Ευθύνεται η κλιματική αλλαγή για τους ανυπόφορους καύσωνες, όπως τον
Εωσφόρο που έπληξε πρόσφατα ολόκληρη την Ευρώπη, τις φωτιές, τις
καταιγίδες και τα υπόλοιπα ακραία καιρικά φαινόμενα; Οι επιστήμονες
κλίνουν όλο και πιο πολύ σε αυτή την άποψη, σύμφωνα με το επιστημονικό
περιοδικό του ιδρύματος Smithsonian.
Το 2003, ένα θανατηφόρο κύμα
καύσωνα έπληξε την Ευρώπη και αυτό θα οδηγούσε σε μια νέα εποχή για την
κλιματολογία. Μόνο τον Ιούλιο και τον Αύγουστο, οι θερμοκρασίες σε πολλά
μέρη του πλανήτη άγγιξαν τους 46 βαθμούς Κελσίου, απειλώντας τις ζωές
σχεδόν 70.000 ανθρώπων. Ωστόσο, ενώ οι μέσες παγκόσμιες θερμοκρασίες
έχουν σταθερή άνοδο από τα μέσα του 20ού αιώνα, τα ισχυρά κύματα καύσωνα
είχαν παρουσιαστεί από καιρό πριν.
Για
τους επιστήμονες που ασχολούνται με την κλιματική αλλαγή, αυτό σήμαινε
πως η συσχέτιση του καύσωνα με την υπερθέρμανση του πλανήτη θα ήταν
αδύνατη. Έτσι μια ομάδα Βρετανών ερευνητών προσπάθησε να λύσει το
μυστήριο, χρησιμοποιώντας περιβαλλοντικά δεδομένα και προσομοιώσεις
μοντέλων, για να δημιουργήσει μια στατιστική σχέση μεταξύ της κλιματικής
αλλαγής και του κύματος καύσωνα.
Αν και δεν μπορούσαν να
αποδείξουν ότι η υπερθέρμανση του πλανήτη προκάλεσε τον καύσωνα, οι
επιστήμονες κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η αύξηση της θερμοκρασίας από
τις ανθρώπινες εκπομπές είχε διπλασιάσει τον κίνδυνο ακραίων καιρικών
φαινομένων. Η πρώτη τους έρευνα, που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Nature,
προώθησε το νέο πεδίο της «αποδοτικής επιστήμης», το οποίο χρησιμοποιεί
παρατηρήσεις και μοντέλα για να ανακαλύψει τους παράγοντες που οδηγούν
σε ακραία καιρικά φαινόμενα.
Από τότε μέχρι σήμερα, έχουν βρεθεί
καλύτερα μοντέλα και περισσότερα στοιχεία που έχουν βοηθήσει τους
επιστήμονες στην πρόβλεψη των ακραίων καιρικών συνθηκών. Αλλά με πόση
σιγουριά μπορούν να αποδώσουν αυτά τα ακραία καιρικά φαινόμενα οι
επιστήμονες στην ανθρωπογενή κλιματική αλλαγή; Θα είναι ποτέ σε θέση να
δηλώσουν με σιγουριά ότι οι εκπομπές μας προκάλεσαν μια συγκεκριμένη
ξηρασία, έναν ανεμοστρόβιλο ή έναν καύσωνα; Τα ερωτήματα αυτά τέθηκαν σε
τρεις εμπειρογνώμονες που χρησιμοποιούν περιβαλλοντικά δεδομένα και
τεχνικές μοντελοποίησης για τη μελέτη ακραίων καιρικών συνθηκών και της
παγκόσμιας κλιματικής αλλαγής.
Στην πραγματικότητα, οι επιστήμονες
έχουν ήδη αποδείξεις ότι η ανθρωπογενής αλλαγή του κλίματος έχει
σοβαρότατες επιπτώσεις παγκοσμίως, από την τήξη των πάγων και την αύξηση
της στάθμης της θάλασσας μέχρι τις αυξημένες βροχοπτώσεις. "Πολλές
γραμμές αποδεικτικών στοιχείων καταδεικνύουν ότι οι ανθρώπινες
δραστηριότητες, ειδικά οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, ευθύνονται
κυρίως για τις πρόσφατες παρατηρούμενες κλιματικές αλλαγές", αναφέρει
μια έκθεση για τις κλιματικές αλλαγές που δημοσιεύθηκε υπό μορφή σχεδίου
τον Ιανουάριο και δημοσιοποιήθηκε από τους New York Times την περασμένη
εβδομάδα.
Χάρη στις προόδους στον τομέα της υπερυπολογιστικής και
της συγκέντρωσης εκατοντάδων κλιματικών μοντέλων που αναπτύσσονται από
ερευνητές σε όλο τον κόσμο, είναι πιο σίγουροι από ποτέ ότι οι έντονες
καταιγίδες, οι ξηρασίες και τα κύματα καύσωνα, παρατηρούνται πιο συχνά
εξαιτίας της ανθρώπινης δραστηριότητας. “Πριν από δέκα χρόνια δεν θα
είχαμε τη δυνατότητα να το κάνουμε”, λέει ο Ken Kunkel, κλινικός
επιστήμονας στο κρατικό πανεπιστήμιο της Βόρειας Καρολίνας, ο οποίος
συνεργάζεται επίσης με την Εθνική Ωκεανική και Ατμοσφαιρική Διοίκηση.
Όμως,
το να βγάζουμε συμπεράσματα από μεμονωμένα καιρικά φαινόμενα είναι πιο
δύσκολο. Η ιστορία του πλανήτη έχει δείξει ότι τα απροσδόκητα κύματα
καύσωνα και οι ξαφνικές καταστροφικές καταιγίδες υπήρχαν πολύ πριν οι
άνθρωποι αρχίσουν να εκπέμπουν ρυπογόνα αέρια στην ατμόσφαιρα. "Η μεγάλη
πρόκληση είναι ότι τέτοιου είδους ακραίες κλιματικές εκδηλώσεις
συμβαίνουν εδώ και χρόνια, αλλά δεν μπορούμε να πούμε με σιγουριά ότι
αυτό προκαλείται από την υπερθέρμανση του πλανήτη”, προσθέτει ο Kunkel,
του οποίου η εργασία επικεντρώνεται στις ακραίες καταιγίδες που
προκαλούν σημαντικές ζημιές στις ΗΠΑ.
Η δυσκολία απομόνωσης του
ενόχου πίσω από ακραίες καιρικές συνθήκες είναι παρόμοια με τη
διαγνωστική πρόκληση που αντιμετωπίζουν οι γιατροί, σύμφωνα με τον Noah
Diffenbaugh, επιστήμονα στο Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ. Για παράδειγμα
αν ένας ασθενής με καρκίνο ξεκινήσει να ανακάμπτει μετά από τη χορήγηση
ενός συγκεκριμένου φαρμάκου, δεν σημαίνει ότι οι γιατροί έχουν αρκετά
στοιχεία για να συνταγογραφήσουν ευρέως αυτή την ουσία ως θεραπεία για
τον καρκίνο. Αντ 'αυτού, το φάρμακο πρέπει να περάσει από εκατοντάδες
επαναλαμβανόμενα πειράματα σε πολλαπλούς πληθυσμούς πριν οι γιατροί
είναι αρκετά πεπεισμένοι ότι λειτουργεί.
Και
στην ιατρική και στην επιστήμη της κλιματολογίας, πολλά πράγματα μπορεί
να συμβαίνουν απλά τυχαία, χωρίς ιδιαίτερη αιτιολόγηση. Σε αντίθεση με
την ιατρική όμως, στην συγκεκριμένη επιστήμη δεν υπάρχει η ευκαιρία να
γίνουν κλινικές δοκιμές και πειράματα σε άλλους πλανήτες. Έχουμε μόνο
έναν πλανήτη, τη Γη και ένα μόνο χρονοδιάγραμμα. Συνεπώς οι επιστήμονες
πρέπει να βρουν τρόπους να παρατηρήσουν άλλες πιθανές πραγματικότητες.
Ειδικότερα,
για να διεξάγουν πειράματα στον πλανήτη χρησιμοποιούν μοντέλα
υπολογιστών που μιμούνται τις μεταβλητές στη Γη. "Με τις προσομοιώσεις
μοντέλων, έχουμε τη δυνατότητα να παρατηρήσουμε ουσιαστικά μεγάλους
αριθμούς δειγμάτων, στην ουσία έχουμε περισσότερες από μία Γη για να
μελετήσουμε”, τόνισε ο Diffenbaugh.
Αυτά τα κλιματικά μοντέλα
δουλεύουν καλά όταν πρόκειται να καταγράψουν σχέδια μεγάλης κλίμακας.
Λειτουργούν αρκετά σωστά στην προσομοίωση της θερμοκρασίας σε παγκόσμια
κλίμακα αλλά δε συμβαίνει το ίδιο και με τα ακραία καιρικά φαινόμενα,
καθώς εντοπίζονται πιο σπάνια και προκαλούνται από διάφορους
περιβαλλοντικούς παράγοντες.
Αυτό είναι κι ένας λόγος που η
μοντελοποίηση του καύσωνα είναι πιο εύκολη από τη μοντελοποίηση
μεμονωμένων καταιγίδων ή ανεμοστρόβιλων. Τα κύματα θερμότητας συμβαίνουν
σε τεράστιες γεωγραφικές περιοχές που τα μοντέλα μπορούν εύκολα να
συλλάβουν. “Όταν ακούτε στις ειδήσεις σχετικά με τους κυνηγούς
ανεμοστρόβιλων, να ξέρετε ότι εξετάζουν τα μικρά καιρικά φαινόμενα. Κι
ένα κλιματικό μοντέλο δεν μπορεί να βρει τη λύση για κάτι τέτοιο", λέει ο
Adam Schlosser, ανώτερος επιστήμονας στο κέντρο για την Επιστήμη της
Παγκόσμιας Αλλαγής.
Ωστόσο, οι υπολογιστές γίνονται ταχύτεροι και
οι επιστήμονες κατανοούν τρόπους για να επεξεργαστούν περισσότερα
δεδομένα για να ενισχύσουν τις προγνωστικές τους ικανότητές. “Αναλύουμε
κάθε μεταβλητή που θα μπορούσαμε να πάρουμε στα χέρια μας. Παρ' όλα αυτά
είναι δύσκολο να προβούμε σε σοβαρές δηλώσεις αν δεν έχουμε αρκετά
αποτελέσματα. Η επιστήμη είναι εξαιρετικά συντηρητική”, προσθέτει ο
Schlosser.
Η αυξανόμενη και ενίοτε ανησυχητική συχνότητα των
πλημμυρών, των ξηρασιών και των ακραίων καταιγίδων δίνει άφθονα δεδομένα
στους ερευνητές, τα οποία αξιοποιούν στα μοντέλα τους. Με άλλα λόγια,
προσφέρουν επιπλέον στοιχεία στην έρευνα σχετικά με το βαθμό σύνδεσης
της εμφάνισης ακραίων γεγονότων και της ανθρωπογενούς κλιματικής
αλλαγής.
Τα πράγματα που αναφέρουν οι μετεωρολόγοι σχετικά με την
ταχύτητα των ανέμων, τα μέτωπα πίεσης, τη θερμοκρασία, την υγρασία και
την αστάθεια στην ατμόσφαιρα, είναι πράγματα που μπορούν να προβλεφθούν
επιστημονικά. "Οι ερευνητές έχουν πλέον μεγαλύτερη εμπιστοσύνη όταν
διατυπώνουν ισχυρισμούς σχετικά με το ρόλο της ανθρωπογενούς κλιματικής
αλλαγής στην αύξηση των ακραίων καιρικών φαινομένων. Η σύνδεση γίνεται
ολοένα και ισχυρότερη", λέει ο Schlosser. Ωστόσο, οι δυσκολίες στην
ανακάλυψη των αιτιών για κάτι τόσο περίπλοκο όπως ο καιρός, δείχνει και
τους λόγους για τους οποίους η κλιματική αλλαγή αποτελεί μια μεγάλη
επιστημονική πρόκληση.
Πηγή: tvxs.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου