Τα ρεπορτάζ για τους νέους καθημερινά και συνεχή, το ένα καλύτερο από
το άλλο, τεκμηριωμένα, με συνεντεύξεις και στατιστικά στοιχεία: η
ανεργία των νέων, τα μεροκάματά τους, η αλλαγή των στόχων τους, η
εκμετάλλευση, τα άχρηστα πτυχία. Και εν τέλει η απογοήτευση, ο θυμωμένος
συμβιβασμός, το επαναληπτικό ερώτημα «ως πότε;», το φευγιό.
Ολα αυτά σε έναν δρόμο που έχει χαραχτεί για τα καλά τα τελευταία
χρόνια και όλα δείχνουν, με τις ατέρμονες δόσεις και αξιολογήσεις εξ
Εσπερίας, ότι τον ίδιο θα ακολουθήσουν και τα παιδιά που «μάχονται»
αυτές τις μέρες για μια θέση στα ανώτερα και ανώτατα ιδρύματα. Εκτός και
αν… (χώρος για να συμπληρωθεί με τις επιθυμίες του καθενός).
Ρεπορτάζ λοιπόν και έρευνες για τους νέους, που άλλοτε τους
σκεφτόμαστε και τους συμπονούμε για τον κόσμο που τους δημιουργήσαμε,
άλλοτε τους κατηγορούμε για την απάθειά τους ή για την επιθετικότητά
τους, θυμώνουμε που αράζουν στις καφετέριες, που διαγκωνίζονται στα
«ευκολάκια» –πώς δηλαδή θα γίνουν αοιδοί (το ενισχύουν και οι γονείς)–,
που είναι αγενείς στην καθημερινότητά τους…
Ρίχνουν πέτρα πίσω τους και τους χρεώνουμε με προδοσία. Μένουν, και
τους χρεώνουμε με ανεργία μετά κλοπής ονείρων, με υποαπασχόληση χωρίς
προοπτική. Εκνευριζόμαστε που δεν μας υπολογίζουν.
Ποιος, όμως, είναι ο δάσκαλος; Ποιο το σχολείο; Αναλογεί η παράδοση με το αντίτιμο;
Τα λόγια και οι παραινέσεις εκπροσώπων μεγάλων εταιρειών,
επιχειρηματικών αλυσίδων, επαγγελματικών ενώσεων προς τους νέους
γίνονται πράξεις απαξίωσης.
Είναι αυτοί οι ίδιοι που δέχονται τα βιογραφικά και τις αιτήσεις στις
οποίες δεν απαντούν ποτέ. Καμώνονται πως δεν γνωρίζουν ότι και η
απορριπτική απάντηση έχει τη δύναμη να καλύψει την ανάγκη παρουσίας,
ύπαρξης, οντότητας. «Δεν με δέχτηκαν, όμως διάβασαν το βιογραφικό μου,
έδωσαν σημασία στις δυνατότητές μου, έστω κι αν στην παρούσα φάση δεν
ήταν αυτό που ζητούσαν».
Είναι αυτοί οι ίδιοι που προσλαμβάνουν με τετράωρα που τα κάνουν
απλήρωτα δωδεκάωρα, που μηχανεύονται διάφορους τρόπους πληρωμής
(κουπόνια – τακτική σε πολέμους και κατοχές) και εκμετάλλευσης (μέχρι
και πατίνια τούς φορούν για γρηγοράδα και θέαμα), που δεν ασφαλίζουν,
που θέλουν σούζα τ’ αλογάκι.
Είναι αυτοί οι ίδιοι που εν χορώ με τους πολιτικούς και με τρέμουλο
στη φωνή από τη συγκίνηση διατρανώνουν την αγωνία τους για το αύριο, για
το μέλλον των νέων. Ομως «το μέλλον είναι το ψέμα με το οποίο
δικαιώνουμε την κτηνωδία του παρόντος», όπως λέει ο Αντονι Μάρα.
«Εχυσες καφέ - λεφτά θα πάρεις· σ’ έχεσε πουλί - λεφτά θα πάρεις·
πάτησες σκατά - λεφτά θα πάρεις· έπιασες δουλειά - σκατά θα πάρεις»
(αντιγραφή από τον «τοίχο» του 30χρονου Αγγελου). Κι εμείς γελάμε, οι
αναίσθητοι, γιατί μας πήρανε χαμπάρι.
Θα συνεχίσουμε να παίρνουμε από τα παιδιά ό,τι τους δίνουμε. Εκτός
και αν… (χώρος για να συμπληρωθεί με τις ανατροπές του καθενός).
1 σχόλιο:
ΤΕΛΕΙΟ!
Δημοσίευση σχολίου