Σε περίπου 7 έτη θα υπάρξει μείωση της ανεργίας κάτω του 10%, εκτιμά το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ, που χθες παρουσίασε την Ενδιάμεση Εκθεση για την ελληνική οικονομία και την απασχόληση για το τρέχον έτος. Μάλιστα, η ελληνική οικονομία φαίνεται να έχει βγει από τη φάση στασιμότητας στην οποία βρισκόταν τα τελευταία τέσσερα έτη, με τον ρυθμό μεγέθυνσης του πραγματικού ΑΕΠ να είναι πλέον σταθερά θετικός.
Έτσι, εκτιμάται ότι, αν υπάρξει σταθερός ρυθμός μεγέθυνσης 2% για τα επόμενα χρόνια, το ΑΕΠ θα επιστρέψει στο επίπεδο του 2007 έπειτα από 14 έτη, δηλαδή το 2032.
Οι εμπειρογνώμονες του ΙΝΕ/ΓΣΕΕ θεωρούν ότι παρατηρούνται σημάδια αργής αλλά σταθερής βελτίωσης και με βάση τον ρυθμό υποχώρησης της ανεργίας είναι ανοιχτό το ενδεχόμενο για μείωσή της κάτω από το 10% στα μέσα της δεκαετίας του 2020.
Σύμφωνα με τις προβλέψεις, τα νέα είναι καλά για τους βραχυχρόνια ανέργους, οι οποίοι θα μπορούν να καταλάβουν τις νέες θέσεις εργασίας που γεννά η ελληνική οικονομία.
Αντίθετα, δυσμενής θα είναι η θέση των μακροχρόνια ανέργων, καθότι όντας για μεγάλο χρονικό διάστημα εκτός εργασίας χάνουν τις εξελίξεις και δεν αποκτούν τις νέες δεξιότητες για τις νέες θέσεις που γεννά η ελληνική οικονομία.
Αξίζει να αναφερθεί ότι η ανεργία πλήττει με διαφορετικό τρόπο διαφορετικές κατηγορίες του πληθυσμού. Ειδικότερα, οι γυναίκες αντιμετωπίζουν σημαντικά υψηλότερο κίνδυνο ανεργίας από τους άνδρες, οι νέοι κάτω των 24 ετών αντιμετωπίζουν σοβαρά εμπόδια ένταξης στην αγορά εργασίας, ενώ οι γεωγραφικές περιφέρειες που πλήττονται περισσότερο από την ανεργία είναι της βόρειας και της δυτικής Ελλάδας.
Επίσης, οι νέες θέσεις εργασίας δεν αφορούν στην πλειονότητά τους θέσεις πλήρους απασχόλησης, καθώς η μερική και η εκ περιτροπής απασχόληση κυριαρχούν στις νέες συμβάσεις εργασίας.
Τέλος, σημαντικό τμήμα των ανέργων εμφανίζεται αποθαρρημένο από τις προοπτικές εισόδου στην αγορά εργασίας και οδηγείται είτε στην έξοδο από το εργατικό δυναμικό είτε στη μετανάστευση.
Όσον αφορά τις μισθολογικές εξελίξεις, παρατηρείται ότι η μείωση των ονομαστικών ωρομισθίων και ημερομισθίων κατά την περίοδο 2010-2018, δηλαδή περιλαμβάνοντας και τη μερική ανάκαμψη των τελευταίων χρόνων, φτάνει στο 20%.
Την ίδια περίοδο η παραγωγικότητα της εργασίας μειώνεται κατά 6%, αποτυπώνοντας έτσι και τις μεσοπρόθεσμες συνέπειες της καταστροφής του παραγωγικού δυναμικού της οικονομίας.
Σχετικά με την κατανομή των μισθών, το 72,8% των εργαζομένων λαμβάνει καθαρές μηνιαίες αποδοχές κάτω από 1.000 ευρώ, ενώ μόλις το 10% πάνω από 1.300 ευρώ.
Σε κλαδικό επίπεδο, οι χαμηλότερες αποδοχές εμφανίζονται στον κλάδο της γεωργίας, όπου ο καθαρός μέσος μισθός ανέρχεται σε 607 ευρώ, ενώ ακολουθούν οι δραστηριότητες που σχετίζονται με τον τουρισμό (668 ευρώ) και οι διοικητικές και υποστηρικτικές δραστηριότητες (674 ευρώ).
Αντίθετα, οι υψηλότερες μηνιαίες αποδοχές εμφανίζονται στον κλάδο της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας (1.237 ευρώ), ενώ ακολουθούν οι τράπεζες και οι ασφάλειες (1.151 ευρώ), τα ορυχεία και τα λατομεία (1.140 ευρώ) και η δημόσια διοίκηση και άμυνα (1.101 ευρώ).
Αποδοχές
Αναφορικά με την εξέλιξη του μέσου μισθού ανά ομάδα επαγγέλματος για την ίδια περίοδο, οι χαμηλότερες αποδοχές καταγράφονται στους ανειδίκευτους εργάτες, με μέσο μισθό 633 ευρώ, ενώ ακολουθούν τα επαγγέλματα που σχετίζονται με τη γεωργία (683 ευρώ) και οι απασχολούμενοι στην παροχή υπηρεσιών και το εμπόριο (726 ευρώ).
Αντίθετα, οι υψηλότερες αποδοχές εμφανίζονται στα ανώτερα διευθυντικά και διοικητικά στελέχη (1.522 ευρώ) και ακολουθούν οι επαγγελματίες (1.098 ευρώ) και οι τεχνικοί (1.007 ευρώ).
Συντάκτης: Τζώρτζης Ρούσσος
Πηγή: efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου