Αυτός ο στίχος του Μανόλη Αναγνωστάκη είναι μελοποιημένος από τον Μίκη Θεοδωράκη. Ένας στίχος που ίσως θα μπορούσε να περιγράψει τον τρόπο που ταξίδευε (και ταξιδεύει ακόμα) το έργο του συνθέτη Θεοδωράκη σε μια μεγάλη και ατελείωτη παγκόσμια ακρόαση.
Αλήθεια, πόσοι από τους υμνητές του Θεοδωράκη, μετά την ομιλία του στο Σύνταγμα, μπορούν να δουν σε αυτόν τον στίχο το δάκρυ που είναι τόσο καυτό, διότι κουβαλάει το φλεγόμενο νήμα της ιστορίας των ανθρώπων;
Όσες φορές και να βάλουν στα ηχεία τους τη «Ρωμιοσύνη» του Γιάννη Ρίτσου οι στίχοι και η μελωδία θα δραπετεύουν, φτύνοντας στα μούτρα το άταφο κουφάρι του παλιού που εμφανίζεται στο παζάρι του πατριδεμπορίου σαν νέο.
Ο Μίκης Θεοδωράκης, χθες, επέτρεψε το μεγαλειώδες έργο του να γίνει περιτύλιγμα για τις ακαθαρσίες του αλυτρωτισμού, του εθνικισμού και του φασισμού.
Ναι, έτσι είναι. Σωπάστε λίγο, πατριώτες του συλλαλητηρίου. Δεν φοβόμαστε το πλήθος σας. Τα πλήθη έχουν μεγαλουργήσει, αυτά κινούν, άλλωστε, την Ιστορία. Τα πλήθη, όμως, έχουν καταδικάσει την ανθρωπότητα και στον κίνδυνο του αφανισμού. Πότε; Όταν το πλήθος δεν κοιτάζει το πλήθος αλλά βρίσκεται ανάμεσα στο πλήθος για να προστατέψει το τομάρι του.
Να σου πω κάτι πατριώτη του συλλαλητηρίου; Εάν τα κάνεις όλα γιατί αγαπάς την πατρίδα σου, τότε δεν θα ανεχόσουν ούτε μια στιγμή, λίγο παραπέρα από σένα, να κορδώνονται τα φασισταριά και οι ναζί. Θα τους πέταγες πριν πατήσουν το πόδι τους, γιατί, πατριώτη του συλλαλητηρίου, αυτό που εκπροσωπούν πάτησε στο κεφάλι την πατρίδα. Μήπως δεν το γνωρίζεις; Τους κοίταξες; Εκεί, λίγο πιο δίπλα από σένα ήταν. Δεν είδες πως στις φάτσες τους φαίνονται οι σβάστικες και τα πουλιά της χούντας;
Ας μην σε κουράσω με συνθήκες και χάσεις τη χαρά του ανορθολογικού αιτήματος σου. Πάντως, αυτό που τελικά σε βάζουν να κάνεις οι «αγνοί» διοργανωτές και οι υποκινητές τους είναι να διεκδικείς νέα σύνορα, το ίδιο που κάνουν και οι άλλοι του «μεγάλου πλήθους» των εθνικιστών στα Σκόπια. Αυτό ξέρεις τι σημαίνει; Πόλεμο σημαίνει. Και ο πόλεμος δεν είναι πλακίτσα με περικεφαλαίες και άναρθρες κραυγές.
Κι αν ψάχνεις κάποιον πόλεμο και τον αντέχεις, πατριώτη του συλλαλητηρίου, κοίτα τη ζωή σου πώς την κάνουνε και γέμισε όλες τις πλατείες, διεκδικώντας την πατρίδα σου, εκείνη την πατρίδα του λαού μας, και μην περιμένεις την ελεημοσύνη των «ευεργετών», τα μειωμένα επιτόκια των δανειστών και τη ΝΑΤΟιική προστασία των «συμμάχων». Των «συμμάχων» εκείνων που προσκυνούν και σε κάλεσαν προχθές να υπερασπιστείς την πατρίδα στο Σύνταγμα, αλλά κι εκείνων που κυβερνούν και εκτελούν υποτακτικά εντολές για τις επιθυμίες των ΗΠΑ στα ματωμένα Βαλκάνια.
Σε αυτόν τον πόλεμο δεν χωράνε οι ναζί. Και δεν θα χρειάζεται να πάμε στην Ιστορία για να το αποδείξουμε. Φτάνει μόνο η εκκίνηση της ιδεολογικής τους αφετηρίας: Όλοι οι άνθρωποι δεν αξίζουν το ίδιο, υπάρχουν ανώτεροι και κατώτεροι, άξιοι και ανάξιοι για να ζουν. Είναι η βαθιά τους πεποίθηση για τους ανθρώπους κι εσύ τους έβλεπες να σε «καμαρώνουν» που έγινες κορνίζα στη φωτογραφία τους. Είναι μια εξαιρετικά χρήσιμη άποψη αυτή για την εκμετάλλευση των ανθρώπων από άλλους ανθρώπους, για το σύστημα που έχει στο κέντρο του την εκμετάλλευση.
Αλήθεια, γέλασες με το χιούμορ (;) και την ειρωνεία του Μίκη Θεοδωράκη όταν ξεκινούσε την ομιλία του; «Καλοί μου Έλληνες, αδέλφια μου, φασίστες…», είπε κι από κάτω προφανώς και «δεν ήταν όλοι φασίστες», αλλά όλοι οι φασίστες, οι ναζί και οι κρυφασίστες, ήταν εκεί, δεν έλειπε κανένας.
Όταν γύρισες στο σπίτι έβαλες μήπως τους στίχους του Ρίτσου μελοποιημένους από τον Θεοδωράκη;
«Όταν σφίγγουν το χέρι ο ήλιος είναι βέβαιος για τον κόσμο».
Όχι, ε;… Εμείς τους βάλαμε και τους ακούσαμε… χιλιάδες φορές από εκείνη τη στιγμή που παίχτηκαν στο συλλαλητήριο στο Σύνταγμα. Και πού ‘σαι; Δεν εννοούμε πως το έργο του Θεοδωράκη έπαιζε χιλιάδες φορές, μπορεί να μην ακούστηκε ούτε μια φορά ως ήχος! Δεν κατάλαβες. Ε; Λογικό…
Η ανθρωπότητα έχει ζήσει πολλές φορές ένα συγκεκριμένο έργο, η καλλιτεχνική δημιουργία, η ανθρώπινη δημιουργία να έχει γίνει κοινωνική και ο δημιουργός να σηκώνει σημαίες που στρέφονται ενάντια στο ίδιο του γέννημα…
Έχεις διαβάσει εκείνους τους στίχους του Τάσου Λειβαδίτη; Για θυμήσου:
«Πάνω στα ματωμένα πουκάμισα των σκοτωμένων / εμείς καθόμασταν τα βράδια /και ζωγραφίζαμε σκηνές απ’ την αυριανή ευτυχία του κόσμου / Έτσι γεννήθηκαν οι σημαίες μας».
Κάπως έτσι είναι και τα τραγούδια στο έργο του Μίκη Θεοδωράκη, με τους στίχους των μεγάλων μας ποιητών, «ματωμένα πουκάμισα σκοτωμένων» που έγιναν ζωγραφιές «από την αυριανή ευτυχία του κόσμου».
Είναι και ο λόγος που το μουσικό έργο του Μίκη που έντυσε τους στίχους των ποιητών δεν πέθανε χτες, γιατί είναι πια κοινωνική και πολιτισμική περιουσία αγώνων, χθεσινών και αυριανών.
Είναι σαν το χώμα που «δεν μπορεί κανείς να μας το πάρει». Ούτε ο ίδιος ο κύριος Μίκης Θεοδωράκης.
Υ.Γ: Η ζωή συνεχίζεται, «…κρατώντας μια σπίθα τρεμόσβηστη στις υγρές μου παλάμες». Τον στίχο τραγουδά ο ίδιος κύριος Μίκης Θεοδωράκης, ο οποίος έχει γράψει και τη μουσική…:
του Γεράσιμου Χολέβα
Πηγή: imerodromos.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου