Στην πλέον πολιτική από τις τραγωδίες του Σέξπιρ, «Ιούλιος Καίσαρ»
του 1599, ο Βρούτος επιχειρηματολογεί για την ανάγκη να θανατωθεί ο
«θετός» του πατέρας, υποστηρίζοντας ότι «μεγαλώνοντας θα έφτανε σε
τούτες και τούτες τις ακρότητες, γι’ αυτό στοχάσου τον σαν ένα αυγό
φιδίσιο, που σκάζοντας, κατά το είδος του, θα γίνει κακοποιό». Από αυτές
τις γραμμές προέκυψε το 1977 ο τίτλος της ταινίας «Το αυγό του φιδιού»
του Μπέργκμαν.
Παρ’ όλα τα σχεδόν 400 χρόνια που χωρίζουν τα δύο έργα, μοιράζονται
αναφορές στο ηθικό κενό και την ευκολία εκτροπής της απόλυτης εξουσίας
προς τη βαρβαρότητα, αλλά και τη μετατροπή ενός λαού σε χειραγωγήσιμο
όχλο, υπό το κράτος του φόβου.
Η ταινία τοποθετείται το 1923, αμέσως μετά το αποτυχημένο
«πραξικόπημα της μπιραρίας» του Χίτλερ, ο οποίος, μιμούμενος τον
Μουσολίνι, επιχείρησε να ανατρέψει την κεντρική κυβέρνηση. Στην ταινία, ο
Αβελ, ενός άνεργος ακροβάτης που βιώνει τις συνθήκες αθλιότητας,
απελπισίας, παρακμής, υπερπληθωρισμού και ανεργίας που κυριαρχούσαν στη
μεσοπολεμική Γερμανία, θα δεχτεί μαζί με την πρώην ερωμένη του το
καταφύγιο που τους προσφέρει ο ναζιστής γιατρός Βερέγκους.
Χωρίς να το γνωρίζουν, καθίστανται υποκείμενα ενός «επιστημονικού»
πειράματος, που σκοπεύει να καταγράψει τις αντιδράσεις τους υπό ακραίες
συνθήκες ψυχολογικής πίεσης. Ο Βερέγκους είναι ξεκάθαρος. Αναφερόμενος
στο πώς ένας άνθρωπος δέχεται να μείνει επί 17 μέρες κλεισμένος σε ένα
κελί, υπό συνθήκες απόλυτης ακινησίας, σιωπής και σκότους, σχεδόν
θριαμβολογεί: «Δεν δυσκολευτήκαμε καθόλου, σε διαβεβαιώ. Κάτω από τις
παρούσες συνθήκες, έχουμε ένα τεράστιο απόθεμα υλικού για να διαλέξουμε.
Οι άνθρωποι θα έκαναν τα πάντα για λίγα χρήματα και ένα καλό γεύμα».
Ανθρωποι και πίθηκοι «συναίνεσαν» σε πειράματα εισπνοής καυσαερίων
αυτοκινήτων που χρηματοδοτήθηκαν από παγκοσμίως δεσπόζουσες γερμανικές
αυτοκινητοβιομηχανίες. Ωστόσο, έστω και παθητικά, όλοι μας έχουμε
συναινέσει στη διαρκή ρύπανση και υποβάθμιση του περιβάλλοντος.
Καιρός είναι, λοιπόν, να δοθούν απαντήσεις σε μερικά «αφελή
ερωτήματα»: Γιατί οι αυτοκινητοβιομηχανίες δεν επενδύουν στην ανάπτυξη
αυτοκινήτων αντιρρυπαντικής τεχνολογίας, αλλά αντ’ αυτού αναπτύσσουν
ειδικό λογισμικό που «μαγειρεύει» τις εργαστηριακές μετρήσεις εκπομπής
ρύπων; Γιατί χρηματοδοτούν, ειδικά, «επιστημονικά» πειράματα για ν'
αποδείξουν ότι οι ρύποι είναι «αβλαβείς»; Γιατί το υπάρχον ευρωπαϊκό
θεσμικό πλαίσιο επιτρέπει να γίνονται όλα αυτά; Γιατί δεν περνάμε σε
τεχνολογίες μηδενικού ενεργειακού αποτυπώματος;
Η ευρωπαϊκή κοινωνία καλείται να δώσει άμεσες απαντήσεις. Αλλά και η
ευρωπαϊκή επιστημονική κοινότητα οφείλει να επαναδραστηριοποιηθεί γύρω
από τα ζητήματα που αφορούν την κοινωνική της ευθύνη. Και τη δική μας
ζωή.
Συντάκτης: Αδάμ Αδαμόπουλος - (Ph.D.)2, επίκουρου καθηγητή Ιατρικής Φυσικής – Υπολογιστικής Ιατρικής του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης
Πηγή: efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου