Η έννοια της «ιδιότητας του πολίτη» αποτέλεσε και αποτελεί
αντικείμενο συζήτησης στο ακαδημαϊκό και πολιτικό πεδίο. Το πώς
εκλαμβάνεται η έννοια της ιδιότητας του πολίτη, δηλαδή το ποιος
συνυπολογίζεται ως μέλος της κοινότητας, το τι δικαιούνται τα μέλη της
κοινότητας και το πώς τέτοια αιτήματα για αναγνώριση και αναδιανομή
μπορούν να ανακινηθούν και να κριθούν, συνιστούν κοινωνική διεργασία
χρονοβόρα και επίπονη, αλλά συγχρόνως και ανάγκη επιτακτική.
Η συζήτηση για την πολιτειότητα αντικατοπτρίζει τις μεγάλες
κοινωνικές διαιρέσεις με όρους τάξης, φύλου, σεξουαλικότητας, έθνους,
αναπηρίας, ενώ συστηματικά αποκλείονται πολλοί «άλλοι». Συνεπώς,
προκύπτουν ηθικά και πολιτικά ζητήματα, που πρέπει να ληφθούν υπόψη όσον
αφορά τη διαμόρφωση της σχέσης μεταξύ πολιτικών, κοινωνικών και
πολιτιστικών αξόνων της πολιτειότητας. Σε αντίθετη περίπτωση,
αναπόφευκτα, η ιδιότητα του πολίτη θα λειτουργήσει, και λειτουργεί, τόσο
ως μηχανισμός ένταξης όσο και ως μηχανισμός αποκλεισμού.
Σύγχρονες δημοκρατίες έχουν δυσκολία στην αντιμετώπιση του «άλλου» ως
μέλους της κοινότητάς τους, υπονομεύοντας τις δημοκρατικές αρχές και
οδηγούν έτσι στον κοινωνικό αποκλεισμό ένα μεγάλο τμήμα της κοινωνίας,
όπως τα άτομα με αναπηρίες. Παρά το γεγονός ότι οι κοινωνίες
χαρακτηρίζονται από την ανθρώπινη ετερότητα, η κοινωνικο-πολιτική
οργάνωσή τους βασίζεται στην «κανονικότητα».
Αυτή η στρέβλωση παράγει δομική βία η οποία διαπερνά κάθε πτυχή της
κοινωνικής ζωής, από τη χρήση του δημόσιου χώρου έως την εκπαίδευση και
από τη νομική αναγνώριση εναλλακτικών μορφών επικοινωνίας έως την
πρόσβαση σε υποδομές, υπηρεσίες και αγαθά.
Κρίσιμο ερώτημα συνιστά το αν στο πλαίσιο μιας οικονομίστικης και
ατομικιστικής αντίληψης για τη λειτουργία της οικονομίας και του
κοινωνικού δαρβινισμού είναι δυνατόν να ενεργοποιηθεί «μια πολιτική
δυνατότητα της “ιδιότητας του πολίτη” πέραν του ηθικολογικού πλαισίου
της ανεκτικής διαχείρισης του “Αλλου”»[1].
Στο πλαίσιο της κυβερνητικής πολιτικής για μια πιο περιεκτική και
δημοκρατική κοινωνική πρακτική της ιδιότητας του πολίτη, εντάσσεται ο
πρόσφατα ψηφισθείς ν. 4488/2017 (άρθρα 59 έως και 74), ο οποίος αφορά
την υλοποίηση μεταρρυθμίσεων για την εξειδίκευση και προσαρμογή σε
εθνικό επίπεδο της Σύμβασης των Η.Ε. για τα Δικαιώματα των Ατόμων με
Αναπηρίες και του Προαιρετικού Πρωτοκόλλου της, όπως κυρώθηκαν με τον ν.
4074/2012.
Υπό τη βούληση για την πραγμάτωση ουσιαστικής ισονομίας και για την
εκπλήρωση των διεθνών υποχρεώσεων της χώρας, ο ν. 4488/2017 ενσωματώνει
νομοθετικές επιλογές προς τον σκοπό της καταπολέμησης του θεσμικού
ρατσισμού και της ανεμπόδιστης συμμετοχής των ατόμων με αναπηρίες σε
όλες τις πτυχές της ζωής και της καθημερινότητας, ενώ η Γενική
Γραμματεία Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ορίζεται ως κεντρικό σημείο αναφοράς
για θέματα σχετιζόμενα με την εφαρμογή της σύμβασης.
Για την κυβέρνηση, το ζήτημα αναπηρίας είναι ζήτημα ανθρωπίνων
δικαιωμάτων, ο σεβασμός και η προστασία των οποίων είναι στοιχείο της
πολιτικής μας ταυτότητας. Πέρα όμως από την τυπική αναγνώριση των
δικαιωμάτων, καθοριστικής σημασίας είναι ο μετασχηματισμός της
κοινωνικής σημασιοδότησης της αναπηρίας ώστε η τελευταία να μην αποτελεί
παράγοντα διακρίσεων.
Ως εκ τούτου, η ενημέρωση της κοινωνίας, η προώθηση της εμπέδωσης και
του σεβασμού της αρχής της μη διάκρισης από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης,
η εκπαίδευση μαθητών, φοιτητών, σπουδαστών αλλά και η κατάρτιση
δικαστικών λειτουργών και στελεχών του δημόσιου τομέα σε θέματα
δικαιωμάτων και ίσης μεταχείρισης των ατόμων με αναπηρίες αποτελούν
συστατικά μέρη του νόμου.
Ο νέος νομικός πολιτισμός στο πεδίο της δικαιωματικής προσέγγισης της
αναπηρίας συνιστά την πολιτική διάσταση της αναγνώρισης. Τα ίδια τα
άτομα με αναπηρίες από πολιτικά έκκεντρες κατηγορίες ανθρώπων
μετατρέπονται σε πολιτικά υποκείμενα δικαιωμάτων με δυνατότητα να
δράσουν ως έκφραση ατομικής αυτονομίας, και αυτή η δράση να είναι
αποδεκτή από τους άλλους.
Με τον τρόπο αυτό, η έννοια της ιδιότητας του πολίτη αποκτά ένα
ειδικό ενδιαφέρον γιατί μπορεί να προσεγγιστεί όχι μόνο θεσμοκεντρικά
αλλά και ως πρακτική, όσον αφορά τις διαδικασίες υποκειμενοποίησης που
συνοδεύουν τη διεκδίκησή της από τα άτομα με αναπηρίες.
[1] Βλ. σχετικά Α. Αθανασίου...
Συντάκτης: Μαρία Γιαννακάκη-γ.γ. Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων
Πηγή: efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου