Το ότι απαιτείται ένα άλλο μοντέλο πορείας της ανθρωπότητας, για να σταματήσει η ληστρική και καταστροφική εκμετάλλευση των ανθρώπινων κοινωνιών και ολόκληρου του πλανήτη από τη νεοφιλελεύθερη μάστιγα, αυτό είναι πλέον κάτι που σίγουρα δεν αμφισβητείται, τουλάχιστον από όλους εμάς που είμαστε ενάντιοι στη νεοφιλελεύθερη ιδεολογία και την κουλτούρα της.
Υπάρχουν, από την άλλη μεριά, πολλά ΜΜΕ αλλά και ένας δυσανάλογα μεγάλος αριθμός επιστημόνων και πολιτικών, ανδρών και γυναικών, που ενώ προβάλλουν με έντονη, όπως δείχνουν, ανησυχία, βιώνουν ή και μελετούν, ακόμη, πολλά από τα δυσμενή φαινόμενα που μαστίζουν πλανητικά ολόκληρη την ανθρωπότητα –σε κοινωνικοπολιτικό, οικονομικό, περιβαλλοντικό, αλλά ακόμη και σε εθνικό επίπεδο–, συνεχίζουν ωστόσο, όμηροι ίσως μιας πολιτικής αδράνειας και μιας ακατανόητης αντιφατικότητας, να υποστηρίζουν, λόγω και έργω, νεοφιλελεύθερες, καταστροφικές θέσεις και πρακτικές. Πραγματικά αδυνατώ να κατανοήσω μια τόσο παράλογη συμπεριφορά.
Παραλογισμοί και σύγχυση φαίνεται όμως πως υπάρχουν και στον αντίθετο, προς τον νεοφιλελευθερισμό, ιδεολογικό χώρο. Γιατί, πώς αλλιώς να εξηγήσει κανείς την ουσιαστική πολιτική αβουλία όλων των δυνάμεων της Αριστεράς συνασπιζόμενων να βάλουν ένα τέλος στον πλανητικό εφιάλτη, που αλίμονο δεν θα αργήσει, αν έτσι συνεχίσει η πορεία μας, να γίνει πραγματικότητα, ακόμη και μέσα στις επόμενες, φοβάμαι, τρεις γενιές.
Είναι δυνατόν να μην κατανοούμε ότι με αυτές μας τις τωρινές πολιτικές επιλογές, ή μάλλον τις μη επιλογές, αυτό που ομολογούμε είναι η πλήρης αποδοχή της επικυρίαρχης δύναμης του νεοφιλελευθερισμού και της δικής του μόνο αποκλειστικής δυνατότητας και ικανότητας να αναγνωρίσει επιτέλους την καταστροφική και για τον ίδιο πορεία και να σώσει την ανθρωπότητα και ολόκληρο τον πλανήτη; Θα περιμένουμε δηλαδή μέχρι ο νεοφιλελευθερισμός να αισθανθεί τον θανάσιμο κίνδυνο, για τον ίδιο και για ολόκληρη την ανθρωπότητα, και να αντιδράσει κατάλληλα και ευεργετικά;
Μα, ακόμη κι αν αποδεχόμασταν, ντροπιαστικά, την αυτοκρατορική του πλανητική επικυριαρχία, δεν πρόκειται ποτέ να το κάνει. Είτε γιατί δεν είναι στο DNA του είτε γιατί η αφροσύνη και η απληστία του δεν θα του επιτρέψουν να αναγνωρίσει έγκαιρα το πρόβλημα, είτε γιατί, το πλέον πιθανό, ετοιμάζεται «να την κάνει», με πυρετώδεις προσπάθειες που κανένα Χόλιγουντ δεν χρειάζονται για να φανερωθούν, αποικίζοντας, με το περίπου 1% της εωσφορικής αυτοκρατορίας του χρήματος, άλλους πλανήτες και διαστημικούς χώρους.
Υπάρχει άραγε εχέφρων άνθρωπος που πιστεύει ότι δίχως την απαραίτητη αλλαγή του συσχετισμού των πολιτικών δυνάμεων, δίχως την ουσιαστική ενίσχυση του αντικαπιταλιστικού μετώπου και τη ριζική αλλαγή του πολιτικού σκηνικού θα μπορούσε να υπάρξει η οποιαδήποτε ουσιαστική αλλαγή πορείας –στην κοινωνική και οικονομική πολιτική, στην εκπαιδευτική πολιτική, στην ενεργειακή πολιτική, σε οποιονδήποτε τομέα– μέσα στο ασφυκτικά ελεγκτικό, εξουσιαστικό και αλλοτριωτικό πλαίσιο του θριαμβευτικά όσο και καταστροφικά καλπάζοντος νεοφιλελευθερισμού;
Τι λοιπόν περιμένουμε, ποιον περιμένουμε, ποια μεσσιανική δύναμη να έρθει να μας σώσει; Και μήπως έχουμε κι εμείς όλοι μας ξεκαθαρισμένες απόψεις γι' αυτή την άλλη πορεία, την άλλη πολιτική που θα σώσει την ανθρωπότητα και τον πλανήτη από την κλιματική αλλαγή; Μήπως δεν είμαστε εμείς αυτοί που με ένα και δύο ή καμιά φορά και τρία κινητά –τελευταίας τεχνολογίας με δεν ξέρω τι τεράστιες, και συχνά άχρηστες, ταχύτητες μεταφοράς δεδομένων– τρέχαμε και τρέχουμε να αναστείλουμε, διαδηλώνοντας με τον ακτιβισμό μας, την κατασκευή περιφερειακών αυτοκινητόδρομων;
Αυτοκινητόδρομων (όπως αυτός, για παράδειγμα, στη Θεσσαλονίκη, μέσα από το δάσος του Σέιχ Σου), οι οποίοι αποδεικνύονται σωτήριοι, εκ των υστέρων, αφού τα τεράστια κυκλοφοριακά φορτία, που περιλαμβάνουν βέβαια συνήθως και τα αυτοκίνητα, με τις αφεντιές μας μέσα, θα ρύπαιναν επικίνδυνα το κέντρο των πόλεων, ενώ οι αναγκαίες αναδασώσεις δεν είναι κάτι που αμελούμε να κάνουμε.
Αλλά μήπως και στον τομέα της αποανάπτυξης έχουμε σταθερές απόψεις, όταν με τα ιδιαίτερα προβλήματα που αυτή παρουσιάζει, αναφορικά με το γεγονός ότι η οικονομική ανάπτυξη είναι περιβαλλοντικά μη βιώσιμη, δεν μπορεί να εφαρμοστεί εύκολα και δίκαια η αποανάπτυξη, αφού κάθε χώρα έχει διαφορετικές ανάγκες, με πολλές χώρες να έχουν πολύ μικρή οικονομική ανάπτυξη, και αυτό όχι αναγκαστικά λόγω δικής τους υπαιτιότητας;
Τέλος, στον τομέα της ενεργειακής πολιτικής, πώς είναι λογικά δυνατόν ενώ ζητάμε να απομακρυνθούμε από τα ορυκτά καύσιμα –ενώ συγχρόνως δεν θέλουμε να απολέσουμε ούτε το ελάχιστο από τις ανέσεις μας και την επακόλουθη κατανάλωση ενέργειας– να απορρίπτουμε ασυζητητί τη χρήση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (όπως π.χ. της αιολικής ενέργειας) χωρίς σοβαρές μελέτες και δίχως να παραδειγματιζόμαστε από άλλες τεχνολογικά προηγμένες, στον τομέα αυτό, χώρες; Τουλάχιστον να δεχόμασταν κάποια ελάττωση του ενεργειακού μας αποτυπώματος; Οχι βέβαια! Αντιπαραγωγικοί παραλογισμοί και ιδεολογικές συγχύσεις.
Συντάκτης: Ι. Ν. Μαρκόπουλος - καθηγητής Φιλοσοφίας της Τεχνοεπιστήμης στο Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών του ΠΤΔΕ του ΑΠΘ
Πηγή: efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου