Ο Έρικ Έρικσον διατείνεται ευφραδώς πως «…τα
συστήματα εκπαίδευσης των παιδιών αντιπροσωπεύουν ασύνειδες
απόπειρες να δημιουργηθούν από το ακατέργαστο ανθρώπινο
υλικό εκείνο το σύμπλεγμα στάσεων, που ήταν το βέλτιστο στις
ιδιαίτερες φυσικές συνθήκες και τις οικονομικές-ιστορικές
αναγκαιότητες της φυλής».
Ακόπως τεκμαίρεται πως η Κοινωνία εξασφαλίζει έναν τρόπο, με τον
οποίο θα συμμορφώσει τα άτομα που την αποτελούν και πρωτίστως
το οικοδόμημα της πειθάρχησης-υποταγής ανεγείρεται στο παιδί.
Συνακόλουθα ο όρος «κοινωνικός χαρακτήρας» δεν ερμηνεύει
την προσωπικότητα, η οποία ορίζει τον συνολικό εαυτό με τις
κληρονομικές ιδιοσυγκρασίες του-τις βιολογικές και ψυχολογικές
του συνιστώσες, αλλά την κράση μιας διευρυμένης ομάδας.
Κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να ξεφύγει απ’ την εκπαίδευση, η
οποία του παρέχεται ερήμην του κατά τα πρώιμα χρόνια της ζωής
του. Το άτομο ζει και κινείται μέσα σε κλοιό από άλλους
επιλεγμένο. Όσο κι αν δεν υπάρχει εχέγγυο διασφάλισης της
μεθοδευμένης συμμόρφωσης, με την οποία εμβολιάζεται το άτομο,
πιθανές προσπάθειες απεγκλωβισμού σε επόμενα στάδια της ζωής
συνιστούν προσωρινές ή συγκεκαλυμμένες εξεγέρσεις, αφού ο
πυρηνικός χαρακτήρας της κοινωνικής ομάδας έχει δομηθεί σε
συγκεκριμένη συνισταμένη με συνιστώσες απλώς παραλλαγής.
Ο Ντέηβιντ Ρήσμαν καταλήγει σε πραγματεία του πως
πρόκειται για μία και μοναδική συνισταμένη, η οποία
αντικατοπτρίζεται σε τρεις συγκλίνουσες-αποκλίνουσες
κοινωνικές εκδοχές. Πρώτον η κοινωνία με υψηλό αυξητικό
δυναμικό. Είναι οι παραδοσιοστρεφείς, των οποίων η
ευθυγράμμιση με τις κοινωνικές επιταγές ερείδεται στην
εκούσια ροπή τους προς την παράδοση. Δεύτερον η κοινωνία
της μεταβατικής πληθυσμιακής αύξησης. Είναι οι ενδοστρεφείς
και τα τυπικά μέλη αυτής της συνομάδωσης εναγκαλίζονται μία
τάση εσωτερίκευσης ενός συνόλου στόχων. Τρίτον η κοινωνία της
αρχόμενης πληθυσμιακής μείωσης. Ο αντιπροσωπευτικός μοχλός της
εκκινεί στην ευαίσθητη βάση των μελών να εγκολπώνονται
προσδοκίες-προτιμήσεις άλλων. Όλοι οι ιδεατοί τύποι κοινωνίας
δια μέσω δημογραφικών δεδομένων-συμπλεγμάτων τεχνολογίας και
νομικών θεσπίσεων δεν απολήγουν παρά στην πρόσδεση στο άρμα,
ανεξάρτητα απ’ τις εξωγενείς διαφοροποιήσεις πληθυσμιακής
ανάπτυξης ή μορφωτικής αντανάκλασης.
Στο σημείο αυτό δόκιμο είναι να αναφερθεί η θέση του
Pierre Bourdieu, ο οποίος επιχειρεί να εκφύγει του
περίκλειστου μαρξιστικού διαχωρισμού των τάξεων υφαίνοντας
ένα νέο ιστό κοινωνικών θέσεων, ο οποίος διαρθρώνεται πάνω σε
δύο βασικούς κι εφαπτόμενους κώδικες: το οικονομικό και το
πολιτισμικό κεφάλαιο. Προτείνει ένα σχεσιακό σύστημα
αντιθέσεων που συμπληρώνονται στα όρια της ικανότητάς τους να
σηματοδοτήσουν κοινωνικές διαφορές και αποστάσεις όχι από έμφυτη
ιδιότητα αλλά απ’ την ένταξή τους στο πηγάδι των ομοίων
πρακτικών. Σε αυτό το εύρος οι «μικροαστοί» διαθέτουν
μία γνώση συμβολικών αγαθών, τα οποία εμπίπτουν ωστόσο στην
άγνοια του προσήκοντα τρόπου χρήσης-κατανάλωσης. Για να έρθουν
οι «Τάξεις» να αποτυπώσουν τα διακριτά τους σημεία
πάνω στο άσεμνο-ιδρωμένο οι μεν στο σεπτό-σιωπηλό οι δε κορμί
τους. Κατ’ εφαπτομένη γεννάται μία ακαμψία δυσερμήνευτη.
Τη στιγμή που ο άνθρωπος εμβολίζεται από πληθώρα στόχων, των
οποίων η ιδεολογική κρηπίδα είναι αναλλοίωτα παρεμφερής και
κατ’ επέκταση ακόμη και τα μέσα επίτευξής τους είναι
επίπλαστα αταίριαστα. Η παραπλάνηση, στην οποία περιέρχεται
το άτομο, περιορίζει τις επιλογές του κι εμποδίζει την ελεύθερη
ευδοκίμησή του με αποτέλεσμα να θεωρεί τους ιμάντες
εκκοινωνισμού του χαλαρωμένους αλλά στον αντίποδα να
εισέρχεται ακούσια σε νέο ψυχολογικό γυροσκόπιο ελέγχου. Οι
μάζες δείχνουν να απεμπολούν από μεγαλοσχήμονες ισχυρισμούς
περί αληθείας αλλά κατά βάθος δεν τολμούν πλήρως να πάψουν
να εξαρτώνται από αυθεντίες. Ο ψευδοδιαλεκτικός λογισμός, τον
οποίο ο Αριστοτέλης απέφυγε, ερίζει τεχνηέντως υποβαστάζοντας
εσφαλμένες αλαζονικές πεποιθήσεις περί ανωτέρου ή κατωτέρου
επιπέδου, πράγμα που ποδηγετεί την σύμπλευση στον ρου της
ζωής.
Όπως ο Marx πλησιάζει ακροθιγώς και θεωρητικά την πάλη
των τάξεων και την έριδα περί αποδόσεως της εργατοώρας, οι
επιστήμες των ημερών αναφέρονται παρεμπιπτόντως στην
ελευθερία βούλησης, η οποία καθορίζεται απ’ την εκπαίδευση.
Οι περισσότεροι αναλυτές διολισθαίνουν στο μέγα στοχαστικό
σφάλμα της παραγνώρισης ή της υποβάθμισης των γεγονότων. Όλα
υπάγονται σε κανόνες, σαν αναγκαστικές προτάσεις που
συνδέονται λογικά μεταξύ τους και κανείς δεν δύναται να
αμφισβητήσει την εγκυρότητά τους. Είναι οι κανόνες του
οικογενειακού και σχολικού περιβάλλοντος, τα οποία περιβάλλοντα
έχουν δομηθεί σε συνάρτηση με την εξουσιαστική επίδραση του
Κράτους. Νηστεύσαντες και μη νηστεύσαντες ενδίδουν εν τέλει
στην επιβαλλόμενη, παρεκκλίνουσα και μη, συμβιωτική αναγκαιότητα.
Τα ερεθίσματα, είτε αυτά συμπορεύονται είτε αντιδιαστέλλονται
και δεν πρόκειται παρά για εναλλασσόμενες μάσκες στην ουσία,
καταλήγουν στην αποκατάσταση μιας ισορροπίας ανισόρροπης.
Το άτομο σ’ έναν αχανή κόσμο παραπαίει πρωτίστως
συναισθηματικά κι ως εκ τούτου αναζητά χείρα βοηθείας, την
οποία συνήθως προσφέρει το οικογενειακό πλαίσιο, διότι
κανένα άλλο αντί-πρόταγμα δεν μπορεί μέχρι στιγμής να το
αντικαταστήσει. Δεν πρόκειται λοιπόν για έλλειψη αυτοπεποίθησης
ή φόβο ανεξαρτησίας, αλλά για κίνητρα αδιαφανή, τα οποία
απλώς μαϊνάρουν τους κάβους αυθαιρέτως κι εξ αλλαγής. Η
ιστορική και πολιτική ευυποληψία θωρακίζει κάθε φορά το
εύρος της ελευθερίας. Συνακόλουθα η τροχοπέδη συνέχεται με
τη μισθωτή εργασία, ενώ η αποχαλίνωση συνάπτεται με την
ευέλικτη απασχόληση. «Οι χαμένες γενιές λοιπόν περί άλλα
τυρβάζουν, όταν θεωρούν πως εναντιώνονται στο mondus operandi μόνο και
μόνο μέσω των σεξουαλικών αξιώσεων-διεκδικήσεων, για τα οποία σημειωτέον
δεν χρειάστηκε να παλέψουν, διότι είτε συνδέσαμε το σεξ με την αμαρτία
σε παλαιότερες εποχές είτε με την ελευθερία σε νεότερες, και οι δύο
εκδοχές εδράζονται στην καταστολή, είναι μέρος των ενδογενών μηχανισμών
της εξουσίας και σαν δικαιώματα απλώς εκχωρούνται κατά το δοκούν», όπως έχω αναφέρει και σε παλαιότερό άρθρο μου.
Μία Κοινωνία προσποιητά χαλαρή και ασφαλώς απρόσωπη επιτείνει το
αγεφύρωτον του χάσματος, που προκύπτει σχετικά με τις καταχρήσεις
του ατομικισμού και τις ωμότητες του φιλελευθέρου ανταγωνισμού.
Και δυστυχώς κάθε ομάδα αρνησικυρίας συρρικνώνεται στην
ενδοστρέφειά της…
Από την Ευαγγελία Τυμπλαλέξη
Πηγή: nostimonimar.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου