Εναν ιδιότυπο διαγωνισμό για τα μάτια του κεφαλαίου έστησαν την
περασμένη βδομάδα ο πρωθυπουργός και ο πρόεδρος της ΝΔ, με τις ομιλίες
τους τόσο στην ετήσια Γενική Συνέλευση του ΣΕΒ, όσο και στο διήμερο συνέδριο του «Economist» στην Αθήνα.
Τα θέματα που μπήκαν στους... διαγωνιζόμενους ήταν πάρα πολύ συγκεκριμένα: Ποιος μπορεί να υπηρετήσει αποτελεσματικότερα το στόχο της ανάκαμψης των κερδών του κεφαλαίου, αλλά και ποιος
μπορεί να χειραγωγήσει ταυτόχρονα το λαό, λανσάροντάς του το παραμύθι
ότι τάχα θα ωφεληθεί κι αυτός από μια τέτοια ανάκαμψη.
Οπως
ήταν επόμενο, με τόσο συγκεκριμένα «θέματα», αλλά και με τέτοιο
ακροατήριο, αποτελούμενο από βιομήχανους, εκπροσώπους άλλων τμημάτων του
εγχώριου κεφαλαίου, ξένων επιχειρηματικών ομίλων και φυσικά εκπροσώπους
όλων των «θεσμών» και των «εταίρων» της ελληνικής αστικής τάξης, η αντιλαϊκή στρατηγική σύμπλευση ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ στην υπηρέτηση των συμφερόντων του κεφαλαίου «έβγαζε μάτι»...
Σε τέτοιο σημείο, μάλιστα, που ο Αλ. Τσίπρας και ο Κυρ. Μητσοτάκης
έμοιαζαν να έχουν ανταλλάξει «σκονάκια», ακόμα και στη φρασεολογία που
χρησιμοποιούσαν!
Η «ιδιοκτησία» των αντιλαϊκών αναδιαρθρώσεων
Κομβικό στοιχείο στις παρεμβάσεις τόσο του πρωθυπουργού, όσο και του προέδρου της ΝΔ ήταν η περιβόητη «ιδιοκτησία» των αντιλαϊκών μεταρρυθμίσεων
που περιλαμβάνονται στο 3ο μνημόνιο, το οποίο ψήφισαν μαζί τα κόμματά
τους, η δέσμευσή τους δηλαδή να προωθήσουν και να εφαρμόσουν όλες τις
αναδιαρθρώσεις που έχει ανάγκη το κεφάλαιο για να επιστρέψει σε ρυθμούς
ανάκαμψης της κερδοφορίας του.
Μιλώντας στη συνέλευση του ΣΕΒ και εστιάζοντας στην ολοκλήρωση της πρώτης «αξιολόγησης» του μνημονίου, ο Αλ. Τσίπρας διαβεβαίωσε ότι «από
την πλευρά μας κάναμε όλα τα απαραίτητα βήματα για την ανάκτηση της
εμπιστοσύνης και την επανεκκίνηση της αναπτυξιακής διαδικασίας».
«Για να εγκαινιάσουμε μια νέα εποχή ανάκαμψης και ευημερίας για το σύνολο της χώρας», πρόσθεσε, «είμαστε
υποχρεωμένοι να προχωρήσουμε σε μια σφιχτή και καλά σχεδιασμένη
μεταρρυθμιστική πολιτική σε πολλά και διαφορετικά πεδία».
«Προϋπόθεση είναι η έγκαιρη εφαρμογή του προγράμματος. Πρόγραμμα που κατόπιν δικής μας επιλογής ήταν εμπροσθοβαρές», τόνισε, επιβεβαιώνοντας την πρεμούρα της κυβέρνησης να υλοποιήσει άμεσα τα αντιλαϊκά μέτρα που έχει ανάγκη το κεφάλαιο.
Δεσμευόμενος, μάλιστα, ότι θα συνεχίσει στους ίδιους ρυθμούς την αντιλαϊκή επίθεση, ανέφερε χαρακτηριστικά: «Εχουμε ως χώρα, αυτήν τη στιγμή, ένα καλό μομέντουμ. Και στόχος της κυβέρνησης είναι να μην το αφήσουμε να πάει χαμένο»...
Αντίστοιχα, μιλώντας στο συνέδριο του «Economist», υπογράμμισε ότι «δεν υπάρχει περιθώριο για χάσιμο» και ότι «κατά τη δεύτερη αξιολόγηση», που περιλαμβάνει και τα νέα χτυπήματα στα Εργασιακά, «θα πρέπει όλες οι πλευρές να επιδείξουν την αντίστοιχη δέσμευση, ώστε να αποφύγουμε φαινόμενα και πρακτικές καθυστερήσεων που υπονομεύουν τη δυναμική της ανάκαμψης»...
Από την πλευρά του, ο Κυρ. Μητσοτάκης
επιχείρησε και πάλι να παρουσιαστεί ως πιο... «γνήσιος μεταρρυθμιστής».
Καθώς, μάλιστα, κεφάλαιο και «εταίροι» υπογραμμίζουν ότι μετά από μια
φάση «έντονης νομοθέτησης» των αναδιαρθρώσεων, πρέπει πλέον να πέσει
μεγαλύτερο βάρος και στην εφαρμογή τους, ο πρόεδρος της ΝΔ, μιλώντας στο
συνέδριο του «Economist» κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι «φοράει
προσωρινά ένα μεταρρυθμιστικό προσωπείο, αλλά δε διαθέτει ούτε τη θέληση
ούτε την ικανότητα να εφαρμόσει αυτά που νομοθετεί», σε αντίθεση με τον ίδιο, που προσφέρεται για την «εφαρμογή τολμηρών μεταρρυθμίσεων»...
Επιπλέον,
εστίασε για ακόμα μια φορά την κριτική του στο «μείγμα» της
δημοσιονομικής διαχείρισης που επέλεξε η κυβέρνηση για την επίτευξη των
ίδιων αντιλαϊκών στόχων. «Η υφεσιακή επίδραση των φόρων θα είναι πολύ μεγαλύτερη από αυτή μιας στοχευμένης περικοπής δαπανών»,
σημείωσε μπροστά στους βιομήχανους, που κάνουν μια αντίστοιχη κριτική,
με το λαό βέβαια να χτυπιέται ταυτόχρονα τόσο από την απογείωση της
φοροληστείας, όσο και από το τσάκισμα κρατικών κονδυλίων που αφορούν
στην κάλυψη λαϊκών αναγκών, ανεξάρτητα από τη... δοσολογία που επιλέγει
κάθε φορά η αστική διαχείριση.
«Επενδυτικές εκρήξεις» και «επενδυτικές επαναστάσεις»...
Εκεί
που δώσανε τα ρέστα τους, βέβαια, τόσο ο Αλ. Τσίπρας όσο και ο Κυρ.
Μητσοτάκης ήταν στο διαγκωνισμό τους για το ποιος μπορεί να διασφαλίσει
πιο «φιλικό επιχειρηματικό περιβάλλον».
Για «αναγκαία επενδυτική έκρηξη» μίλησε ο πρωθυπουργός, για την ανάγκη μιας «πραγματικής επενδυτικής επανάστασης»
έκανε λόγο ο πρόεδρος της ΝΔ... «Εκρήξεις» και «επαναστάσεις» που
μπορούν να πατήσουν μόνο πάνω στα τσακισμένα εργατικά - λαϊκά δικαιώματα
και στο άνοιγμα νέων πεδίων κερδοφορίας για το κεφάλαιο με
ιδιωτικοποιήσεις και «απελευθερώσεις» σημαντικών κλάδων της παραγωγής.
«Το αναπτυξιακό μας υπόδειγμα αξιοποιεί στο μέγιστο δυνατό βαθμό τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της ελληνικής οικονομίας, τη γεωπολιτική της θέση», ανέφερε ο Αλ. Τσίπρας, μιλώντας στο συνέδριο του «Economist», «η Ελλάδα διαθέτει - και μπορεί να αναπτύξει περαιτέρω - ισχυρά, μοναδικά ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα», μεταξύ των οποίων την «κομβική γεωγραφική θέση»,
είχε πει πριν από λίγες ώρες από το ίδιο βήμα ο Κυρ. Μητσοτάκης. Αυτό
που κανείς από τους δύο δεν είπε, βέβαια, είναι ότι τα «συγκριτικά
πλεονεκτήματα» του κεφαλαίου αφορούν στους κλάδους και τους τομείς όπου
οι επιχειρηματικοί όμιλοι μπορούν να εξασφαλίσουν μεγαλύτερη κερδοφορία
και όχι βέβαια στην κάλυψη λαϊκών αναγκών, ούτε στα δικαιώματα των
εργαζομένων και τη φτηνή πρόσβαση του λαού στα εμπορεύματα και τις
υπηρεσίες ακόμα και στους κλάδους που ιεραρχούνται από το κεφάλαιο.
«Απαραίτητη προϋπόθεση για να τεθούν σε κίνηση τα παραπάνω», συνέχισε ο Αλ. Τσίπρας,«είναι το οξυγόνο της οικονομίας - δηλαδή η ρευστότητα και η διοχέτευσή της στους παραγωγικούς - εξωστρεφείς τομείς».
«Για να αξιοποιήσουμε αυτά τα συγκριτικά πλεονεκτήματα χρειάζονται συγκεκριμένες πολιτικές πρωτοβουλίες», ανέφερε και ο Κυρ. Μητσοτάκης, για να ξεχωρίσει και αυτός την «ενίσχυση της ρευστότητας της οικονομίας»...
Σε
αυτό το πλαίσιο, ο μεν πρωθυπουργός αράδιασε όσα έκανε και όσα
δρομολογεί η κυβέρνηση για την ενίσχυση της «ρευστότητας» του κεφαλαίου:
Νέος «αναπτυξιακός νόμος», αξιοποίηση διαφόρων χρηματοδοτικών
εργαλείων, σταδιακή πρόσβαση των τραπεζών σε φτηνά προγράμματα δανεισμού
και δυνατότητα επέκτασής τους στις μεγάλες επιχειρήσεις, «σταδιακή ανάκτηση πιστοληπτικής ικανότητας και συνεπώς ταχύτερη επάνοδος στις διεθνείς αγορές κεφαλαίου» κ.ο.κ.
Ο δε πρόεδρος της ΝΔ κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι με την «καταστροφική πολιτική της», που «οδήγησε
στα capital controls (...) έχει μειώσει σημαντικά την ικανότητα των
ελληνικών τραπεζών να χρηματοδοτούν την πραγματική οικονομία», γεγονός που «ακυρώνει» και κινήσεις της, όπως ο νέος «αναπτυξιακός νόμος»...
Το
ζήτημα για το λαό, βέβαια, είναι ότι όλα τα παραπάνω είναι ένα προς ένα
μέτρα και κινήσεις για τη «ρευστότητα» των επιχειρηματικών ομίλων, ο
λογαριασμός για την οποία θα καταλήγει πάντα στην τσέπη του λαού...
«Δημιουργία δημοσιονομικού χώρου» για παραπέρα στήριξη του κεφαλαίου
Και φυσικά, πίσω από τον καβγά τους για το ποιος είχε ή έχει δεσμευτεί σε μεγαλύτερα πρωτογενή πλεονάσματα,
δεν θα μπορούσαμε να παραβλέψουμε την πλήρη ταύτιση ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ - σε
συντονισμό και με τον διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας - στην ανάγκη να
μειωθούν οι σχετικοί στόχοι, όχι βέβαια για την ελάφρυνση του λαού,
αλλά προκειμένου να εξασφαλιστεί μεγαλύτερος «δημοσιονομικός χώρος» για
την παραπέρα κρατική στήριξη του κεφαλαίου.
Σε αυτό το πλαίσιο, από το βήμα του «Economist», ο Αλ. Τσίπρας
αφού πρώτα διαβεβαίωσε ότι η κυβέρνησή του θα τηρήσει τη δέσμευση για
πρωτογενές πλεόνασμα στο 3,5% του ΑΕΠ το 2018, τόνισε ότι «από εκεί και πέρα (...) είναι προφανές ότι θα πρέπει να πάμε σε πιο ρεαλιστικούς στόχους.
Διότι είναι απολύτως αδύνατον, πρωτογενή πλεονάσματα του ύψους του
3,5%, μετά το 2018, να διατηρηθούν και μάλιστα για αρκετά χρόνια. Εκτός αν θέλουμε να πνίξουμε την ελληνική οικονομία και να έχουμε διαρκώς συνθήκες μακροχρόνιας στασιμότητας». Τα πρωτογενή πλεονάσματα, πρόσθεσε, «δεν επιτρέπεται να υπερβαίνουν το 1,5 με 2%».
Στο ίδιο μήκος κύματος και με γνώμονα τη «δημιουργία δημοσιονομικού χώρου» για τη στήριξη του κεφαλαίου, ο Κυρ. Μητσοτάκης, από το ίδιο βήμα, ανέφερε ότι «οι στόχοι τήρησης δημοσιονομικών πλεονασμάτων της τάξης του 3,5% του ΑΕΠ είναι απλά ανέφικτοι (...) Η επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων της τάξης του 2% για το διάστημα από το 2018 και μετά πρέπει να αποτελεί εθνικό στόχο», ο οποίος, μεταξύ άλλων, «θα επιτρέψει την ευκολότερη εφαρμογή επιθετικών μεταρρυθμίσεων»...
Διαφορετικοί αφηγητές, ίδια τα παραμύθια
Εκεί
βέβαια που Τσίπρας και Μητσοτάκης θα μπορούσαν κάλλιστα... να
ανταλλάξουν τα γραπτά τους, ήταν στο σκέλος των εξετάσεών τους για το
ποιος μπορεί να χειραγωγήσει καλύτερα το λαό κάτω από την ξένη σημαία
της καπιταλιστικής ανάκαμψης και της ταξικής συνεργασίας.
Ο ένας έκοβε κι ο άλλος έραβε:
«Δε θα πρέπει ουδέποτε να λησμονούμε ότι για την επιτυχία των προγραμμάτων, ισχύ αξιώματος έχει η αποδοχή τους από το κοινωνικό σύνολο, προκειμένου να επιτυγχάνεται η κοινωνική συνοχή και η δίκαιη διανομή των θετικών αποτελεσμάτων σε όλους», ανέφερε στην ομιλία του στον ΣΕΒ ο Αλ. Τσίπρας.
«Το πιο σημαντικό στοίχημα που πρέπει να κερδίσουμε είναι η αποκατάσταση σχέσεων εμπιστοσύνης με τους πολίτες», είπε λίγες μέρες μετά στον «Economist» ο Κυρ. Μητσοτάκης.
«Τούτη την ώρα έχουμε ένα κοινό στόχο και ένα κοινό συμφέρον, την έξοδο από την κρίση», ισχυρίστηκε ο Αλ. Τσίπρας.
«Είναι απαραίτητο να εμπεδωθεί ότι το συμφέρον εργαζομένων - επιχειρηματιών είναι κατά βάση κοινό», υπερθεμάτισε ο Κυρ. Μητσοτάκης.
Σε «γόνιμο και δημιουργικό διάλογο» κάλεσε «το σύνολο των κοινωνικών φορέων» ο Αλ. Τσίπρας, για τη «βελτίωση» και την «αποκατάσταση» τάχα «του πλαισίου των εργασιακών σχέσεων».
Για μια «νέα συμφωνία αλήθειας με τους πολίτες» μίλησε ο Κυρ. Μητσοτάκης, η οποία «πρέπει να συμπεριλαμβάνει και την επιχειρηματική κοινότητα της χώρας».
«Επιμερίσαμε δίκαια τα βάρη» της «δημοσιονομικής προσαρμογής», τόλμησε να ισχυριστεί ο Αλ. Τσίπρας,«και τώρα είναι καιρός να γίνει το ίδιο με τα οφέλη της ανάπτυξης».
«Δεν μπορεί ο λαός να είναι συμμέτοχος μόνο στις ζημίες. Οι εργαζόμενοι, οι συνταξιούχοι θα πρέπει να έχουν μερίδιο και στα κέρδη της ανάπτυξης», συμπλήρωσε την καλλιέργεια αυταπατών ο Κυρ. Μητσοτάκης...
Διαφορετικοί
αφηγητές, δηλαδή, για τα ίδια παραμύθια, περί «κοινών συμφερόντων»
κεφαλαίου και εργαζομένων και περί «δίκαιης ανάπτυξης».
Μόνο που
τα συμφέροντα των εργαζομένων είναι εκ διαμέτρου αντίθετα με αυτά του
κεφαλαίου. Προϋπόθεση για την ανάκαμψη των κερδών και της
ανταγωνιστικότητας του κεφαλαίου είναι η επίθεση διαρκείας σε βάρος των
εργατικών - λαϊκών δικαιωμάτων, ενώ η πείρα από τα «μοντέλα» της
«δίκαιης ανάπτυξης» που επικαλούνται τόσο ο ΣΥΡΙΖΑ όσο και η ΝΔ, από
τους κλάδους του τουρισμού και της ναυτιλίας, επιβεβαιώνει ότι οι υψηλοί
ρυθμοί κερδοφορίας των καπιταλιστών όχι μόνο δε συνεπάγονται ανάκτηση
των δικαιωμάτων και των τεράστιων απωλειών των εργαζομένων, αλλά,
αντίθετα, προϋποθέτουν την ένταση της εκμετάλλευσής τους...
Πηγή: rizospastis.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου