Αισθάνομαι πως όταν γράφω για τον Τζορτζ Μπεστ επαναλαμβάνομαι αλλά
δεν μπορώ να μη ξεκινήσω από το τηλεγράφημα του σκάουτερ Μπομπ Μπίσοπ
στον αείμνηστο Ματ Μπάσμπι μόλις είδε τον πιτσιρικά Τζορτζ σε ένα ματς
στο Μπέλφαστ. Οι υπερθετικοί βαθμοί των σκάουτερς για τα διάφορα ταλέντα
που βλέπουν συνήθως είναι άκρως υπερβολικοί. Στην προκειμένη περίπτωση
αποτύπωναν την πραγματικότητα! «Βρήκα μία ιδιοφυΐα». Γιατί αυτό ήταν ο
Μπεστ που από το μάταιο τούτο κόσμο έφυγε ακριβώς πριν από μία ντουζίνα χρόνια… δεν υπήρξε απλά «καλός» ή «κορυφαίος» ή «σπουδαίος», ή
«εξαιρετικός». Ήταν αυτό που έλεγαν εκείνες οι λίγες λέξεις του
τηλεγραφήματος: ιδιοφυΐα.
Ο ίδιος εκμεταλλεύτηκε το χάρισμα που του δόθηκε απλόχερα από κάποιες
καλές μοίρες και εξελίχτηκε στον πρώτο σούπερσταρ στην ιστορία του
αθλήματος. Αυτό αποδείχτηκε ευχή και κατάρα μαζί! Δεν έφτασε τον εαυτό
του στα άκρα αγωνιστικά γιατί όλα τα έκανε τόσο απλά. Η τουλάχιστον
έμοιαζαν έτσι κάθε φορά που τον έβλεπες στο γήπεδο! Ως παίκτης ήταν από
εκείνη την σπάνια ράτσα που παίζει με το κεφάλι ψηλά! Η εικόνα του την
ώρα που κοντρόλαρε την μπάλα, έργο τέχνης. Η τελευταία πινελιά που
έμπαινε από έναν αρτίστα πάνω στον καλύτερο πίνακα ζωγραφικής ήταν η
ικανότητα του να κάνει το απρόβλεπτο. Στο γήπεδο περνούσε καλά,
αισθανόταν άνετα, ήταν ο δικός του καμβάς ζωγραφικής. Ένας ποδοσφαιρικός
Μιχαήλ Αγγελος, ένας Ρέμπραντ με ποδοσφαιρικά παπούτσια που πάνω στα
λασπωμένα γήπεδα, άφηνε ένα ελάχιστο αποτύπωμα γιατί θαρρείς πως
πετούσε, δεν έτρεχε.
Ο Μπεστ αδίκησε τον εαυτό του αφού 26 χρονών είπε «βαρέθηκα» και
έφυγε για την Ισπανία και την Μαρμπέγια πιστεύοντας πως θα έβρισκε
ηρεμία μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας. Λάθος τεράστιο γιατί ο Μπεστ
ήταν είδηση ακόμα και αν δεν έπαιζε. Μάλλον ήταν είδηση περισσότερο
όταν δεν έπαιζε και δεν παρουσιαζόταν στο γήπεδο γιατί είχε ξενυχτήσει
σε κάποια αγκαλιά κάποιας πρώην Μις Κόσμος.
«Μας πρόδωσε» λένε κάποιοι αλλά προτιμώ να λέω πως απλά μας άφησε
να αναρωτιόμαστε τι θα πετύχαινε αν όλη η ζωή του ήταν αφοσιωμένη στη
καριέρα του και όχι στα αυτοκίνητα στις γυναίκες, στη νυχτερινή ζωή και
στο ποτό! Αχ αυτό το ποτό! Ενώ κανείς αμυντικός δεν βρήκε τρόπο να
γλυτώσει από τις ντρίμπλες του, αυτό το καταραμένο το αλκοόλ μπόρεσε να
τον εξουδετερώσει. Και αυτό ουσιαστικά τον αποτελείωσε… Ο μόνος
αντίπαλος που δεν μπόρεσε να ξεγελάσει το αγόρι από το Μπέλφαστ, ήταν
αυτός που τον έφερε σε κατάσταση απόγνωσης πάμπολλες φορές. Τον γνώρισα
πρώτη φορά το 1990 στο Λονδίνο, για μία συνέντευξη που δημοσιεύτηκε στην
εφημερίδα ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ. Θυμάμαι ακόμα την ατάκα «Είμαι ο καλύτερος
άνθρωπος του κόσμου όταν είμαι ξεμέθυστος. Αλλά επειδή όταν πίνω δεν
θυμάμαι τίποτα είμαι βέβαιος πως γίνομαι ο χειρότερος μπάσταρδος!» που
ουσιαστικά περίκλειε τη ζωή του σε λίγες λέξεις!
Κάποτε σε ένα εκρηκτικό μείγμα αλαζονείας και χιούμορ υποστήριξε πως
αν είχε γεννηθεί άσχημος κανείς δεν θα μιλούσε για τον Πελέ.
Υπερβολικό; Μπορεί
Είχε φανατικούς φίλους όπως και εχθρούς για την προσωπικότητα του
αλλά κανέναν που να μην παραδεχόταν την τεράστια αξία του με την μπάλα
στα πόδια. Σήμερα δεν θα ήταν απλά σούπερσταρ αν έπαιζε. Θα ήταν εκεί
στο ίδιο σημείο που αναφέρονται κάποιοι για τον Μέσι ή τον Ρονάλντο. Ο
έκπτωτος Άγγελος του ποδοσφαίρου, ήταν από τα ωραιότερα πράγματα που
διάβασα και έχουν γραφτεί για τον Μπεστ που είχε μία μοναδική αύρα που
σημερινοί σταρ όσο και αν προσπαθούν να αποκτήσουν δεν την έχουν. Γιατί
αυτό το αληθινό χάρισμα που περιβάλλει μερικούς δεν αποκτάται όσα
χρήματα και όση δόξα και αν σου δώσουν. Η το έχεις ή όχι! Και ο Μπεστ
ήταν προσωπικότητα και δεν «λίμαρε» ποτέ τα λόγια του κάνοντας κριτική!
Το 1996 όταν μιλήσαμε ζωντανά στον αέρα του ΣΠΟΡ FM με την ευκαιρία
των 40 χρόνων της «Χρυσής Μπάλας», είχα βασανιστεί για να τον βρω ωστόσο
αφού τον έψαξα για κάποιες μέρες, δεν είχε πρόβλημα να μου μιλήσει και
να πει σκληρές κουβέντες για το πόσο εύκολα κάποιος γίνεται σταρ στο
σύγχρονο ποδόσφαιρο! «Μία ντρίμπλα και όλοι τους προσκυνάνε. Αυτά τα
έκανα εγώ κάθε εβδομάδα!» ήταν τα λόγια του. Μη διαφωνήσετε γιατί έτσι
ήταν! Ο Μπεστ έμοιαζε όταν ντρίμπλαρε σαν να μην έχει… γόνατα! Και σε
εκείνη τη συνέντευξη μου είχε κάνει μία πρόβλεψη που έμελλε να
δικαιωθεί. «Όλοι σήμερα δίνουν πάσες. Το μοντέρνο και καλά παιχνίδι. Ο
κόσμος θέλει όμως κάποιους να κάνουν το απρόβλεπτο μία ντρίμπλα και δύο
και τρεις. Όλοι οι προπονητές θέλουν στρατιωτάκια και αυτό θα εξαπλωθεί!
Θα μιλάμε για αυτούς και όχι για τους παίκτες σε λίγα χρόνια».
Ο Μπεστ έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 59 ετών (25 Νοεμβρίου 2005) αφού
ούτε η μεταμόσχευση ήπατος τον γλύτωσε από τους δαίμονες του. Έζησε
πιθανότατα τέσσερις ζωές μαζί και αυτό άλλοι δεν μπορούν ούτε να το
ονειρευτούν! Οι άνθρωποι πεθαίνουν μονάχα όταν λησμονηθούν! Ο θρύλος του
Μπεστ θα παραμείνει χωρίς να αλλοιωθεί ή να σβήσει και θα υπενθυμίζει
πως την ιδιοφυΐα δεν μπορείς να την προσδιορίσεις με λόγια παρά μόνο αν
κάποια στιγμή τη δεις ολοζώντανη μπροστά στα μάτια σου!
Του Χρήστου Σωτηρακόπουλου
Πηγή: England365.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου