Με την ανακοίνωση, από το Υπουργείο Παιδείας, των πινάκων
των στατιστικών των μορίων που συγκέντρωσαν οι φετινοί υποψήφιοι και
με τις διαδικασίες υποβολής των μηχανογραφικών δελτίων που
ολοκληρώνονται την Παρασκευή, φτάσαμε στο τέλος ενός ακόμη γύρου των
πανελλαδικών εξετάσεων. Απομένει πλέον η ανακοίνωση των βάσεων που
αναμένεται να γίνει το β’ 15νθήμερο του Αυγούστου, δηλαδή, σε περίπου
40–45 μέρες.
Η ανακοίνωση των πινάκων με τα στατιστικά των μορίων των
υποψηφίων φανερώνει ότι έχουμε ελαφρά αύξηση των αριστούχων (5.104) σε
σχέση με πέρσι. Αναλογικά οι περισσότεροι αριστούχοι (18-20) βρίσκονται
στο Πεδίο Επιστημών Υγείας και αυτό «μεταφράζεται» σε άνοδο των
βάσεων στις ιατρικές σχολές, κάτι που θα «συμπαρασύρει» και τις
σχολές Φαρμακευτικής, Κτηνιατρικής και Βιολογίας. Στον αντίποδα, με βάση
τα στοιχεία του υπουργείου, η πλειονότητα των τμημάτων όλων των άλλων
Πεδίων θα σημειώσει πτώση των βάσεων εισαγωγής, ενώ θα υπάρχει και μια
μικρότερη, αλλά ορατή ομάδα τμημάτων, στις οποίες οι βάσεις θα
σημειώσουν μικρές μεταβολές, μικρές αυξομειώσεις σε σχέση με τις
περσινές βάσεις εισαγωγής.
Εξαίρεση, σε αυτό το τοπίο θα αποτελέσει το 4ο Πεδίο στο
οποίο συνωστίζονται τα Παιδαγωγικά Τμήματα (Δάσκαλοι, Νηπιαγωγοί) όπου
θα έχουμε, κυρίως στα περιφερειακά τμήματα πρωτοφανή πτώση, η οποία
δεν συνδέεται τόσο με τις επιδόσεις των υποψηφίων του πεδίου όσο κυρίως
με τη θετική (για τους υποψήφιους) αντιστοιχία θέσεων εισακτέων
και υποψηφίων.
Ωστόσο, η ανακοίνωση των πινάκων των στατιστικών των μορίων
που συγκέντρωσαν οι φετινοί υποψήφιοι αναδεικνύει μια σοβαρότερη
πλευρά του ζητήματος, που μένει στο περιθώριο των δημοσίων συζητήσεων.
Γιατί αν η κίνηση των βάσεων, ανοδική η καθοδική δεν σημαίνει τίποτε
στην ουσία για τον αριθμό εισακτέων στα Πανεπιστημιακά Τμήματα και
στα Τμήματα των ΤΕΙ, η μακρά «ουρά» της λευκής κόλλας, οφείλει
να προβληματίσει και να ερμηνευθεί.
Λευκές κόλλες σε μαύρο μέλλον
Σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα
το υπουργείο Παιδείας, σχεδόν 20.000 υποψήφιοι δεν κατάφεραν
να συγκεντρώσουν φέτος περισσότερα από 7.000 μόρια, ενώ οι υποψήφιοι
που συνολικά βρέθηκαν κάτω από τον πήχη του 10 πλησίασαν τις 39.000.
Από την άλλη αρίστευσαν και συγκέντρωσαν πάνω από 19.000 μόρια μόλις
758 υποψήφιοι, ενώ συνολικά 18-20.000 μόρια συγκέντρωσαν 5.104
υποψήφιοι. Κάθε χρόνο, τόσο τα υψηλά ποσοστά χαμηλών βαθμολογιών
που καταγράφονται στις πανελλαδικές εξετάσεις, όπου περίπου το 1/3
των εξετασθέντων γράφουν κάτω από τη βάση, όσο και τα
βαθμολογικά «ναυάγια» (χιλιάδες εξετασθέντες δίνουν σχεδόν λευκή
κόλλα) πριμοδοτούν την ανάπτυξη μιας δημόσιας συζήτησης γύρω από την
εξήγηση του φαινομένου.
Ωστόσο, τα τελευταία 2-3 χρόνια η συζήτηση για τις επιδόσεις των
μαθητών έχει «πάρει φωτιά», καθώς ένα μεγάλο τμήμα εκπαιδευτικών
επισημαίνει ότι υπάρχει μια ποιοτική διαφορά σε σχέση με το κοντινό
παρελθόν.
Οι εκπαιδευτικοί υποστηρίζουν ότι έχουν πληθύνει οι «μαθητές
των τελευταίων θρανίων», δηλαδή τα παιδιά εκείνα που νωρίς
έχουν εγκαταλείψει κάθε προσπάθεια, ενώ από την άλλη είναι φανερή διά
γυμνού οφθαλμού η συρρίκνωση της ομάδας των μαθητών που πασχίζει για
καλά σχολικά αποτελέσματα. Δεν είναι λίγοι μάλιστα εκείνοι που
υποστηρίζουν ότι, ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια, που συνδέονται με την
οικονομική κρίση και τις συνέπειές της στις οικογένειες των μαθητών και
στην υποχρηματοδότηση της εκπαίδευσης, το ελληνικό σχολείο τείνει
να μεταλλαχθεί σε μια «βιομηχανία» ενός ιδιόμορφου αναλφαβητισμού.
Παράλληλα την ίδια ώρα έχει ανοίξει ένα μεγάλο, αγεφύρωτο χάσμα.
Χάσμα στις βαθμολογίες, χάσμα στις προσδοκίες! «Άλογα κούρσας»
και «ουραγοί»! Παράδοξο και πρωτότυπο; Η αλήθεια είναι ότι τα
τελευταία χρόνια αυτή η κατάσταση παγιώνεται. Τι συμβαίνει; Σαν να
αντανακλά η ίδια η κοινωνία πάνω στην κίνηση των βάσεων. Μια κοινωνία
όπου οι φτωχοί γίνονται φτωχότεροι και οι πλούσιοι πλουσιότεροι. Και στη
μέση, σμπαραλιασμένα τα μεσαία στρώματα.
Δίπλα στα όλο και λιγότερα «άλογα κούρσας» με τα 18άρια και τα
19άρια που τινάζουν τις επιδόσεις στον αέρα, διαμορφώνονται οι
«ουραγοί», μια μεγάλη ομάδα (ίσως η μεγαλύτερη μετά τη Μεταπολίτευση)
παιδιών, κυρίως από τα λαϊκά στρώματα (γόνοι αγροτών, εργατών,
μικροϋπαλλήλων κ.λπ.), οι οποίοι έχουν γυρίσει την πλάτη στη σχολική
εκπαίδευση, σαν απάντηση στο γεγονός ότι η τελευταία δεν έχει πλέον να
τους προσφέρει αυτό που απλόχερα, στο πεδίο των επαγγελματικών
προοπτικών, πρόσφερε στο παρελθόν.
Μιλάμε για ανατροπή στις καταστάσεις, στα δεδομένα και
στις πεποιθήσεις. Το «κλειδί του παραδείσου», το πανεπιστήμιο, που
την προηγούμενη περίοδο πρόβαλε σαν το σκαλοπάτι που έπρεπε ν' ανέβουν
τα παιδιά των λαϊκών οικογενειών για να
«αποκατασταθούν-εξασφαλιστούν», δεν υπάρχει πια. Τα πτυχία έχουν χάσει
την αποτελεσματικότητα που είχαν στο παρελθόν ως μέσα επαγγελματικής
προώθησης, καθώς η ολοένα και αυξανόμενη ανεργία «σαρώνει» όλων των
ειδών τους τίτλους, ιδιαίτερα όταν δεν συνοδεύονται από υψηλή καταγωγή,
«δίκτυο σχέσεων-γνωριμιών» και «κληρονομικά δικαιώματα». Ακόμη παραπέρα.
Σε αντίθεση με το παρελθόν όχι μόνο το παιδί μιας εργατικής ή
αγροτικής οικογένειας με το πτυχίο της φιλολογίας ή κάποιου τμήματος
του Παντείου ή της Νομικής δεν έχει εγγυημένη επαγγελματική
προοπτική, αλλά και το παιδί μιας οικογένειας εκπαιδευτικών ή δημοσίων
υπαλλήλων ή μικροεμπόρων με το πτυχίο στο χέρι είναι πιθανόν να έχει
καθοδική κοινωνική κινητικότητα, να βρεθεί, δηλαδή, σε χειρότερη
θέση επαγγελματικά, κοινωνικά, οικονομικά από τους γονείς του οι
οποίοι είχαν πετύχει ανοδική κοινωνική τροχιά στην προηγούμενη γενιά.
Είναι απαραίτητο να σημειώσουμε εδώ ότι αυτή η πραγματικότητα
σημαίνει και την αναίρεση οποιασδήποτε εγγυημένης δυνατότητας
ανοδικής κοινωνικής κινητικότητας μέσα από την πρόσβαση στον
εκπαιδευτικό μηχανισμό, γεγονός που οδηγεί στη σταδιακή διάλυση των
παραδοσιακών αντιλήψεων που συγκροτούνταν γύρω από τον εκπαιδευτικό
μηχανισμό.
Ακυρώνεται έτσι ένα ολόκληρο φάσμα κοινωνικών προσδοκιών,
συγκροτημένο εδώ και αρκετές δεκαετίες, για τη δυνατότητα εργασιακής
απασχόλησης μέσα από την πρόσβαση στην εκπαίδευση και τα διαπιστευτήριά
της. Οι προσδοκίες, βέβαια, αυτές την τελευταία 15ετία δέχθηκαν
απανωτά χτυπήματα από την εργασιακή αβεβαιότητα, την ετεροαπασχόληση,
την υποαπασχόληση, τη μισθολογική υποβάθμιση.
Συντάκτης: Χρήστος Κάτσικας
Πηγή: efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου