Σε δύο σημαντικά συμπεράσματα έχουν καταλήξει στις Βρυξέλλες γύρω από
το ελληνικό ζήτημα: το πρώτο είναι ότι η Αθήνα δεν έχει ανάγκη από ένα
4ο πρόγραμμα στη μορφή που είναι σήμερα, από τη στιγμή που το
αποθεματικό ασφαλείας των 16,4 δισ. ευρώ -που εκτιμάται ότι θα χτιστεί
σταδιακά έως τον Αύγουστο με τη συνεισφορά των διαθεσίμων του ευρύτερου
δημόσιου τομέα- μπορεί να λειτουργήσει ως μία «άτυπη» πιστωτική γραμμή.
Το δεύτερο είναι ότι η ελληνική οικονομία χρειάζεται οπωσδήποτε
εποπτεία μετά την έξοδο από τα μνημόνια, και μάλιστα αυξημένη, διότι τα
ρίσκα για πλεονάσματα 3,5% ώς το 2022 είναι πολύ μεγάλα.
Πρώτο και βασικότερο ρίσκο που βλέπουν στη βελγική πρωτεύουσα είναι η
μεταρρυθμιστική «κόπωση», η οποία σε ένα βαθμό θα μπορούσε να
δικαιολογηθεί μετά τη βίαιη προσαρμογή της ελληνικής οικονομίας και των
ριζικών αλλαγών που συνέβησαν στο ελληνικό κράτος.
Ωστόσο, το γεγονός ότι οι στόχοι στα πλεονάσματα θα παραμείνουν
υψηλοί τα επόμενα και ότι, σύμφωνα με το μεταμνημονιακό πλαίσιο
δεσμεύσεων που ετοιμάζεται, η Ελλάδα θα πρέπει να παραδίδει
μεταρρυθμίσεις για να παίρνει ως αντάλλαγμα μέτρα διευθέτησης του
χρέους, δεν αφήνουν το παραμικρό περιθώριο για χαλάρωση.
Απαιτείται συνέχιση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων σε τομείς που
συνδέονται με τις αγορές, όπως είναι η ενέργεια, που θα επιτρέψουν στην
Ελλάδα να αποκτήσει μία βιώσιμη ανάπτυξη που είναι και ο επόμενος
μεγάλος κίνδυνος.
Ηδη η αναθεώρηση του στόχου της ελληνικής οικονομίας στο 1,4% για το
2017 από 1,6% και στο 2,3% της εκτίμησης για το 2018 από 2,5% και
μάλιστα πριν προλάβει να συμπληρωθεί το α' τρίμηνο, έχει εντείνει τον
προβληματισμό στους αξιωματούχους της βελγικής πρωτεύουσας.
Σε αυτό ακριβώς μπαίνει «σφήνα» το ΔΝΤ, παρουσιάζοντας την δική του
θεωρία η οποία είναι: για να μην κινδυνεύσουν οι στόχοι στα πλεονάσματα
από την εγκατάλειψη της μεταρρυθμιστικής προσπάθειας θα πρέπει όλα τα
μέτρα της διετίας 2019 – 2020 να έρθουν πιο μπροστά.
Μιλάμε για την πρόωρη μείωση του αφορολογήτου ταυτόχρονα με τη μείωση
των συντάξεων όπου χωρίς την εφαρμογή των θετικών μέτρων οι
επιβαρύνσεις για περίπου 1,2 εκατ. φορολογούμενους θα είναι
δυσβάστακτες.
Στις Βρυξέλλες κρατούν αποστάσεις από αυτήν τη θεωρία και
εξακολουθούν να τονίζουν ότι υπάρχουν προϋποθέσεις για να μπορέσει η
ελληνική οικονομία να μπει σε βιώσιμο δρόμο και αυτές είναι η μείωση των
κόκκινων δανείων, η αύξηση των επενδύσεων μέσα από ένα φορολογικό
πλαίσιο που θα είναι φιλικό προς τους επενδυτές, η αναθεώρηση των
αντικειμενικών αξιών και ο εκσυγχρονισμός κρατικής μηχανής.
Από την άλλη, δεν παύουν να ανησυχούν για τα αποτελέσματα από τα
stress tests των ελληνικών τραπεζών που θα ανακοινωθούν 5 Μαΐου και από
τα οποία θα φανεί αν θα προκύψουν νέες ή όχι κεφαλαιακές ανάγκες.
Συντάκτης: Μάριος Χριστοδούλου
Πηγή: efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου