλώνει το μέγεθος του ΑΕΠ τους. Για παράδειγμα, η Ιρλανδία,
για να αξιολογήσει τις πραγματικές εξελίξεις στην εγχώρια δραστηριότητα
και να ασκήσει αποτελεσματική οικονομική πολιτική, έχει καταρτίσει έναν
δείκτη «τροποποιημένου Ακαθάριστου Εθνικού Εισοδήματος (ΑΑΕ)» από τον
οποίο, μεταξύ άλλων, αφαιρεί τα κέρδη των πολλών αμερικανικών
πολυεθνικών που φιλοξενεί η χώρα για φορολογικούς λόγους και τα οποία,
αν και δηλώνονται στην Ιρλανδία διογκώνοντας το ΑΕΠ της, εντούτοις
εξάγονται χωρίς να συμβάλλουν στην ανάπτυξη της οικονομίας της. Ετσι,
ενώ στις χώρες της Ε.Ε. η διαφορά ΑΕΠ-ΑΑΕ δεν ξεπερνά τις 1-2 μονάδες
του ΑΕΕ, στην Ιρλανδία φτάνει περίπου τις 20 μονάδες, υποδηλώνοντας μια
πλασματική ανάπτυξη και ευημερία.
Τέταρτον, η Κύπρος, το 2016 που βγήκε από το
πρόγραμμα, πράγματι πέτυχε 4,8% ρυθμό ανάπτυξης, για να υποχωρήσει φέτος
περίπου στο 3,5%. Οπως όμως ανακοίνωσε για το ευρωπαϊκό εξάμηνο στις
7-3-2018 η Κομισιόν: «Η Κύπρος αντιμετωπίζει υπερβολικές ανισορροπίες»
(υψηλό ιδιωτικό χρέος και πολλά «κόκκινα» δάνεια, υψηλό εξωτερικό χρέος
και ανεργία και ασθενή δυνητική ανάπτυξη κ.λπ.). Με άλλα λόγια, δεν
αρκεί μια ταχεία ανάκαμψη. Πρέπει να είναι και βιώσιμη. Γι’ αυτό η
Κύπρος ξαναμπήκε σε καθεστώς ειδικής εποπτείας.
Πέμπτον, η μόνη οικονομία χώρας-μέλους που βγήκε από
πρόγραμμα και είναι συγκρίσιμη με αυτήν της Ελλάδας είναι της
Πορτογαλίας. Η Πορτογαλία βγήκε από το πρόγραμμα στις αρχές του 2014 και
την τριετία 2014-2016 πέτυχε μέσο ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης 1,4%. Το δε α'
εξάμηνο 2018 σημείωσε αύξηση ΑΕΠ 2%, δηλαδή λιγότερο από το 2,2% της
Ελλάδας.
Εκτον, είναι λάθος να κρίνεται η επενδυτική
εμπιστοσύνη σε μια χώρα από την εξέλιξη του spread του 10ετούς ομολόγου
της στη διάρκεια μερικών ημερών ή εβδομάδων, όταν έκτακτοι παράγοντες
μπορεί να επηρεάσουν προσωρινώς έντονα τη διακύμανσή του. Αυτό συνέβη με
την κρίση στην Ιταλία πρόσφατα. Οταν, όμως, συγκρίνει κανείς την
εξέλιξη του spread έναντι του γερμανικού ομολόγου το α' 9μηνο 2018
(ετήσια πτώση 227 μονάδων βάσης), διαπιστώνει μια σταθερή και μεγάλη
βελτίωση της εμπιστοσύνης προς τη χώρα μας. Αντίστοιχα σημαντική μείωση
είχε το ελληνικό spread μεταξύ Οκτωβρίου 2017 και Σεπτεμβρίου 2018
έναντι της Πορτογαλίας (98 μ.β.), της Κύπρου (59 μ.β.) και της Ιταλίας
(231 μ.β.).
Εβδομον, για όσο διάστημα η διεθνής συγκυρία δεν
επιτρέπει την πρόσβαση στις αγορές, η Ελλάδα έχει «μαξιλάρι ασφαλείας»
24,1 δισ. Με δεδομένη, μάλιστα, τη δυνατότητα χρησιμοποίησης περαιτέρω
πηγών χρηματοδότησης (όπως τα κέρδη ANFA/SMP, έσοδα από
ιδιωτικοποιήσεις, μετριοπαθής έκδοση ομολόγων το διάστημα 2019-2022), η
συνολική εξυπηρέτηση του χρέους της πρώτης διετίας θα μπορούσε να
χρηματοδοτηθεί χρησιμοποιώντας μόνο το ήμισυ του ποσού αυτού.
Στο μεταξύ, οφείλει βεβαίως να επισπεύσει τον παραγωγικό
μετασχηματισμό της οικονομίας και την προσέλκυση επενδύσεων, ενισχύοντας
την εμπιστοσύνη που θα της επιτρέψει την έξοδο στις αγορές.
Συντάκτης: Κώστας Καλλωνιάτης - οικονομολόγος
Πηγή: efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου