Το παγκόσμιο χάος με τον πόλεμο, τις συγκρούσεις, την μαζική
μετανάστευση, τις τρομοκρατικές βομβιστικές επιθέσεις και τις σφαγές
πολιτών, με τις μεγάλες δυνάμεις όπως οι ΗΠΑ του Τραμπ, η Ρωσία και η
Τουρκία, να επιδιώκουν κυνικά τα δικά τους συμφέροντα, ξεκινούν από τις
αρχές της δεκαετίας του 1990.
Η πτώση του τείχους του Βερολίνου
υποδήλωνε μια εποχή ευτυχισμένης παγκοσμιοποίησης και η δυτική επέμβαση
στον πρώτο πόλεμο του Κόλπου φαινόταν να ταιριάζει στο πλαίσιο των
Ηνωμένων Εθνών. Αλλά στη δεκαετία του 1990 οι ΗΠΑ προσπάθησαν να
επιβάλουν νέους κανόνες.
Η
διεθνής τάξη που εγκαθιδρύθηκε το 1945 αντιμετώπισε πολλές κρίσεις,
αλλά βάση της παρέμεναν οι ανθρωπιστικές και κοινωνικές αρχές της
Διάσκεψης της Φιλαδέλφειας (1944) και της Διάσκεψης του Σαν Φρανσίσκο
που απαγόρευσε τον πόλεμο (1945) και η οποία οδήγησε στη δημιουργία του
ΟΗΕ.
Το Κόσοβο, το 1999, ήταν μια δοκιμασία. Όσοι ενεπλάκησαν
επιχείρησαν να δημιουργήσουν ένα επίσημο δικαίωμα παρέμβασης στις
εσωτερικές υποθέσεις. Η επέμβαση στη Λιβύη το 2011, αποκάλυψε
επικίνδυνες αντιφάσεις.
Η αστάθεια πλέον είναι τόσο ιδεολογική,
όσο και οικονομική και επιπλέον είναι παγκόσμια, σημειώνει ανάλυση της
Le Monde Diplomatique. Ενώ οι οικονομικές κρίσεις του 1998 και του 2008
θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν καμπανάκια, η εκλογή του Τραμπ αποτέλεσε
μια πρόκληση για το δόγμα του ελεύθερου εμπορίου και ένα προμήνυμα της
καταστροφής των κοινωνικών δικαιωμάτων.
Παράλληλα υπάρχει μια
μεταβαλλόμενη ισορροπία των εξουσιών. Εμφανίζονται νέες δυνάμεις οι
οποίες αυξάνονται ενώ άλλες παραμένουν σταθερές. Επιπλέον υπάρχει
συνεχής τροποποίηση των κανόνων του διεθνούς παιχνιδιού, που
δημιουργήθηκαν τη δεκαετία του 1990 και σήμερα αμφισβητούνται.
Από
το 1945 έως τη δεκαετία του 1990, οι κανόνες ορίζονταν από τον Χάρτη
των Ηνωμένων Εθνών. Οι ισχυροί χρησιμοποιούσαν συχνά το βέτο για να
παρακάμψουν τους κανόνες και να παρεμβαίνουν στρατιωτικά στις περιοχές
επιρροής τους: η Σοβιετική Ένωση στην Ανατολική Ευρώπη, οι ΗΠΑ στην
Κεντρική Αμερική, η Γαλλία στην Αφρική, το Ισραήλ στις γειτονικές
περιοχές. Αλλά δεν προσπάθησαν να αλλάξουν τους κανόνες ή να θέσουν
καινούργιους και απέφευγαν να τους παραβιάζουν ανοιχτά.
Ωστόσο,
κατά τη διάρκεια της προεδρίας του Μπιλ Κλίντον, η Δύση θέλησε να
αλλάξει τους κανόνες, ιδίως όσον αφορά το δικαίωμα για πόλεμο (jus ad
bellum) κι αυτός είναι ένας λόγος για την τρέχουσα αστάθεια στις
διεθνείς σχέσεις. Στην αρχή υπήρξαν μικρές αντιδράσεις, αλλά η παρέμβαση
του 2011 στη Λιβύη και ο πόλεμος της Συρίας άλλαξαν τα πράγματα, παρότι
δεν υπήρξε ούτε επιστροφή στην τάξη του 1945, ούτε καθιερώθηκε μια
σαφής νέα τάξη.
Η παρέμβαση του ΝΑΤΟ στο Κόσοβο το 1999,
χαρακτηριστική του πολιτικού κλίματος της δεκαετίας του 1990, ήταν μια
παραβίαση των διεθνών σχέσεων που δεν θεωρήθηκε ευρέως ως τέτοια και δεν
έχει ποτέ διορθωθεί. Η προπαγάνδα στα μέσα ενημέρωσης κατά τη διάρκεια
του βομβαρδισμού του Βελιγραδίου (χωρίς εντολή του ΟΗΕ και κατά παράβαση
των κανόνων του πολέμου) ήταν η αρχή μια ιδεολογικής συναίνεσης που
υπονόμευε τη συναίνεση του 1945 που με πολύ κόπο και δυσκολία είχε
επιτευχθεί.
Υπήρξε τότε η εκ προθέσεως αποτυχία της διάσκεψης
Ραμπουγιέ. Οι ΗΠΑ με τη βοήθεια της Γερμανίας χειραγωγούσαν τις
ευρωπαϊκές χώρες, συμπεριλαμβανομένης και της Γαλλίας που ήταν ιστορική
σύμμαχος της Σερβίας. Έτσι έγινε μια συνειδητή στρατιωτική επιλογή ενώ
τα ειρηνικά μέσα θα μπορούσαν να αποτρέψουν τις σφαγές που ακολούθησαν.
Η
διάσκεψη απέτυχε να κλείσει με συμφωνία καθώς ο Σέρβος πρόεδρος
Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς δέχτηκε να τοποθετηθούν στη Σερβία διεθνείς
παρατηρητές από την ΕΕ ή τον Οργανισμό για την Ασφάλεια και τη
Συνεργασία στην Ευρώπη (ΟΑΣΕ), αλλά αρνήθηκε να δεχτεί απεσταλμένους του
ΝΑΤΟ, των οποίων την αμεροληψία είχε κάθε λόγο να αμφισβητεί. Τον
Μάρτιο του 1999, οι ΗΠΑ, με την υποστήριξη της Γαλλίας και του Ηνωμένου
Βασιλείου, ξεκίνησαν τους βομβαρδισμούς που οδήγησαν στην παράδοση της
Σερβίας τρεις μήνες αργότερα. Αυτή η προσφυγή σε στρατιωτική επέμβαση
υπό συνθήκες που δεν καλύπτονται από το Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών
αντικατοπτρίστηκε και στην εισβολή στο Ιράκ το 2003, αυτή τη φορά χωρίς
τη στήριξη της Γαλλίας.
Η παρέμβαση του ΝΑΤΟ στο Κόσοβο οδήγησε
στα αντίποινα εθνοκάθαρσης εναντίον των Σέρβων. Η κατάρρευση της
Γιουγκοσλαβίας το 1991 ήδη συνέβαλε στη δημιουργία με την υποστήριξη της
διεθνούς κοινότητα (ιδίως της ΕΕ), μικροσκοπικών με εθνικιστική ή
ποινική βάση κρατών. Η ηγέτες της Σερβίας δικάστηκαν για αδικήματα
εναντίον των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για
την πρώην Γιουγκοσλαβία το 2010, αλλά τα εγκλήματα πολέμου του ΝΑΤΟ,
συμπεριλαμβανομένου του σκόπιμου βομβαρδισμού πολιτικών στόχων, όπως η
Ραδιοτηλεόραση της Σερβίας, δεν τιμωρήθηκαν ποτέ.
Αυτά τα διπλά
στάνταρτς είχαν αρνητικό αντίκτυπο στις διεθνείς σχέσεις καθώς η
επέμβαση δε μπορούσε να δικαιολογηθεί με βάση τα όσα ανέφερε η Χάρτα των
Ηνωμένων Εθνών για το απαραβίαστο των συνόρων και την κατάργηση ενός
κράτους μέλους (Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας). Η Ρωσία
τώρα μάλιστα ασκεί κριτική για την διπροσωπία των δυτικών που την
επικρίνουν για την Αμπχαζία, την Νότια Οσετία και την Κριμαία ενώ
επέτρεψαν να γίνουν τα προαναφερθέντα στο Κόσοβο. Οι δυτικοί φυσικά
απορρίπτουν αυτή τη σύγκριση.
Ο πρώην πρόεδρος των Γιατρών Χωρίς
Σύνορα, Ρόνι Μπράουμαν, που τότε ενέκρινε, πλέον υποστηρίζει ότι το
Κόσοβο «ήταν χωρίς αμφιβολία ένα παράδειγμα παρεμβολής. Μπορούμε να
υποστηρίξουμε ότι ήταν μια εκδήλωση του δικαιώματος της ένοπλης
παρέμβασης που έκανε θριαμβευτική επιστροφή στον ΟΗΕ».
Το 2005,
ένα ψήφισμα της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ αναγνώρισε μια νέα αρχή που
δεν κάλυπτε ο Χάρτης του 1945: την ευθύνη προστασίας. Αυτό σημαίνει ότι
μια κυβέρνηση, αν και τυπικά κυρίαρχη, έχει υποχρεώσεις έναντι των
πολιτών της. Η διεθνής κοινότητα μπορεί να καθορίσει αυτές τις
υποχρεώσεις και να χρησιμοποιήσει στρατιωτική δύναμη για να αναγκάσει
την κυβέρνηση να τις εκπληρώσει.
Δεν είναι τυχαίο ότι η αρχή αυτή
δημιουργήθηκε από μια επιτροπή που διατύπωσε τα συμπεράσματα της το
1999. Ο Μπράουμαν σημειώνει ότι η παρέμβαση στο Κόσοβο «δεν ήταν άσχετη
με τα τελικά σχόλια και τις προτάσεις». Υπό αυτή την έννοια, η παρέμβαση
του 2011 στη Λιβύη, η μόνη στρατιωτική επιχείρηση που αποφασίστηκε από
το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ με βάση την ευθύνη για προστασία, είχε
μια αντιστοιχία με το Κόσοβο.
Στα Ηνωμένα Έθνη, η δεκαετία του
1990 είναι γνωστή ως «δεκαετία κυρώσεων»: το Συμβούλιο Ασφαλείας, που
κυριαρχείται από τα τρία μόνιμα δυτικά μέλη, δηλαδή: ΗΠΑ, Ηνωμένο
Βασίλειο και Γαλλία, υιοθέτησε, πολλές φορές με αμφισβητούμενα
αποτελέσματα, μέτρα εναντίον κρατών που «αποτελούν απειλή για τη διεθνή
ειρήνη και ασφάλεια». Η απαγόρευση όλων των διεθνών συναλλαγών με το
Ιράκ κατά τον πρώτο πόλεμο του Κόλπου είχε, για παράδειγμα, ένα πολύ
άγριο και άδικο αποτέλεσμα εναντίον των πολιτών του.
Από τότε η
τάση είναι να επεκτείνονται οι αποστολές του Συμβουλίου Ασφαλείας πέρα
από το νομικό πλαίσιο. Οι δικηγόροι Άναις Σιλ και Μούλουντ Μπούμγκαρ
σημειώνουν για το Κόσοβο και το Ιράκ ότι «αυτές οι εκτεταμένες και
μάλιστα τεχνητές ερμηνείες των ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας
αποτελούν παραδείγματα καταστρατήγησης του συλλογικού συστήματος
ασφαλείας, αποδυναμώνουν την εξουσία και την αξιοπιστία του θεσμού και
τελικά αυξάνουν τον αριθμό των εξαιρέσεων από την απαγόρευση προσφυγής
στη βία. Έτσι αμφισβητείται ολόκληρο το οικοδόμημα που δημιουργήθηκε με
τον Χάρτη του ΟΗΕ». Ουσιαστικά αυτό που έγινε ήταν ότι ενώ κάποιοι
υποχρεούνται να ακολουθούν σχολαστικά τους κανόνες, κάποιοι άλλοι
απολαμβάνουν το κυνικό προνόμιο της realpolitik. Για παράδειγμα το
Ισραήλ παραβιάζει κατ’ επανάληψη το διεθνές δίκαιο ατιμώρητα.
Το
σημείο κατά το οποίο ο ΟΗΕ άρχισε να απομακρύνεται από την ιδεολογία της
δεκαετίας του 1990 ήταν η γαλλοβρετανική επέμβαση στη Λιβύη το 2011, η
οποία αποδυνάμωσε τη συναίνεση μεταξύ των πέντε μόνιμων μελών του
Συμβουλίου Ασφαλείας. Η αποχή της Ρωσίας και της Κίνας επέτρεψε την
έγκριση ενός ψηφίσματος το οποίο εξουσιοδοτούσε τα κράτη μέλη να «λάβουν
όλα τα αναγκαία μέτρα για την προστασία των αμάχων και των πολιτών
κατοικημένων περιοχών», επιβάλλοντας μια ζώνη απαγόρευσης πτήσεων και
αποκλείοντας παράλληλα μια «ξένη κατοχή».
Εφόσον ισχύει η αρχή
της ευθύνης προστασίας, η εφαρμογή της αποτελεί μια αναδρομική
αναθεώρηση του Χάρτη του ΟΗΕ, με όλες τις αβεβαιότητες που αυτό
συνεπάγεται. Όμως οποιαδήποτε αναθεώρηση του Χάρτη, ιδίως των
διαρθρωτικών του στοιχείων, πρέπει να ακολουθεί τις επίσημες
διαδικασίας, προκειμένου να μην προκαλέσει κρίση εμπιστοσύνης μεταξύ των
κρατών μελών, συμπεριλαμβανομένων των πιο ισχυρών.
Το ΝΑΤΟ
υπερέβη την εντολή που του δόθηκε από το Συμβούλιο Ασφαλείας. Το διεθνές
δίκαιο απαγορεύει την ανατροπή μιας κυβέρνησης ως στόχο ενός πολέμου.
Όμως η επέμβαση στη Λιβύη οδήγησε στην πτώση του Καντάφι. Τα γεγονότα
αυτά σόκαραν την Κίνα και τη Ρωσία που αισθάνθηκαν ότι εξαπατήθηκαν και
αποφάσισαν ότι δεν θα αφήσουν ξανά να συμβεί κάτι τέτοιο.
Ξεπερνώντας
τη Λιβύη, η σύγκρουση στη Συρία σηματοδότησε το τέλος του μονοπολικού
κόσμου που υπήρξε τόσο βολικός για τη Δύση. Η Γαλλία και οι ΗΠΑ που τόσο
πρόθυμα ξεκίνησαν τον πόλεμο εναντίον του Μπασάρ αλ Ασάντ το 2012,
παρακολουθούν τώρα μια ειρηνευτική διαδικασία χωρίς τη συμμετοχή τους.
Αν
και το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών εξακολουθεί να έχει
κεντρική θέση στη διαχείριση της συλλογικής παγκόσμιας ασφάλειας, οι
κανόνες του παιχνιδιού έχουν πλέον γίνει επικίνδυνα αμφίβολοι. Εκτός από
την υποκριτική και αποσταθεροποιητική συμπεριφορά κυρίως των πέντε
μόνιμων μελών του, υπάρχει ακόμη ένα ζήτημα.
Η διεθνής κοινωνία
αντιμετωπίζει σήμερα νέα προβλήματα που δεν προέβλεπε ο Χάρτης του 1945
και τα οποία απαιτούν προσεκτική και υπεύθυνη δράση. Πολλές συγκρούσεις
δεν ταιριάζουν στις παλιές κατηγορίες. Δεν είναι ούτε διεθνείς, ούτε
εσωτερικές, αλλά διεθνοποιημένες εσωτερικές συγκρούσεις, τοπικές
συγκρούσεις στις οποίες εμπλέκεται και το διασυνοριακό, οργανωμένο
έγκλημα και τρομοκρατικές ομάδες.
Εάν η μεταρρύθμιση του ΟΗΕ δεν
συνδεθεί με ένα στρατηγικό όραμα για το μέλλον της ανθρωπότητας, υπάρχει
σημαντικός κίνδυνος ο επιθυμητός μετασχηματισμός να μην επιτευχθεί. Κι
αυτό θα σημαίνει ότι θα είναι η επόμενη γενιά που θα πρέπει να
επιδιορθώσει τη ζημιά.
Πηγή: tvxs.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου