«Οι Σκοπιανοί μάς κλέβουν την ιστορία» είναι ένα από τα συνθήματα που
ακούγονται αναφορικά με το μακεδονικό ζήτημα. Παραδόξως δεν ακούγεται
το σύνθημα «Οι Τούρκοι μάς κλέβουν την ιστορία» (προβολή αρχαίων και
βυζαντινών μνημείων στις τουριστικές διαφημίσεις τους) ή «Οι Γερμανοί
μάς κλέβουν την ιστορία», γιατί αν ένα έθνος έκανε υπερδανεισμό
ελληνικής ιστορίας, από τον 19ο αιώνα, είναι το γερμανικό. Αλλά τι
«κλέβουν»;
Ο ίδιος ο όρος «ιστορία» δεν έχει ένα μόνο νόημα. Τι σημαίνει «έχω
ιστορίες» ή «Ιστορία μου, αμαρτία μου, λάθος μου μεγάλο»; Τι σημαίνει η
λέξη ιστορία στις φράσεις «το ιστορικό κέντρο της Αθήνας», «ο ναός
ιστορήθηκε το 1650», «η ιστορική ηγεσία του κόμματος», το «ιστορικό
μυθιστόρημα», «το ιστορικό του ασθενούς»; Τι κοινό και ποιες διαφορές
έχουν όλες αυτές οι χρήσεις της λέξης ιστορία;
Δύο από τις επικρατέστερες ερμηνείες: Η ιστορία ως όσα συνέβησαν,
δηλαδή το παρελθόν, και η ιστορία ως η εξιστόρηση των όσων συνέβησαν.
Ποια είναι η διαφορά; Η έρευνα, η νοητική αναπαράσταση, η γραφή, η
ένταξη στα παροντικά συμφραζόμενα διαμεσολαβούν, δημιουργούν
διαφορετικές εκδοχές, οι οποίες πολλαπλασιάζονται γιατί οι αναγνώστες
ανάλογα με τις προσλαμβάνουσες και τον τρόπο σκέψης καταλαβαίνουν
διαφορετικά και αποδίδουν διαφορετικές ερμηνείες στα κείμενα που
διαβάζουν.
Αυτά τα ενδιάμεσα στάδια της γραφής και της ανάγνωσης ονομάζονται
«διαμεσολαβήσεις». Η διαμεσολάβηση οδηγεί σε διαφορετικές εκδοχές. Οι
εκδοχές δεν περιλαμβάνουν μόνο διαφορετικές ερμηνείες και αξιολογήσεις
των όσων συνέβησαν, αλλά και διαφορετικές σειρές γεγονότων. Παρουσίες
και απουσίες.
Ενα παράδειγμα: Ας σκεφτεί ο καθένας την προσωπική του ιστορία. Σε
διαφορετικές στιγμές της ζωής του, άλλοτε δίνει το ένα νόημα, άλλοτε το
άλλο. Αλλοτε «θυμάται» ορισμένα γεγονότα και άλλοτε τα «ξεχνά». Ας
δοκιμάσει να γράψει για την ιστορία του.
Η πράξη της γραφής, αυτή καθεαυτή, θα τροποποιήσει την εικόνα που
θέλει να περιγράψει. Οπως στα όνειρα. Δοκιμάζοντας να περιγράψει κανείς
ένα όνειρο, το τροποποιεί γιατί το βάζει στην πειθαρχία της γλώσσας, στη
χρονική διαδοχή, στους περιορισμούς των εκφραστικών δυνατοτήτων. Δηλαδή
προσπαθώντας να περιγράψουμε ένα όνειρο, στην πραγματικότητα το
κατασκευάζουμε. Στο τέλος θεωρούμε ότι το όνειρο που είδαμε είναι εκείνο
που περιγράψαμε. Κάτι ανάλογο συμβαίνει και με την εξιστόρηση του
παρελθόντος. Περιγράφοντάς το, το «κατασκευάζουμε».
Πώς «κατασκευάζεται» η ιστορία; Με τις έννοιες και τα διανοητικά
εργαλεία που διαθέτει κάθε εποχή. Με τις δυνατότητες αλλά και τους
περιορισμούς της γλώσσας και του πολιτισμού. Καλό παράδειγμα είναι ο
τρόπος που άλλαξε η ιστορία της ελληνικής αρχαιότητας, μέσα από τις
διόπτρες των βυζαντινών χρονογράφων, των ουμανιστών της Αναγέννησης και
των Ελλήνων του 19ου αιώνα. Κατασκευή όμως δεν σημαίνει επινόηση. Και
στις τρεις εποχές διάβαζαν Ηρόδοτο, Θουκυδίδη και Ξενοφώντα.
Τους αντιλαμβάνονταν όμως διαφορετικά. Κατασκευή δεν σημαίνει
αυθαιρεσία ή χάλκευση. Η ίδια μελωδία ακούγεται διαφορετικά ανάλογα με
το όργανο, τον εκτελεστή, την εποχή, τον χώρο κ.λπ. Γιατί όμως οι
άνθρωποι ενδιαφέρονται για την ιστορία; Τι θέλουν να μάθουν; Διαφορετικά
πράγματα.
Θέλουν να μάθουν πώς διαμορφώθηκε η εποχή τους, το τώρα από το πριν. Ή
θέλουν να ενισχύσουν την αυτοπεποίθησή τους, να αυτοεπιβεβαιωθούν.
Γιατί η ιστορία λειτουργεί ως καθρέφτης μέσα από τον οποίο ένα έθνος,
όχι μόνο απολαμβάνει τον εαυτό του, αλλά προωθεί την κοινωνική συνοχή
καθρεφτίζοντας τα διάσπαρτα και διαφορετικά μέλη του στον ίδιο καθρέφτη,
διαδίδει βασικές ιδέες και κανόνες συμβίωσης, δημιουργεί, αλλάζει ή
ενισχύει την ταυτότητά του.
Πολλοί πιστεύουν ακόμη ότι η ιστορία παραδειγματίζει ότι «είναι
φιλοσοφία που διδάσκει με παραδείγματα» (Διόδωρος Σικελιώτης). Για
άλλους η γνώση της ιστορίας έχει τον χαρακτήρα πολιτισμικής (και
επομένως κοινωνικής) διάκρισης. Οι «μύστες» της γνώσης.
Οχι λίγοι, βρίσκουν παρηγοριά στην ιστορία, αν μάλιστα η προσφορά
ιστορίας συνοδεύεται και από ηθικές κρίσεις, ακόμη καλύτερα. Η
λογοτεχνία διαβάζεται ως ιστορία και η ιστορία ως λογοτεχνία. Η ιστορία
ως απόλαυση, ως αντικείμενο του πόθου, διεκδίκησης, πόνου, ζηλοτυπίας,
επιθετικότητας.
Αλλά και η ιστορία ως καταπολέμηση στερεοτύπων και προκαταλήψεων. Μια
κοινωνία συσσωρεύει μύθους και στερεότυπα για το παρελθόν το δικό της
και των άλλων, τα οποία τα θεωρεί ως αυτονόητες ιδέες. Η ιστορική γνώση
μπορεί να δείξει αν αυτές οι ιδέες ανταποκρίνονται στα πράγματα. Επίσης η
ιστορία ως γνώση της «ετερότητας».
Αν η γνώση του παρελθόντος είναι μια εκπαίδευση στο να σκεφτόμαστε
κοινωνίες και πολιτισμούς διαφορετικούς από τους σημερινούς, μας καθιστά
περισσότερο ευαίσθητους και ικανότερους στο να κατανοούμε το
διαφορετικό, στη σύγχρονη κοινωνία. Να κατανοούμε δηλαδή λαούς και
κοινωνικές ομάδες διαφορετικές από τις δικές μας. Τέλος, ξεχασμένη πια
χρήση, είναι η γνώση της ιστορίας για την αλλαγή της κοινωνίας.
Πολλές απαντήσεις, γιατί ιστορία δεν είναι η γνώση των γεγονότων. Ο
στρατηγός Φράγκος, ο Μίκης Θεοδωράκης και ο Γιάννης Μπουτάρης μπορεί να
γνωρίζουν το ίδιο καλά τα ιστορικά γεγονότα. Αντιπροσωπεύουν όμως
διαφορετικές, και διακριτές, ιστορικές κουλτούρες.
Συντάκτης: Αντώνης Λιάκος - ιστορικός, Πανεπιστήμιο Αθηνών
Πηγή: efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου