Στις 19 Απριλίου, για πρώτη φορά εδώ και δεκαετίες, η Κούβα έπαψε να έχει επικεφαλής του κράτους έναν Κάστρο. Ο Μιγκέλ Ντίας-Κανέλ είναι ο σημερινός πρόεδρος, γεγονός που έχει προκαλέσει ατέλειωτες εικασίες σχετικά με τον τρόπο λειτουργίας της νέας διοίκησης. Η αλήθεια είναι ότι σήμερα κανείς δεν γνωρίζει τι σημαίνει πρόοδος για την Κούβα. Ίσως ούτε καν ο ίδιος ο Μιγκέλ Ντίας Κανέλ.
Υπάρχουν δύο βασικοί λόγοι γι 'αυτό. Πρώτον, όπως πολλοί έχουν σημειώσει, ο Ντίας Κανέλ δεν είναι τόσο γνωστός, ως προς τις ιδέες και τα οράματά του, όσο οι προκάτοχοί του. Παρόλο που είναι πολιτικός σταδιοδρομίας, οι Κουβανοί δεν έχουνε δει τίποτα περισσότερο από αναλαμπές της σκέψης και του χαρακτήρα του. Έτσι, δεν είναι σαφές τι θα κάνει στο τιμόνι της κυβέρνησης. Ο δεύτερος λόγος για τον οποίο είναι δύσκολο να προβλεφθεί η πορεία της κυβέρνησής του είναι ότι, αντίθετα από τον Φιντέλ, αντιμετωπίζει πολυάριθμους ελέγχους στην ικανότητά του να ενεργεί μονομερώς.
Είναι αλήθεια ότι «η ευγνωμοσύνη δεν είναι κληρονομική» και άρα η κυβέρνηση δεν μπορεί πλέον να συγκεντρώσει τους ανθρώπους γύρω από τα επιτεύγματα του παρελθόντος. Και για τον Ντίας-Κανέλ, το ζήτημα αυτό είναι ακόμα πιο πιεστικό. Αυτή η κρίση νομιμοποίησης δυσκολεύει μια νέα κυβέρνηση να προωθήσει αμφιλεγόμενες ή μη δημοφιλείς πολιτικές, ειδικά εκείνες που θα μπορούσαν να ζητήσουν νέες θυσίες από έναν ήδη κουρασμένο κουβανέζικο λαό. Οι περιορισμοί που επιβάλλονται στη νέα κυβέρνηση ενισχύονται από διάφορους ελέγχους, όπως η συνεχής παρουσία του Ραούλ Κάστρο στην πολιτική, αφού συνεχίζει να είναι επικεφαλής του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κούβας και, μέσω της οικογένειάς του και άλλων συνδέσεων σε θεσμούς της κουβανικής κυβέρνησης, εξακολουθεί να ασκεί ουσιαστική εξουσία.
Ενδιαφέρον αυτή τη στιγμή έχει η νέα δυναμική που αναμένεται να προκύψει στα όργανα διοίκησης της κουβανικής πολιτείας. Το Συμβούλιο των Υπουργών αποτελείται, για παράδειγμα, από τους επικεφαλής των διαφόρων υπουργείων που διαχειρίζονται μεγάλο μέρος της οικονομίας της Κούβας καθημερινά. Το Συμβούλιο της Επικρατείας, από την άλλη πλευρά, κατευθύνει την πολιτική και λαμβάνει τις αποφάσεις που οι υπουργοί πρέπει να εφαρμόσουν στο πλαίσιο των αντίστοιχων δικαιοδοσιών τους. Δεδομένου ότι το νομοθετικό σώμα της χώρας, η Εθνοσυνέλευση, συνεδριάζει μόνο δύο φορές το χρόνο, το Συμβούλιο της Επικρατείας μπορεί να εκδίδει διατάγματα για την αντιμετώπιση επειγόντων θεμάτων. Ο υπερσυγκεντρωτισμός κάτω από τον Φιντέλ και, σε μικρότερο βαθμό, τον Ραούλ, σήμαινε ότι αυτοί οι φορείς συνήθως δεν παρουσίαζαν μεγάλη πρωτοβουλία, τουλάχιστον δημόσια. Με τον Ντίας-Κανέλ να έχει λιγότερη λαϊκή υποστήριξη και νομιμοποίηση από τους προκάτοχούς του, θα μπορούσε να βρει μέλη των συμβουλίων αυτών -ιδίως το Συμβούλιο της Επικρατείας- να αναλάβουν πιο προληπτικούς ρόλους και να ενεργούν ως έλεγχος της εξουσίας του.
Για την ώρα, ενώ το Συμβούλιο της Επικρατείας έχει κλονιστεί αισθητά, οι μεταβολές στο Συμβούλιο των Υπουργών έχουν αναβληθεί μέχρι τον Ιούλιο. Και στις δύο περιπτώσεις, η τάση φαίνεται να κινείται προς νέους και έντονα διαφορετικούς εκπροσώπους σε θέσεις εξουσίας. Αν και υπάρχουν αξιόλογοι επιζώντες από την παλαιά φρουρά, όπως ο Ραμίρο Βαλντές, ο οποίος πολέμησε στο αντάρτικο εναντίον του δικτάτορα Μπατίστα, ως επί το πλείστον η πολυαναμενόμενη «αλλαγή γενεάς» φάνηκε να έγινε τελικά μετά από μια σχετικά απρόσκοπτη μετάβαση.
Μόνο ο χρόνος θα δείξει τι είδους κυβέρνηση ο Ντίας-Κανέλ θα επιδιώξει. Ωστόσο για τους αναλυτές φαίνεται πιο αποδοτικό να επικεντρωθούνε στις αντικειμενικές προκλήσεις και πολιτικές στρατηγικές που ο Ντίας-Κανέλ κληρονόμησε από τους προκατόχους του, όπως εξηγεί ο Αντρές Περτιέρα, που αποφοίτησε από το Πανεπιστήμιο της Αβάνας με πτυχίο στην Ιστορία και ειδίκευση στις σχέσεις ΗΠΑ-Κούβας, στο Jacobin. Ο χαρακτήρας του και η δυναμική της νέας κυβέρνησης θα γίνουν ξεκάθαρα από μόνα τους τους επόμενους μήνες.
Καταρχήν, μετά από μια περίοδο αναθέρμανσης των σχέσεων ΗΠΑ-Κούβας υπό τη διοίκηση του Ομπάμα, η διοίκηση του Τραμπ κατάφερε να εγκαινιάσει μια νέα «εποχή παγετώνων». Οι ΗΠΑ υποστηρίζοντας πως περίπου είκοσι αμερικανοί διπλωμάτες στην Αβάνα αντιμετώπισαν πρόβλημα ακοής, ιλίγγους, αϋπνίες ακόμη και προβλήματα όρασης, καθώς χρησιμοποιήθηκε σε βάρος τους ένα «υπερηχητικό όπλο», ανακάλεσαν το μισό και πλέον διπλωματικό προσωπικό από την Κούβα και απέλασαν περίπου 15 Κουβανούς διπλωμάτες, που υπηρετούσαν στην πρεσβεία της Ουάσινγκτον.
Οι αρχές της Κούβας μέχρι σήμερα δεν έχουν εντοπίσει κανένα αξιόπιστο στοιχείο που να επιβεβαιώνει τους αμερικανικούς ισχυρισμούς ή να τεκμηριώνει επιστημονικά τα προβλήματα που υποστήριξαν πως αντιμετώπισαν οι αμερικανοί διπλωμάτες. Η Κούβα διατρανώνει πως δεν είχε καμιά σχέση με τα περιστατικά αυτά, επαναβεβαιώνει ότι είναι έτοιμη να «συνεργαστεί με τις αρχές των ΗΠΑ προκειμένου να ξεκαθαρίσει η κατάσταση» αυτή, που επανέφερε τη διπλωματική κρίση μεταξύ των δύο χωρών. Αξίζει να σημειωθεί πως η κυβέρνηση της Κούβας έχει αιτηθεί να ερευνήσει σε βάρος τα περιστατικά ωστόσο οι ΗΠΑ «δεν της εξασφάλισαν καμία πρόσβαση στα ιατρικά αρχεία, ούτε πληροφορίες».
Στα τέλη Μαΐου, η πρεσβεία των ΗΠΑ στην Κίνα κήρυξε με τη σειρά της συναγερμό καθώς η Ουάσινγκτον ισχυρίστηκε πως και στο Πεκίνο αμερικανοί διπλωμάτες δέχθηκαν επίθεση από αντίστοιχα όπλα. Ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Μάικ Πομπέο ανακοίνωσε εν μέσω του σάλου τη δημιουργία μιας «task force», μιας ειδικής επιχειρησιακής ομάδας με τη συμμετοχή στελεχών διαφόρων υπουργείων και υπηρεσιών, η οποία θα αναλάβει τον συντονισμό της αντίδρασης της αμερικανικής κυβέρνησης σε αυτά τα μυστηριώδη «συμβάντα υγείας».
Παρά τους ισχυρισμούς του Λευκού Οίκου, θεωρία ότι υπερηχητικά όπλα χρησιμοποιήθηκαν για να στοχεύσουν διπλωμάτες έχει σε μεγάλο βαθμό ακυρωθεί, ακόμα και από το FBI, αλλά και από ανεξάρτητους πανεπιστημικούς ερευνητές. Πάντως ερωτήματα προκάλεσε το γεγονός πως σε ανάλογους ισχυρισμούς προέβησαν και οι Καναδοί διπλωματές. Εν ολίγοις, ολόκληρη η υπόθεση παραμένει περίπλοκη. Σε κάθε περίπτωση, οι «ηχητικές επιθέσεις» έχουν χρησιμεύσει ως το τέλειο πρόσχημα για τη διοίκηση του Τραμπ να υιοθετήσει μια σκληρότερη στάση απέναντι στην Κούβα.
Από την άλλη οι επιχειρηματίες βλέπουν τα οφέλη του εμπορίου με την Κούβα. Εκπρόσωποι από το Κεντάκι και το Τέξας ταξίδεψαν ήδη στην Κούβα ή τουλάχιστον εξέφρασαν ενδιαφέρον για την επέκταση των δεσμών με το νησί. Η δυνατότητα εξαγωγής κρέατος και γεωργικών προϊόντων στην Κούβα ή η ίδρυση εργοστασίου παραγωγής εξαρτημάτων μηχανών εκεί είναι ισχυρά κίνητρα για επιχειρηματικά συμφέροντα που μπορούν να πιέσουν τους αντιπροσώπους να καταπιούν οποιεσδήποτε ιδεολογικές αντιρρήσεις ενδέχεται να έχουν. Σε αυτό προσβλέπει και η Κούβα για την ομαλοποίηση των σχέσεων. Η σοφία αυτής της κουβανικής στρατηγικής και η ισχυρή έλξη οικονομικού συμφέροντος καθιστούν αυτήν την προσέγγιση βιώσιμη για το προσεχές μέλλον.
Η κρίση της Βενεζουέλας και το «πετρέλαιο για γιατρούς»
Εκτός όμως από την επιδείνωση των σχέσεων με την Ουάσινγκτον, η Κούβα έχει πληγεί σοβαρά και από την οικονομική κρίση της Βενεζουέλας. Όπως σημειώνεται στο Reuters, το εμπόριο μεταξύ των δύο χωρών έχει μειωθεί κατά 70% από το 2014. Η Κούβα εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το εμπόριο με τη Βενεζουέλα, επειδή η τελευταία είναι μια σημαντική πηγή φθηνού πετρελαίου. Ενώ η Κούβα εξάγει κάποιο πετρέλαιο για οικιακή χρήση, δεν παράγει όσο χρειάζεται. Το πετρέλαιο της Βενεζουέλας ικανοποιεί την εγχώρια ζήτηση της Κούβας και το Καράκας επιτρέπει στην Κούβα να επανεξαγάγει μέρος του πετρελαίου στην αγοραία αξία, η οποία αποτελεί σημαντική πηγή εσόδων.
Μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ και των άλλων καθεστώτων της Ανατολικής Ευρώπης, η Κούβα ξαφνικά υπέστη σοβαρό πλήγμα στο εμπόριό της, ειδικά του πετρελαίου. Τα χρόνια που ακολούθησαν χαρακτηρίστηκαν από βίαιες ελλείψεις κάθε είδους. Ακόμη και όταν οι Κουβανοί κατάφεραν να βρουν πρόσθετες πηγές εισοδήματος, όπως οι εργασίες στον τουριστικό τομέα ή τα εμβάσματα στο εξωτερικό, δεν υπήρχε τίποτα να αγοράσουν στα καταστήματα. Η μερική ανάκαμψη της Κούβας στα τέλη της δεκαετίας του 1990 και στις αρχές της δεκαετίας του 2000 οφειλόταν σε μεγάλο βαθμό στους πολιτικούς και οικονομικούς της δεσμούς με τη Βενεζουέλα.
Καθώς η κρίση στη Βενεζουέλαβαθαίνει τα τελευταία χρόνια, πολλοί Κουβανοί εκφράζουν τους φόβους τους για επιστροφή στα προηγούμενα «σκοτεινά» χρόνια των ελλείψεων. Το προηγούμενο διάστημα, η κυβέρνηση του Ραούλ δεν έκατσε με σταυρωμένα τα χέρια. Το λεγόμενο πρόγραμμα «πετρέλαιο για γιατρούς», με βάση το οποίο απέστειλε Κουβανούς εμπειρογνώμονες στο εξωτερικό με αντάλλαγμα προνομιακές τιμές για το πετρέλαιο και άλλους πόρους, είναι ένα μοντέλο που η Αβάνα μπορεί να αναπαραγάγει εύκολα αλλού. Η Κούβα έχει ήδη χρησιμοποιήσει αυτό το μοντέλο για να εισάγει σημαντικές ποσότητες πετρελαίου από την Αλγερία και διατηρεί δεσμούς με άλλες αφρικανικές χώρες που εξάγουν πετρέλαιο, όπως η Νιγηρία και η Αγκόλα. Αν και αυτές οι χώρες δεν έχουν κατ 'ανάγκην τους ίδιους επιτακτικούς λόγους να προσφέρουν στην Κούβα ιδιαίτερα ευεργετικά επιτόκια, αυτές οι προσπάθειες μπορούν τουλάχιστον μερικώς να γλιτώσουν την Κούβα από τις χειρότερες διακυμάνσεις των παγκόσμιων αγορών πετρελαίου.
Η Κούβα παράλληλα ενίσχυσε επίσης τους δεσμούς της με τη Ρωσία και την Κίνα, τόσο σημαντικούς εμπορικούς εταίρους όσο και πιθανά στρατηγικά αντίβαρα στις ΗΠΑ. Η Ρωσία συμφώνησε πρόσφατα να εξάγει σημαντικές ποσότητες πετρελαίου στην Κούβα και κεφάλαια για έργα υποδομής της Κούβας και μάλιστα αυτές οι νέες συνδέσεις αφήνουν την πόρτα ανοιχτή σε περαιτέρω στρατιωτικές και στρατηγικές συμφωνίες. Από την πλευρά της, η Κίνα διατηρεί σημαντικές επενδύσεις στη χώρα της Καραϊβικής και αντιπροσωπεύει έναν πιθανό στρατηγικό σύμμαχο για την Κούβα σε πολιτικά και στρατιωτικά ζητήματα.
Η κυβέρνηση της Κούβας προσπαθεί επίσης να προσελκύσει ξένα κεφάλαια για έργα που κυμαίνονται από ξενοδοχεία μέχρι τη ζώνη ειδικής ανάπτυξης Mariel (ZEDM). Η κυβέρνηση σκοπεύει να μετατρέψει το λιμάνι της Mariel, σε μικρή απόσταση από τη δυτική πλευρά της Αβάνας, σε έναν σημαντικό βιομηχανικό κόμβο όπου οι ξένες εταιρείες μπορούν να δημιουργήσουν εργοστάσια με όρους που δεν επιτρέπονται για ξένες επιχειρήσεις αλλού στην Κούβα. Τα δυνητικά οφέλη περιλαμβάνουν φόρους στις επιχειρήσεις που λειτουργούν στο ZEDM, οι οποίες θα μπορούσαν να αποτελέσουν σημαντική ροή εσόδων, καθώς και σχετικά υψηλούς μισθούς (σε σύγκριση με την κυβερνητική απασχόληση). Μέχρι στιγμής, εταιρείες από την Ισπανία, τη Γαλλία, τη Βραζιλία, το Μεξικό και τη Νότια Κορέα έχουν ήδη δηλώσει συμμετοχή στο ZEDM, αν και το ποσό που επενδύεται παραμένει κάτω από τους δηλωμένους στόχους της κυβέρνησης της Κούβας.
Κάτω από μια λιγότερο αντιδραστική αμερικανική κυβέρνηση, φαίνεται πιθανό ότι περισσότερες αμερικανικές εταιρείες θα επωφεληθούν από αυτή την ευκαιρία. Εταιρείες που δεν έχουν άλλη ιδεολογία από το δολάριο, θα μπορούσαν να ενισχύσουν την υποστήριξη των ΗΠΑ για τις θερμότερες σχέσεις με το νησί.
Όταν ο σοσιαλισμός της Ανατολικής Ευρώπης κατέρρευσε στις αρχές της δεκαετίας του 1990 και η Κούβα έμεινε σχεδόν εξ ολοκλήρου μόνη της για να αντιμετωπίσει τη φρίκη της «Ειδικής Περιόδου», η κουβανική οικονομία ήταν πολύ πιο ευάλωτη από ό, τι σήμερα. Είχε χάσει τους βασικούς οικονομικούς εταίρους της καθώς και τον κύριο εγγυητή της κατά της επιθετικότητας των ΗΠΑ, της ΕΣΣΔ. Η σοβιετική παρουσία στην Κούβα ήταν το κεντρικό θέμα που έφερε τις ΗΠΑ στο τραπέζι για την άρση του εμπάργκο και την ομαλοποίηση των σχέσεων, δεδομένου ότι η Ουάσιγκτον ήθελε να περιορίσει την παρουσία της Μόσχας στην Καραϊβική και η Αβάνα θα μπορούσε να αξιοποιήσει το γεγονός αυτό προς όφελός της. Ενώ η Βενεζουέλα έχει διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην ανάκαμψη της οικονομίας της Κούβας, η Αβάνα δεν εξαρτάται από το βαθμό που εξαρτιόταν κάποτε από τη Μόσχα. Αν και είναι δύσκολο να διακρίνει κανείς τι θα συμβεί τα επόμενα χρόνια, η Κούβα βρίσκεται σε πολύ καλύτερη θέση από ό, τι το 1991.
Τώρα, λοιπόν, ενώ το διεθνές μέτωπο παρουσιάζει πολλά προβλήματα, τα οποία μοιάζουν με ευκαιρίες για τη νέα κυβέρνηση, τα πράγματα στο εσωτερικό μέτωπο του νησιού είναι ζόρικα. Οι περισσότεροι κρατικοί μισθοί παραμένουν ανεπαρκείς για να καλύψουν ακόμη και βασικές ανάγκες. Σύμφωνα με την Εθνική Στατιστική Υπηρεσία. ο μέσος μισθός των εργαζομένων στον κρατικό τομέα της Κούβας και των μεικτών εταιρειών δημόσιου-ιδιωτικού τομέα ήταν 740 κουβανικά πέσος (CUP) το 2016. Με την τρέχουσα συναλλαγματική ισοτιμία αυτή είναι περίπου 29,60 δολάρια το μήνα. Παράλληλα το Κράτος εξασφαλίζει δωρεάν τα βασικά αγαθά για την διαβίωση των πολιτών, ενώ ένα μεγάλο μέρος συγκεντρώνει σημαντικά ποσά, πολύ υψηλότερα από τον μηνιαίο μισθό, και από τη μαύρη αγορά, που ανθίζει κυρίως με τον τουρισμό και με τη χρήση του διπλού νομίσματος (σημ: διαφορετικά νομίσματα και τιμές για τουρίστες και ντόπιους).
Η εξασφάλιση της καθημερινότητας και η παροχή στέγης για όλους τους πολίτες αποτελούν σημαντικά επιτεύγματα της Επανάστασης. Ωστόσο, όπως παρατηρεί και το Jacobin, στην παρούσα φάση, είναι αναποφεύκτο πως η αδυναμία της κουβανικής κυβέρνησης να προσφέρει έναν υψηλότερο μισθό στους εργαζόμενους, υπονομεύει ορισμένα από τα ιστορικά επιτεύγματα της επανάστασης, όπως το σύστημα υγειονομικής περίθαλψης και την καθολική δωρεάν εκπαίδευση. Μέχρις ότου αποκατασταθούν οι μισθοί, είναι απίθανο η Κούβα να μπορέσει να αναπαράγει το υψηλό επίπεδο της εκπαιδευτικής ποιότητας που πέτυχε στη δεκαετία του '70 και '80 πριν από την «σοσιαλιστική κατάρρευση» που ξεκίνησε το 1991.
Ο κρατικός τομέας στο σύνολό του, συμπεριλαμβανομένου της υγειονομικής περίθαλψης και της εκπαίδευσης, συνεχίζει να απασχολεί την πλειοψηφία των Κουβανών εργαζομένων, οπότε η επίλυση του προβλήματος των ανεπαρκών μισθών παραμένει επείγουσα προτεραιότητα για το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού. Υπάρχουν όμως πολλές ακόμη εγχώριες ανησυχίες. Η χρόνια αποτυχία της κυβέρνησης να κοινοποιήσει σχέδια και έργα στο κοινό, οι διαφωνίες στον τομέα του πολιτισμού και της λογοκρισίας, η λαϊκή συμμετοχή στη διαδικασία λήψης αποφάσεων είναι κάποια από τα ακανθώδη ζητήματα και δεν είναι σαφές πώς η κυβέρνηση μπορεί να τα αντιμετωπίσει όλα.
Πάντως φαίνεται ότι η κυβέρνηση της Κούβας έχει επίγνωση των προκλήσεων που αντιμετωπίζει. Οι συνταγματικές μεταρρυθμίσεις που θα ξεκινήσουν τον Ιούλιο του τρέχοντος έτους είναι ένα ακόμη μήνυμα ότι η κυβέρνηση έχει επίγνωση της απαρέγκλιτης νομιμότητάς της.
Ενώ η στήριξη για την κυβέρνηση δεν ήταν ποτέ καθολική, η νομιμοποίηση του Φιντέλ μεταξύ των δικών του υποστηρικτών ήταν τουλάχιστον αρκετά σημαντική ώστε να χρησιμεύσει ως αντίβαρο σε μια αποσπασμένη αντιπολίτευση και στους πολλούς κοινούς ανθρώπους που απλώς ήθελαν να φροντίσουν τα του εαυτού τους και των φίλων και της οικογένειάς τους. Το πιο σημαντικό, η νομιμοποίησή του δεν βασιζόταν ποτέ στην εφήμερη οικονομική ευημερία αλλά προσωπικά στην αφοσίωση στον Φιντέλ, στην υποστήριξη του σοσιαλισμού ως καθολικού πολιτικού σχεδίου και στην απαίτηση της κυβέρνησης να προστατεύσει την εθνική κυριαρχία της Κούβας από ξένους ιμπεριαλιστές.
Σήμερα, η οικοδόμηση της νομιμοποιήσης αποκλειστικά στην οικονομική ευημερία θα μπορούσε κανείς να την περιγράψει ως οικοδόμηση ενός σπιτιού στην άμμο. Η κυβέρνηση βρίσκεται σε σταυροδρόμι. Εάν επικεντρωθεί αποκλειστικά στις οικονομικές μεταρρυθμίσεις και περιορίσει την πολιτική μεταρρύθμιση το αποτέλεσμα θα είναι σκληρό αλλά εύθραυστο. Μόνο με τη δημιουργία νέων μέσων νομιμοποίησης -όπως να καταστεί η Εθνοσυνέλευση της Λαϊκής Εξουσίας ένα πραγματικό όργανο διακυβέρνησης και λήψης αποφάσεων αντί για μια δοξασμένη επιτροπή σφραγίδων - θα μπορέσει η κυβέρνηση να επιβιώσει. Και μόνο με την καθιέρωση δημοκρατικών μεταρρυθμίσεων μπορεί η Επανάσταση να ολοκληρώσει τελικά στις υποσχέσεις της. Αυτοί οι παράγοντες πιέζουν την κυβέρνηση για αλλαγή, ανεξάρτητα από το τι μπορεί να θέλει. Το ερώτημα παραμένει, κατά πόσον οι ηγέτες της Κούβας θα το τολμήσουν ή όχι.
Πηγή: tvxs.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου