«Το ποδόσφαιρο είναι η τελευταία ιερή παράσταση των καιρών μας. Κατά βάθος πρόκειται για ιεροτελεστία, αν και είναι μια απόδραση. Ενώ άλλες ιερές παραστάσεις βρίσκονται σε παρακμή, ακόμα και η θεία λειτουργία, το ποδόσφαιρο είναι η μοναδική που μας έχει απομείνει. Είναι το θέαμα που αντικατέστησε το θέατρο».
Δεν είναι τυχαίο ότι μεγάλοι καλλιτέχνες, ιδιοφυείς δημιουργοί λάτρεψαν το ποδόσφαιρο, εμπνεύστηκαν και επηρεάστηκαν απ' αυτό. Το να απαριθμήσεις όλους τους καλλιτέχνες που ξετρελάθηκαν με το ποδόσφαιρο είναι μάταιο. Είναι ένας κατάλογος που δεν θα τελειώσει ποτέ. Όπως και για τους αυθεντικούς καλλιτέχνες του ποδοσφαίρου που προκάλεσαν ρίγη συγκίνησης σε εκατομμύρια ανθρώπους, αλλά και ομάδες - περίλαμπρους θιάσους που δημιούργησαν με τη σειρά τους απίστευτες εικόνες ομορφιάς και μυθικές ιστορίες. Άλλωστε, το ποδόσφαιρο έχει σχέση με όλες σχεδόν τις τέχνες. Με τη γλυπτική και τη ζωγραφική, από το πάγωμα της εικόνας, τη φωτογραφία μιας στιγμής του μεγαλείου ενός Πελέ ή ενός Μαραντόνα.
Με τη μουσική που συνοδεύει τον αγώνα και βγαίνει από χιλιάδες φωνές θεατών του γηπέδου. Με την αρχιτεκτονική, που βλέπεις από ψηλά να αναπτύσσεται σύμφωνα με το σχέδιο και την τακτική του προπονητή, αλλά και το χορό, όπως εύκολα μπορεί να καταλάβει κανένας. Βλέπεις τον Κρόιφ, τον «Νουρέγιεφ του ποδοσφαίρου» και δεν έχεις καμία αμφιβολία για τη σχέση ποδοσφαίρου και κλασικού χορού. Για το θέατρο τι να πεις, όταν σε ορισμένους αγώνες μπορείς να απολαύσεις «εξαιρετικές ερμηνείες», αλλά και το κακό θέατρο που έχει εισβάλει και στο ποδόσφαιρο, όταν βλέπεις ποδοσφαιριστές να οριζοντιώνονται επειδή τον αγριοκοίταξε ο αντίπαλος ή του χάλασε τη χωρίστρα των μαλλιών του.
Η σχέση με τον κινηματογράφο ίσως είναι η πιο στενή. Ίσως γιατί και για τον κινηματογράφο υπάρχουν ενστάσεις αν και κατά πόσο είναι τέχνη. Η αμφισβήτησή του αρχίζει νωρίς από τον Λουίτζι Πιραντέλο και φτάνει μέχρι σήμερα με την κυριαρχία των μηχανημάτων και της τεχνολογίας.
Πάντως, σίγουρα και οι δύο «τέχνες» θέλουν τους καλλιτέχνες τους. Ο κινηματογράφος έχει τον σκηνοθέτη, το ποδόσφαιρο τον προπονητή (ή ακόμη και τον σκηνοθέτη μέσα στον αγωνιστικό χώρο - οι Ιταλοί έχουν μια θέση στις ομάδες αυτή του regista (σκηνοθέτη), με κυρίαρχους τους Πλατινί, Μπάτζο, Αντονιόνι).
Τους πρωταγωνιστές, τον Πατσίνο και τον Μπεστ, τους ρολίστες, τον Τζον Γκίλγουντ και τον αγαπημένο παίχτη του Κλαφ και μόνιμο στην ενδεκάδα του Τζον Μαγκόβερν, είναι αυτοί που δουλεύουν με τον καλύτερο τρόπο για τους πρωταγωνιστές.
Η ιστορία που αποκαλύπτει ο Πλατινί είναι ενδεικτική: Όταν τον βλέπει να καπνίζει ο Τζιάνι Ανιέλι και τον ρωτά γιατί, ο Γάλλος άσος του απάντησε «το θέμα δεν είναι αν καπνίζω εγώ, αλλά τι κάνει ο Μπονίνι, που τρέχει για μένα». Φυσικά υπάρχουν και οι κομπάρσοι, χιλιάδες απ' αυτούς γεμίζουν τα πλάνα και τα γήπεδα, αλλά και οι κλασικοί «κακοί» όπως ο Τζιαν Μαρία Βολοντέ στα γουέστερν σπαγγέτι, έτσι και ο εξαίρετος αμυντικός Σέρχιο Ράμος στη Ρεάλ της βασίλισσας του ποδοσφαίρου και της προκλητικής προστασίας από το ποδοσφαιρικό παραγοντικό κατεστημένο.
Αλήθεια, το ποδόσφαιρο, που ενέπνευσε τον Παζολίνι, έκανε φανατικό Γιουβεντίνο τον θρυλικό τενόρο Λουτσιάνο Παβαρότι και μεγάλους καλλιτέχνες σε όλο τον πλανήτη να δημιουργούν γι' αυτό και μέσα απ' αυτό, υπάρχει ακόμη; Η απάντηση δεν είναι εύκολο να δοθεί, αλλά σίγουρα οι εποχές αλλάζουν. Το χρήμα και τα συμφέροντα κυριαρχούν. Όπως σημειώνει σε πρόσφατο άρθρο του στο BBC ο Jason Farago «το ποδόσφαιρο είναι πολύ μεγάλη επιχείρηση και προσφέρει τεράστιες ευκαιρίες για ξέπλυμα χρημάτων, φοροδιαφυγή, κρυφές συναλλαγές και άλλες οικονομικές παρανομίες».
Απ' την άλλη είναι η τηλεόραση. Το τηλεοπτικό προϊόν. Πολλά τα χρήματα, ακριβές μεταδώσεις και σκηνοθεσία. Το ποδοσφαιρικό θέαμα προσφέρεται, αλλά την ίδια στιγμή χάνεται η μαγεία. Αυτό που έβλεπε ένας στο γήπεδο και μετέφερε προφορικά σε άλλους δέκα ή είκοσι. Όταν το τρανζιστοράκι ήταν κι αυτό ένας μικρός «θεός». Είναι φανερό πια ότι οι ποδοσφαιριστές είναι ένα προϊόν που πρέπει να υπερπροβάλλεται.
Επιστρέφοντας στον Παζολίνι, που είχε πάθος με το ποδόσφαιρο και όπως είχε πει δεν θα ξέχναγε ποτέ τα απογεύματα στην Μπολόνια, όπου ως παιδί έπαιζε μπάλα 6-7 ώρες κάθε μέρα, αν και συνέχισε να κυνηγά την μπάλα μέχρι το πρόωρο τέλος της ζωής του, θα ήταν μάλλον ιδιαίτερα δύσκολο να μπει ένας νέος στο δικό του ποδοσφαιρικό κόσμο. Θα ήταν δύσκολο να πιστέψει αυτό που έλεγε ο Παζολίνι, ότι δηλαδή «ο πρώτος σκόρερ ενός πρωταθλήματος είναι πάντα ο μεγαλύτερος ποιητής της χρονιάς».
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου