Την «τεράστια διαφορά» ανάμεσα στο ΤΑΙΠΕΔ «που ξεπουλούσε» και το
Ταμείο αξιοποίησης και ιδιωτικοποίησης της δημόσιας περιουσίας, που
προωθείται με το πολυνομοσχέδιο, υποστήριξε ο Ευκλείδης Τσακαλώτος
καταλογίζοντας «μεγάλες ανακρίβειες» στην σφοδρή κριτική που άσκησε η
αντιπολίτευση.
Σύμφωνα με τον υπουργό Οικονομικών, η περίοδος των 99 χρόνων που
παρέχεται, πέραν του ότι είναι συνήθης πρακτική για μεγάλους οργανισμούς
με μακροπρόθεσμους στόχους αποτελεί και επιλογή αιτιολογώντας πως όσο
μεγαλύτερος είναι ο χρόνος, τόσο λιγότερη είναι η πίεση για να
ιδιωτικοποιήσεις και να κρατήσεις αυτά τα περιουσιακά στοιχεία για να
δημιουργούν περισσότερη αξία.
«Διευρύνοντας τον ορίζοντα λειτουργίας της εταιρείας επιδιώκουμε τα
έσοδα να προέρχονται από καλύτερη διαχείριση κι όχι από
ιδιωτικοποιήσεις», εξήγησε.
Η ΓΣ ταυτίζεται με τον υπουργό, ανέφερε και υπενθύμισε ότι το σκέλος
των εσόδων του Ταμείου, που πηγαίνει στην απομείωση του χρέους αφορά
μόνο το δάνειο από το ESM κι όχι από παλαιότερα δάνεια.
«Φυσικά και θα γίνουν ιδιωτικοποιήσεις και πωλήσεις», αλλά δεν μπορούν να αποφασιστούν χωρίς την έγκριση του υπουργού, τόνισε.
Προσέθεσε ότι το στρατηγικό σχέδιο του Ταμείου εγκρίνεται από τον
μοναδικό μέτοχο, που είναι το ελληνικό Δημόσιο, και παραλαμβάνει τις
γενικές στρατηγικές κατευθύνσεις που παρέχονται από τον υπουργό
Οικονομικών.
«Το μακροπρόθεσμο πλαίσιο εξασφαλίζει την αποφυγή ξεπουλήματος. Η
βασική διαφορά του Ταμείου από το ΤΑΙΠΕΔ είναι ότι δεν γίνεται ξεπούλημα
και ότι έχεις τον χρόνο αν θέλεις να πουλήσεις να το κάνεις κάτω από
τις ιδανικές συνθήκες» υπογράμμισε.
Σχετικά με το εποπτικό συμβούλιο του Ταμείου, για το οποίο ασκήθηκε
σφοδρή κριτική από την αντιπολίτευση, ο κ. Τσακαλώτος ξεκαθάρισε ότι τα
τρία από τα πέντε μέλη ανήκουν στο ελληνικό δημόσια και για τα δύο μέλη
των θεσμών απαιτείται η σύμφωνη γνώμη του υπουργού Οικονομικών.
«Η εταιρεία είναι ελληνική, διέπεται από ελληνικό δίκαιο»
Μέσω κύκλων του το υπουργείο Οικονομικών δίνει
ατύπως διευκρινίσεις σε διάφορα ζητήματα που αφορούν στο νέο Ταμείο
Περιουσίας σημειώνοντας ότι «η εταιρεία είναι ελληνική, η διοίκησή της
είναι ελληνική, εδρεύει στην Ελλάδα και διέπεται από το ελληνικό δίκαιο.
Δεν πρόκειται δε να γίνουν, ούτε απολύσεις, ούτε αλλαγές στο εργασιακό
καθεστώς των εργαζομένων στις ΔΕΚΟ που θα μπουν».
Σύμφωνα με τα όσα ανέφεραν, «οποιαδήποτε ιδιωτικοποίηση προτείνεται
από τα διοικητικά όργανα της εταιρείας πρέπει να εγκριθεί από τον
υπουργό. Αυτό αφορά, φυσικά και τις ΔΕΚΟ που εντάσσονται στο Ταμείο
(ΟΑΣΑ, ΟΣΥ, ΣΤΑΣΥ, ΟΣΕ, ΕΛΤΑ, ΟΑΚΑ) σχετικά με τις οποίες έχει παραχθεί
αδιανόητη παραπληροφόρηση. Οι ΔΕΚΟ αυτές δεν έχουν ενταχθεί στην
εταιρεία για αποκρατικοποίηση».
Οι ίδιοι κύκλοι του υπουργείου, προσθέτουν ότι το σκέλος των εσόδων
της εταιρείας που πηγαίνει στην απομείωση του χρέους αφορά μόνο στις
υποχρεώσεις τού ν. 4336/2015 (τρίτη δανειακή σύμβαση). Μετά την κάλυψή
τους, και συνεπώς για το υπόλοιπο της ζωής της εταιρείας, η λειτουργία
του θα αφορά καθαρά αναπτυξιακούς στόχους.
Αναφορικά με το ποια περιουσιακά στοιχεία του Δημοσίου μεταβιβάζονται
στο νέο Ταμείο, οι παράγοντες του υπουργείου Οικονομικών απαντούν ότι
στην εταιρεία δεν περνάει όλη η περιουσία του Δημοσίου, αλλά ένα μέρος
της - ακίνητα του υπουργείου Οικονομικών για τα οποία, πλέον, η ΕΤΑΔ θα
έχει την αρμοδιότητα να κάνει διοικητικές αποβολές. Στο άρθρο 188,
ορίζονται οι άμεσες θυγατρικές της εταιρείας και στο παράρτημα «Δ»
ορίζονται ποιες ΔΕΚΟ περνούν σε αυτό για διαχείριση.
Επισημαίνουν δε, ότι πουθενά στον νόμο δεν προβλέπεται πώληση των
ΔΕΚΟ που μπαίνουν στο Ταμείο. Μάλιστα, είναι τεράστια η διαφορά μεταξύ
αξιοποίησης και ιδιωτικοποίησης. Σύμφωνα με το υπουργείο,
«Ευρύτερος στόχος από κοντόφθαλμες ιδιωτικοποιήσεις»
Οι παράγοντες του υπουργείου υποστηρίζουν ότι «ο στόχος είναι
ευρύτερος από τις κοντόφθαλμες ιδιωτικοποιήσεις, όπως γινόταν στην
περίπτωση του ΤΑΙΠΕΔ».
Σχετικά με το πού θα οδεύουν τα έσοδα του Ταμείου, οι ίδιοι κύκλοι
αναφέρουν ότι «αυτά αφενός συμβάλλουν στην απομείωση του χρέους,
αφετέρου δε διοχετεύονται σε επενδύσεις που στοχεύουν στην ενίσχυση της
ανάπτυξης της οικονομίας, σε αντίθεση με ό,τι ίσχυε μέχρι σήμερα! Αυτό
προβλέπεται ρητά στο άρθρο 200 παρ.2 όπου αναφέρεται ότι: "Ποσά τα
οποία, […], χρησιμοποιούνται για επενδυτικούς σκοπούς μπορούν να
χρησιμοποιηθούν για τους ακόλουθους τύπους επενδύσεων:
• Επενδύσεις που συμβάλλουν στην ενίσχυση της ανάπτυξης της εθνικής οικονομίας, και
• Επενδύσεις σε περιουσιακά στοιχεία της Εταιρείας και των άμεσων θυγατρικών της"».
Ανώτατο όργανο του Ταμείου, δηλώνουν από το υπουργείο, είναι η Γενική
Συνέλευση, δηλαδή ο υπουργός Οικονομικών (άρθρο 190, παρ.2). Η
πλειοψηφία στο Εποπτικό Συμβούλιο (3/5) ανήκει στο Δημόσιο και ο
πρόεδρος του Εποπτικού Συμβουλίου δεν έχει επιπλέον αρμοδιότητες από τα
υπόλοιπα μέλη. Δεν έχει διπλή ψήφο, και δεν έχει διαφορετικό σκοπό πέρα
από την τήρηση του στόχου και της αποστολής της εταιρείας. Εξάλλου, και
για τα δύο μέλη των θεσμών απαιτείται η σύμφωνη γνώμη του υπουργού
Οικονομικών με δικαίωμα βέτο (άρθρο 191 παρ. 2.β).
Το Εποπτικό Συμβούλιο – συνεχίζουν οι κύκλοι του υπουργείου
Οικονομικών - εποπτεύει τη λειτουργία της εταιρείας. Δεν ασκεί τη
διοίκησή της, η οποία ασκείται από το Διοικητικό Συμβούλιο, τα μέλη του
οποίου επιλέγονται από το Εποπτικό Συμβούλιο μέσα από μια διαφανή
διαδικασία. Μάλιστα, παραθέτουν τα σχετικά άρθρα και συγκεκριμένα:
«Ο υπουργός Οικονομικών συμμετέχει στην επιλογή του Διευθύνοντος
Συμβούλου σύμφωνα (άρθρο 192 παρ. 1) για να διασφαλίσει ότι το πρόσωπο
που επιλέγεται έχει τα χαρακτηριστικά της μακροπρόθεσμης οπτικής για την
εταιρεία και τα περιουσιακά στοιχεία που ανήκουν σε αυτή.
Το Δ.Σ. ελέγχεται από την Γενική Συνέλευση, δηλαδή τον Υπουργό
Οικονομικών (άρθρο 190). Το στρατηγικό σχέδιο της Εταιρείας εγκρίνεται
από τον υπουργό Οικονομικών (άρθρο 190, παρ. 2α). Ρητή αναφορά στο νόμο
ότι οι ΔΕΚΟ θα επιδιώκουν τη διαβούλευση με τα ενδιαφερόμενα μέρη των
επιχειρήσεων (π.χ. καταναλωτές, εργαζόμενους)».
Τέλος, απαντώντας στο εάν οι επενδύσεις του Ταμείου στα ίδια τα
περιουσιακά του στοιχεία από το 50% των εσόδων από τις ιδιωτικοποιήσεις
(το υπόλοιπο 50% θα δίδεται για αποπληρωμή του χρέους) αποτελούν
αναπτυξιακή πολιτική, οι παράγοντες του υπουργείου αναφέρουν ότι «οι
επενδύσεις σε περιουσιακά στοιχεία της εταιρείας είναι μόνο η μία πλευρά
των παρεχόμενων δυνατοτήτων. Η άλλη σημαντική πλευρά, η οποία σκοπίμως
αποσιωπάται, είναι οι επενδύσεις που έχουν ως στόχο την ανάπτυξη της
ελληνικής οικονομίας και αφορούν σημαντικούς τομείς από πλευράς
κυβερνητικής πολιτικής, οι οποίοι εγκρίνονται από τον μοναδικό μέτοχο.
Αλλά και οι επενδύσεις στα περιουσιακά στοιχεία της εταιρείας,
αποσκοπούν στην αύξηση της αξίας τους, όχι μόνο για να πουληθούν, αλλά
και για την αύξηση των εσόδων από τη διαχείρισή τους και γενικότερα κάθε
είδους αξιοποίηση».
Πηγή: efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου