Κόσμος που συνωστίζεται μπροστά σε γκισέ ποικίλης ύλης, φορμάικα κατά
το πλείστον, αλλά και ξύλο, κατάλοιπο πεπαλαιωμένου μεγαλείου, μάρμαρο
σπανιότερα ή και άλλα πιο ταπεινά, πλην σύγχρονα υλικά.
Κόσμος που δεν έχει όνομα και πατρίδα, έτοιμος να μαλώσει για την
ουρά και την προτεραιότητα, αλλά και να γίνει λιώμα για κάποιον ή για
κάτι που θα του θυμίσει την περηφάνια ή τη λύπη του.
Κραυγές και ψίθυροι, αμηχανία, ώρες χαμένες που κανένας συγγραφέας
δεν θα τολμήσει να τις περιλάβει σε έναν τόμο μαζί με τις άλλες τις
ξανακερδισμένες.
Είναι οι ώρες που δεν θέλεις να θυμάσαι, δεν σου κάνει καλό να τις
αφηγείσαι γιατί βλέπεις το αδιέξοδο να πολλαπλασιάζεται, να γίνεται
μέγκενη και να παγώνει το χαμόγελο στο πρόσωπο του άλλου, που έχει ζήσει
τα ίδια σε κάποια άλλη υπηρεσία.
ΙΚΑ, Εφορία, ΟΑΕΔ, ΔΕΗ, αίθουσες πλειστηριασμών και άλλα στέκια
ρυθμίσεων οφειλών προς τρίτους, προς το Δημόσιο, προς την τρύπα που μας
ρουφάει, αλλά οφείλουμε -έτσι προστάζουν οι επικυρίαρχοι- να μην την
ονομάζουμε τρύπα, γιατί δεν είναι τρύπα -κι αν είναι, μόνοι βγάλαμε τα
μάτια μας.
Βαρέθηκα να ακούω πόσο καλοί είμαστε στη φτώχεια μας, πόσο μας
καταλαβαίνουν και μας συμπονούν αλλά και πόσο ακόμα πρέπει να γίνουμε
φτωχότεροι για το καλό μας, αφού έτσι που πάει σύντομα φτάνουμε στο φτου
ξελευτερία.
Το κυρίαρχο στη χώρα μας μοντέλο νεοφιλελευθερισμού και
γραφειοκρατίας, κατ’ εικόνα του άλλου των Βρυξελλών, δεν αφήνει
περιθώρια ανάσας.
Πρέπει να ασχολείσαι με κάθε τι άλλο εκτός από τα σημαντικά.
Να περνάς τη μέρα σου σε καταθλιπτικά γραφεία και να μην μπορείς,
όπως έκανε ο πρωθυπουργός στο Μαξίμου με το γραφείο του στην πιο ακριβή
και από τις πιο όμορφες γειτονιές της Αθήνας, να τα αλλάξεις ριζικά.
Τι να κάνει κανείς με τα θλιβερά γραφεία της Κυψέλης, όπου υπάλληλοι
και επισκέπτες δεν προλαβαίνουν να σηκώσουν κεφάλι προς το «νέον» που
τους φωτίζει τσιμπλιασμένα και ομοιόμορφα;
Είναι αυτό ένα νέο μοντέλο δημοκρατίας: χαμηλώστε κι άλλο για να μη χαθείτε ολοσχερώς.
Ο πρωθυπουργός της χώρας καταφέρνει να κυβερνά έναν λαό στου οποίου έχει συμβάλει τη ματαίωση.
Αφού κατανάλωσε τις όποιες παρακαταθήκες, δικές του αλλά κυρίως
ξένες, ομολογεί σε συνέντευξή του στην «Γκάρντιαν» ότι έκανε λάθη γιατί
δεν είχε εμπειρία και αίσθηση των δυσκολιών.
Κάπου είχα ακούσει ότι άγνοια νόμου δεν συγχωρείται στον απλό πολίτη.
Πόσο παραιτημένος πρέπει να είναι κανείς για να συγχωρεί στους
πολιτικούς την ομολογημένη άγνοιά τους τι θα πει πολιτική, κοινωνία, ιστορία;
Συντάκτης: Πέπη Ρηγοπούλου
Πηγή: efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου