H πρόσφατη απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου της 19ης Ιουλίου 2016 [1],
για τη μη δεσμευτική έννοια για τα κράτη-μέλη της τραπεζικής
ανακοίνωσης της Επιτροπής, δηλαδή η ερμηνεία των οδηγιών για τις
κρατικές ενισχύσεις προς τις τράπεζες στο πλαίσιο της χρηματοπιστωτικής
κρίσεως και τον καταμερισμό των επιβαρύνσεων [...] με βάση την
προδικαστική παραπομπή που υπέβαλε το Συνταγματικό Δικαστήριο της
Σλοβενίας, βοηθά να σωθούν οι ιταλικές τράπεζες, ο Ρέντσι και η πολιτική
της ηγεσίας της Ε.Ε. από μια πολύ μεγάλη και με σοβαρές συνέπειες
κρίση.
Η υπόθεση που εξετάστηκε από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο αφορούσε
προδικαστικά ερωτήματα του Συνταγματικού Δικαστηρίου της Σλοβενίας, πριν
προχωρήσει σε αποφάσεις για υποθέσεις πολιτών που είχαν υποστεί
απώλειες από τα έκτακτα μέτρα που είχε αποφασίσει η κυβέρνηση της
Σλοβενίας το 2013 για να σώσει πέντε τράπεζες.
Τα μέτρα αυτά στην πραγματικότητα περιελάμβαναν τη διαγραφή του
μετοχικού κεφαλαίου, καθώς και του υβριδικού κεφαλαίου και των τίτλων
μειωμένης εξασφαλίσεως (δηλαδή η κυβέρνηση της Σλοβενίας είχε προχωρήσει
σε bail-in ως πολιτική «καταμερισμού των επιβαρύνσεων»). Οι Σλοβένοι
ρωτούσαν αν είναι υποχρεωτικό το bail-in για να δοθεί η άδεια από την
Επιτροπή σε κρατικές ενισχύσεις για τις τράπεζες.
Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο αποφασίζοντας ότι η «τραπεζική ανακοίνωση
έχει την έννοια ότι δεν είναι δεσμευτική για τα κράτη-μέλη», εκτός από
τη βάση για μια δικαίωση των Σλοβένων, έδωσε διέξοδο στις ιταλικές
τράπεζες και την κυβέρνηση της χώρας, επιτρέποντας την ανακεφαλαιοποίησή
τους μέσω κρατικής παρέμβασης χωρίς να έχει προηγηθεί διαγραφή
κεφαλαίου.
Αυτή η «ανάγνωση» από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο της «τραπεζικής
ανακοίνωσης» της Κομισιόν, ως μη δεσμευτικής για τα κράτη, δίνει μεν
περιθώριο διαφυγής στην Ιταλία, πολιτικά, δε, ενθέτει μια αναγνώριση του
αδύναμου στη διαχείριση της βαθιάς τραπεζικής κρίσης, που είναι μέρος
της καπιταλιστικής κρίσης συσσώρευσης, αλλά και στην αφήγηση της
γερμανικής ηγεσίας περί ενάρετου κύκλου, δηλαδή, το να προηγείται το
bail-in της ανακεφαλαιοποίησης, ως δομικού στοιχείου στις πολιτικές της
τραπεζικής ενοποίησης, μιας «ενοποίησης» όμως που το μόνο που έχει
θεσμικά να επιδείξει είναι η άλωση των αδύναμων κρίκων, όπως είναι οι
ελληνικές τράπεζες.
Επιπλέον, η τραπεζική κρίση στην Ιταλία και την Πορτογαλία, ως ρίσκο
στην Ε.Ε., όπως επισημαίνει το ΔΝΤ, ο γνωστός μας «θεσμός» από το
«πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τα έθνη», μια επισήμανση που μπορεί να
στηρίξει τον Ντράγκι στο να προχωρήσει και στην αγορά χρέους των
τραπεζών, όμως προς το παρόν αυτό που η ΕΚΤ αγοράζει, εκτός από τα
κρατικά ομόλογα, 80 δισ. τον μήνα, είναι το χρέος των γερμανικών και
γαλλικών πολυεθνικών κολοσσών.
Οι γερμανικές BMW, BASF της χημικής βιομηχανίας και η γαλλική Sanofi,
της ιατρικής βιομηχανίας, των κρατών των «ενάρετων» πολιτικών άρπαξαν
10 δισεκατομμύρια ευρώ μέσα σε ένα μήνα από την πρώτη αγορά εταιρικών
ομολόγων από την ΕΚΤ. Ετσι διδάσκει «ενάρετη» και «δίκαιη» ανάπτυξη η
Γερμανία και η Γαλλία.
Σκληροί με τους αδύναμους και αδύναμοι με τους σκληρούς, όπως
διδάσκουν οι ηγεσίες όλων των ευρωπαϊκών «θεσμών», το Ευρωπαϊκό
Δικαστήριο φαίνεται για άλλη μια φορά να υπερβαίνει θετικά τον
ναρκοθετημένο πολιτικό χώρο της τραπεζικής κρίσης.
Εν πολλοίς, τα προδικαστικά ερωτήματα του Συνταγματικού Δικαστηρίου
της Σλοβενίας έδωσαν την ευκαιρία στην ευρωπαϊκή πολιτική τάξη να
συνεχίσει να υπερασπίζετε αποφάσεις και όταν οι συνέπειές τους έχουν
σοβαρό αντίκτυπο και απειλούν με ρήγματα, τότε να τις καθιστά επίδικο
μιας νομικής ερμηνείας.
Στην περίπτωση της προσφυγής στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων
Δικαιωμάτων των 6.320 Ελλήνων μικρο-ομολογιούχων που υποχρεώθηκαν να
συμμετάσχουν στο ελληνικό PSI με την ανταλλαγή ομολόγων τους και έχασαν
σημαντικό ποσό περιουσίας, το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι δεν υπήρξε
παραβίαση των άρθρων για την προστασία της ατομικής περιουσίας. Θα
λέγαμε ότι το PSI είναι πολύ σοβαρή υπόθεση για την Ε.Ε. για να
αμφισβητηθεί μέσα από ατομικά δικαιώματα.
Ομως έχουμε και εμείς να περιμένουμε μια απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου πολύ κρίσιμη.
Αφορά την υπόθεση με «την αίτηση του Συμβουλίου της Επικρατείας για
την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως της Ανώνυμης Γενικής Εταιρείας
Τσιμέντων Ηρακλής (ΑΓΕΤ Ηρακλής) κατά του υπουργού Εργασίας με θέμα τη
διαφορά που ανέκυψε μετά την άρνηση των ελληνικών αρχών να επιτρέψουν
στην προσφεύγουσα της κύριας δίκης -θυγατρική της Lafarge Holcim Ltd,
επιχειρήσεως που δραστηριοποιείται σε πολλά κράτη-μέλη,
συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας- να προβεί σε ομαδικές απολύσεις».
Στις προτάσεις του γενικού εισαγγελέα για την υπόθεση περιλαμβάνεται
και η θέση ότι, «συναφώς, η υπό εξέταση υπόθεση πρέπει άρα να διακριθεί
από τις περιστάσεις των αποφάσεων της [...] Alemo-Herron κ.λπ.
Σε αυτή την τελευταία υπόθεση το Δικαστήριο έκρινε -σε σχέση με
παρόμοια οδηγία για την προστασία της απασχολήσεως- ότι τα μέτρα που
λαμβάνονται κατά τη διακριτική ευχέρεια του κράτους-μέλους, καθ’
υπέρβαση της εφαρμογής του Δικαίου της Ενωσης, πρέπει να συμμορφώνονται
με τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ενωσης»[2].
Φαίνεται ότι εδώ το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο δεν θέλει να παραπέμψει σε
προηγούμενες αποφάσεις που συνδέονται με τον σεβασμό στον Χάρτη των
Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Δεν χρειάζονται οι Ελληνες εργαζόμενοι τη φροντίδα των θεμελιωδών
δικαιωμάτων. Μάλλον θα πρέπει μόνοι τους να τα κατοχυρώσουν. Εδώ δεν
παίζονται τα συμφέροντα των τραπεζών και των κυβερνήσεων. Εδώ είναι οι
άνθρωποι και το Δίκαιο που έχει μια μονομέρεια. Είναι η ίδια η παραγωγή
του. Η βία της ταξικής κοινωνίας.
[1] http://curia.europa.eu/juris/document/document.jsf?text=&docid=181842&pa...
[2] http://curia.europa.eu/juris/document/document.jsf;jsessionid=9ea7d2dc30...
[2] http://curia.europa.eu/juris/document/document.jsf;jsessionid=9ea7d2dc30...
Συντάκτης: Θεοδώρα Σταθούλια - πολιτική επιστήμων, δρ Επιστήμης της Πληροφορίας
Πηγή: efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου