«Σ’ ένα πλουραλιστικό και δημοκρατικό σχολείο, το οποίο
σέβεται τη θρησκευτική ετερότητα, ένα μάθημα με κατηχητικό
και ομολογιακό χαρακτήρα δεν ανταποκρίνεται στις ανάγκες
των μαθητών».
Με αυτή τη γνωμοδότηση πραγματοποιεί την παρέμβασή της στο ζήτημα της
διδασκαλίας των Θρησκευτικών η Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του
Ανθρώπου (ΕΕΔΑ), η οποία μάλιστα εφιστά στις αρμόδιες Αρχές την προσοχή
«στην επιτακτική ανάγκη διασφάλισης της πλήρους εφαρμογής των
δικαιωμάτων των παιδιών, και δη του δικαιώματος για ελευθερία σκέψης,
συνείδησης και θρησκείας, και συμμόρφωσης με τις Καταληκτικές
Παρατηρήσεις και Συστάσεις των διεθνών ελεγκτικών οργάνων για την
προστασία των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου».
Με κατηγορηματικό τρόπο στη δήλωση που ανακοινώθηκε, η Επιτροπή που
είναι ο Εθνικός Θεσμός Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΘΑΔ) και τμήμα
του διεθνούς θεσμικού πλαισίου προστασίας των Δικαιωμάτων του
Ανθρώπου, επισημαίνει όχι μόνο την ανεπάρκεια του κατηχητικού και
ομολογιακού χαρακτήρα του μαθήματος αλλά και πως «Αντίθετα, με γνώμονα
την κριτική ανάπτυξη της θρησκευτικής συνείδησης των
μαθητών προκρίνεται μια σύγχρονη γνωσιολογικού
χαρακτήρα θρησκειοπαιδαγωγική προσέγγιση, που δεν θα προβαίνει σε
δογματική εμφύτευση συγκεκριμένων θρησκευτικών πεποιθήσεων».
Δεν είναι η πρώτη φορά που παρεμβαίνει στο ζήτημα η Επιτροπή η
οποία, ως ανεξάρτητο συμβουλευτικό όργανο της Πολιτείας (όχι της
κυβέρνησης) λειτουργεί αυτόνομα και συχνά αποφαίνεται αρνητικά για
κυβερνητικές αποφάσεις. Πρόεδρός του τώρα, είναι ο Γεώργιος
Σταυρόπουλος, πρώην αντιπρόεδρος του ΣτΕ και υπουργός Επικρατείας επί
κυβέρνησης Λουκά Παπαδήμου ενώ μέλη της είναι πρόσωπα οριζόμενα από
32 φορείς (ανεξάρτητες Αρχές, πανεπιστημιακές σχολές νομικών και
πολιτικών επιστημών, συνδικαλιστικές οργανώσεις, ΜΚΟ, πολιτικά κόμματα
και υπουργεία).
Όπως η ίδια, λοιπόν, η Επιτροπή εξηγεί, με αφορμή τα νέα
Προγράμματα αλλά και το σχετικό δημόσιο διάλογο «θεωρεί ότι πρέπει να
επανέλθει στις θέσεις που έχει διατυπώσει στο παρελθόν αναφορικά με το
ζήτημα της θρησκευτικής αγωγής και εκπαίδευσης. Με αφετηρία, «πάντα
το σεβασμό για το έργο και την αποφασιστική συμβολή της
ελληνικής ορθόδοξης Εκκλησίας στη διαμόρφωση της νεοελληνικής
ταυτότητας» αλλά και με ίδια πάντα προσέγγιση, η οποία είναι «σύμφωνη με
την έννοια της «θρησκευτικής συνείδησης» ερμηνευόμενης ως ελεύθερης
διαμόρφωσης της θρησκευτικής συνείδησης για όλους τους μαθητές, όπως
άλλωστε επιτάσσουν τόσο τα άρθρα 5, παρ. 1 και 13, παρ. 1, του
Συντάγματος, που κατοχυρώνουν την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας
και την
ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης αντίστοιχα, όσο και το άρθρο 16 του Συντάγματος, το οποίο συμπεριλαμβάνει μεταξύ των σκοπών της παιδείας, εκτός από την «ανάπτυξη της θρησκευτικής συνείδησης», και τη «διάπλαση ελεύθερων πολιτών». Η ερμηνευτική αυτή προσέγγιση είναι συμβατή όχι μόνο με τις συνταγματικές επιταγές, αλλά και με την ευρωπαϊκή πολιτιστική πραγματικότητα.»
ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης αντίστοιχα, όσο και το άρθρο 16 του Συντάγματος, το οποίο συμπεριλαμβάνει μεταξύ των σκοπών της παιδείας, εκτός από την «ανάπτυξη της θρησκευτικής συνείδησης», και τη «διάπλαση ελεύθερων πολιτών». Η ερμηνευτική αυτή προσέγγιση είναι συμβατή όχι μόνο με τις συνταγματικές επιταγές, αλλά και με την ευρωπαϊκή πολιτιστική πραγματικότητα.»
Σημαντική μια εκ των παρατηρήσεων: «Λαμβάνοντας υπόψη τη
συνθετότητα του σύγχρονου κοινωνικού και πολιτισμικού ιστού και τις
εκπαιδευτικές ανάγκες που προκύπτουν από αυτή, η θρησκευτική
αυτοσυνειδησία των πολιτών οφείλει να επιδεικνύει δεκτικότητα στο
διάλογο με τον Άλλο και σεβασμό στις υπάρχουσες διαφορετικές
θρησκευτικές πεποιθήσεις.»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου