Μετά την προσευχή στο μοναστήρι Σαντέλ στην Αλιέ της κεντρικής
Γαλλίας, μία συνάντηση μάρκετινγκ ανάμεσα στις καλόγριες και τους
εργαζόμενούς τους όπου συζητούνται οι τελευταίες παραγγελίες για
σαπούνια και καλλυντικά. Ο προορισμός παράδοσης των προϊόντων είναι η
Γερμανία.
Η κοινότητα των Βενεδικτίνων καλογριών κατασκευάζει καλλυντικά
προϊόντα από το μακρινό 1954, όταν δύο καλόγριες, μία χημικός και μία
μαθηματικός, ξεκίνησαν την πρακτική αυτή.
Λοσιόν σώματος, αφρόλουτρα και ενυδατικές κρέμες είναι ανάμεσα στα
προϊόντα που κατασκευάζει το μοναστήρι στο ιδιόκτητό του εργαστήρι, όπου
οι καλόγριες προσπαθούν να... μοιράσουν τον χρόνο τους ανάμεσα στην
προσευχή και τις μπίζνες.
«Μία εταιρεία πρέπει να αναπτύσσεται, αλλιώς πεθαίνει» αναφέρει η
μητέρα Πασκάλ και προσθέτει «Πρέπει να αναπτύχθούμε, να αυξήσουμε το
κέδρος και να εκσυγχρονίσουμε την πελατεία μας» με ύφος σοβαρού
επιχειρηματία.
Για τις καλόγριες η χειρωνακτική εργασία είναι βασικός κανόνας
σεβασμού των κανόνων του Αγίου Βενέδικτου, η οποία χρονολογείται από τον
6ο αιώνα.
Όσο αυτή δεν πραγματοποιείται την ώρα της προσευχής οι αδελφές
μπορούν να εργάζονται πάνω στα προϊόντα από τις συνταγές μέχρι τη
συσκευασία.
Ακόμη και η αδελφή Μαρί-Σουζάν, στα 97 της, συμμετέχει ενεργά στις διαδικασίες παραγωγής.
Ωστόσο για να ανταπεξέλθει στη ζήτηση το μοναστήρι έχει προσλάβει και δέκα εργαζόμενους που δεν είναι μέλη της μονής.
«Ο σκοπός δεν είναι να αναζητήσουμε χρήματα για να γίνουμε πλούσιες,
αλλά να βγάλουμε ένα κέδρος με σημαντικά περιθώρια» επισημαίνει η μητέρα
Πασκάλ.
Το μοναστήρι έχει ακόμη και σελίδα στο Facebook, ενώ τα προϊόντα
πωλούνται σε μοναστήρια, σε καταστήματα και μέσω Διαδικτύου. Τα
καλλυντικά παράγονται κυρίως από φυσικά προϊόντα, ενώ μόνο πέρυσι έφεραν
κέρδος 1,2 εκατ. ευρώ.
Το μεγαλύτερο μέρος των χρημάτων διατίθεται για την ανακαίνιση του μοναστηριού, το οποίο χτίστηκε τον 7ο αιώνα.
Η επιχείρηση του μοναστηριού δεν είναι κάτι το μοναδικό, καθώς
υπάρχουν και άλλες «ιερές» επιχειρήσεις σε Γαλλία και Γερμανία, αλλά και
στη Βρετανία.
Μόνο στη Γαλλία υπάρχουν περίπου 200 με 300 μοναστικές κοινότητες που
πωλούν προϊόντα, από μπισκότα και μαρμελάδες μέχρ μέλι λαχανικά και
προϊόντα χωρίς γλουτένη.
Το μοναστήρι του Αγίου Γούντριλ, που ιδρύθηκε το 649, άρχισε να
παράγει ξανά μοναστηριακή μπύρα με μεγάλη επιτυχία. Η κοινότητα έχει
πουλήσει περισσότερα από 100.000 μπουκάλια μέσ σε έναν χρόνο.
Στην Ισέρ, το μοναστήρι Σαρτρέζ, έχει σημειώσει τεράστια επιτυχία
πουλώντας αλκοόλ. Κάνει αποστάξεις από ένα μείγμα 130 φυτών που έχει
φυσικό πράσινο χρώμα. Η επιχείρηση απασχολεί 58 εργαζόμενους στο
εργοστάσιο στο Βοϊρόν και το 2015 πραγματοποίησε πωλήσεις 17 εκατ. ευρώ.
Η Μονή Σιτώ στην Βουργουνδία είναι γνωστή για το τυρί της και μόνο
πέρυσι έβγαλε 1,2 εκατ. ευρώ. Το μεγαλύτερο μέρος του τυριού πωλείται
στο μοναστήριο, ωστόσο υπάρχουν παραγγελίες που πάνε μέχρι το Ντουμπάι,
το Μόντραλ και το Τόκιο.
«Πριν από 15 ημέρες δέχθηκα ένα τηλεφώνημα από μία εταιρεία που
βοηθάει εταιρείες που αντιμετωπίζουν προβλήματα» εξηγεί ο πατέρας Ζαν
Κλοντ και συνεχίζει «του απάντησα “ναι έχω πρόβλημα γιατί παράγουμε
120.000 τυριά τον χρόνο, αλλά έχουμε ζήτηση για περισσότερα από
160.000”».
Τα μοναστήρια αυτά, όμως έχουν και άλλες βλέψεις επέκτασης και...
προστασίας των προϊόντων τους. Περισσότερες από 200 μονές έχουν
δημιουργήσει και έναν οργανισμό για να προστατεύσουν τις επιχειρήσεις
τους και να αποφύγουν τον αθέμιτο ανταγωνισμό.
Δημιούργησαν την ένδειξη «μοναστηριακό» η οποία πιστοποιεί την αυθεντικότητα των προϊόντων τους.
Υπολογίζεται ότι η συνολική αγορά μοναστηριακών προϊόντων παράγει προϊόντα που κοστίζουν 75 εκατομμύρια ευρώ τον χρόνο...
Πηγή: efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου