Ολοένα και συχνότερα τελευταία διατυπώνεται το ερώτημα του «αν
υπάρχει εναλλακτική οικονομική πρόταση στο τραπέζι». Κάτι που να πείθει
ως εναλλακτική στη σημερινή, ακραία οικονομική χρηματιστικοποίηση.
Για να δοθεί απάντηση, μάλλον πρέπει να εστιάσουμε στον φιλοσοφικό
πυρήνα του τρέχοντος συστήματος. Να κατανοήσουμε γιατί έφτασε στο σημείο
να κυριαρχήσει και για ποιο ακριβώς λόγο βρίσκεται σε κατάσταση
αποσύνθεσης σήμερα.
Το κυρίαρχο οικονομικό αφήγημα στηρίζεται στην ιδέα του “laissez faire”*. Μία έννοια που ταυτίζεται σε μεγάλο βαθμό με την ανθρώπινη υπόσταση,
κι αυτό ακριβώς την κατέστησε τόσο πειστική. Αυτό στον βαθμό που
δεχόμαστε πως ο καθένας επιθυμεί να είναι ελεύθερος να πράξει για να
ευημερήσει. Η συγκεκριμένη θεωρία υποστηρίζει επιπλέον ότι η ατομική
φιλοδοξία ευνοεί και το σύνολο, κι όλο αυτό μέσα σε ένα “αέναο” πλαίσιο
αυτορρύθμισης. Το άξιο έχει απήχηση και αναδεικνύεται ενώ το ανάξιο
περνάει στο περιθώριο μέχρις ότου εξαλειφθεί. Παράλληλα, όλες οι
ατομικές αποφάσεις και επιλογές αθροιστικά (γνωστές ως το “αόρατο χέρι
της αγοράς”) δημιουργούν ένα “υγιές” και “δίκαιο” πλαίσιο.
Το πρόβλημα με την παραπάνω συλλογιστική είναι πως αποτελεί ένα μόνο
κομμάτι της εξίσωσης. Ενώ διατείνεται πως ότι είναι καλό για το άτομο
ευνοεί και το σύνολο, δεν λαμβάνει υπόψη τις αρνητικές εκφάνσεις της
ανθρώπινης φύσης. Και κυρίως τη δυνατότητα του ανθρώπου να επηρεάζει και
να χειραγωγεί καταστάσεις με “αφύσικους”, τεχνητούς τρόπους. Σε ολοένα
και μεγαλύτερη κλίμακα και χωρίς να [γίνεται αντιληπτό πως] υπάρχει
“ταβάνι”, με τις αποκλίνουσες συμπεριφορές όχι μόνο να επιβραβεύονται,
αλλά να επιβραβεύονται δυσανάλογα και σε βάρος της υπόλοιπης αγοράς (με
τη λογική του “η ζημία σου κέρδος μου”).
Σε αντίθεση με τις τρέχουσες οικονομικές δομές, στη φύση τα πάντα
αυτορρυθμίζονται με έναν υγιή τρόπο. Οι ροές είναι αμφίδρομες και
ισορροπημένες. Τα επιμέρους συστατικά της λειτουργούν και ως τμήματα
ενός ενιαίου οργανισμού. Όποιο τμήμα παραβιάζει τις βιώσιμες αρχές του,
αργά ή γρήγορα επανέρχεται στη φυσική τάξη.
Ο άνθρωπος αντιθέτως, εκλογικεύοντας, πεπεισμένος για την ορθότητα
των πράξεών του και έχοντας πάντα ως άλλοθι το laissez faire, παραβιάζει
διαρκώς και χωρίς αναστολές τη φυσική τάξη. Συγκεντρώνει περισσότερα
από όσα χρειάζεται, γίνεται εμμονικός με τον ανταγωνισμό και την απόλυτη
επικράτηση, θυμίζει παιδί που επιθυμεί διακαώς να είναι ο εσαεί αρχηγός
του δεντρόσπιτου. Ένας αυτιστικός οικονομικός παλιμπαιδισμός στην
καλύτερη των περιπτώσεων.
Είναι σαφές ότι η έννοια του laissez faire, μονοσήμαντα και σε
απομόνωση (όπως λειτουργεί και γίνεται αντιληπτή σήμερα), οδηγεί σε έναν
εκφυλισμό. Στο σημείο αυτό λοιπόν, οφείλει να έρθει να συμπληρώσει την
εξίσωση μία συνολική θεώρηση της κατάστασης. Συγκεκριμένα, η
αλληλεπίδραση της έννοιας του laissez faire με το σύνολο, και το πως
μπορούν αυτά τα δύο να λειτουργήσουν το ένα υπέρ του άλλου.
Αυτό αποτελεί και το έρεισμα για την εξέταση ενός σχήματος που σε
πρώτη ανάγνωση φαντάζει οξύμωρο: Ενός ατομικισμού στην υπηρεσία του
συνόλου κι ενός συνόλου στην υπηρεσία του ατόμου. Ένα σύστημα που θα
παντρεύει δύο έννοιες φαινομενικά αντίθετες**,
αντικρουόμενες (σύμφωνα τουλάχιστον με το πως τις αντιλαμβανόμαστε
σήμερα). Που θα αποκαθιστά την ισορροπία ανάμεσα στα δύο. Που θα
αντλεί έμπνευση από το πως λειτουργεί η φύση. Όπως λειτουργεί για
παράδειγμα ένα δέντρο, ταυτόχρονα ως αυτόνομη οντότητα αλλά και ως μέλος
ενός ενιαίου οικοσυστήματος.
Είναι ξεκάθαρο πως οι ατομικές ενέργειες οφείλουν να ευθυγραμμιστούν
με τη βιωσιμότητα του συνόλου. Πως όμως μπορεί να διασφαλιστεί αυτό;
Πως μπορούμε να είμαστε σίγουροι πως ο καθένας, μέσα από το ατομικό του
πρίσμα θα φροντίσει και για το σύνολο; Σίγουρα θα ήταν αφέλεια να
πιστέψει κανείς ότι θα το πράξει συνειδητά, γιατί “έτσι πρέπει”. Γιατί
“έτσι είναι το σωστό”. Αν αυτό ίσχυε εξάλλου, θα ζούσαμε σε μια
διαφορετική πραγματικότητα.
Αν και είναι πρακτικά αδύνατο να
λειτουργούν όλοι με γνώμονα [και] το καλό του συνόλου, σίγουρα μπορεί να
περιοριστεί το εύρος των αποκλίσεων. Διαισθητικά αν μη τι άλλο, τα
πράγματα μπορούν να είναι σαφώς πιο ισορροπημένα, εφόσον ο καθένας
ενεργεί σύμφωνα με τις πραγματικές κλίσεις κι επιθυμίες του, κι όχι
βάσει μιας κοσμοθεωρίας που έχει καταλήξει συνώνυμη του οικονομικού
δαρβινισμού.
Αυτό που μπορούμε να κάνουμε λοιπόν, είναι να προσεγγίσουμε όσο το
δυνατόν περισσότερο μία ιδεατή κατάσταση. Κι ο καλύτερος ενδεχομένως
τρόπος είναι με το να “τα έχει ο καθένας καλά με τον εαυτό του”, στον
βαθμό που θα κάνει εκείνο το οποίο είναι πραγματικά προορισμένος να
κάνει. Παίρνοντας σαν δεδομένο ότι προτιμότερη είναι μία κοινωνία
ανθρώπων που αισθάνονται πλήρεις, παρά μια κοινωνία νευρωτικών με
πληθώρα απωθημένων. Κι ένα σύνολο απαρτιζόμενο από ψυχικά υγιή μέλη,
είναι εκ των πραγμάτων υγιέστερο από ένα σύνολο νευρωτικών.
Τα παραπάνω κάλλιστα θα μπορούσαν να βρουν έκφραση σε ένα σύστημα όπου:
1. Η ανάδειξη των κλίσεων και του ταλέντου του κάθε ατόμου θα
διασφαλίζεται από το σύνολο (το οικουμενικό εισόδημα είναι ένα
παράδειγμα προς αυτή την κατεύθυνση)
2. Ο καθένας με τη σειρά του, κάνοντας εκείνο το οποίο είναι
πραγματικά προορισμένος να κάνει, θα προσφέρει τα μέγιστα στο σύνολο
3. Το άτομο (κι ένας οργανισμός κατά προέκταση) θα λειτουργεί μέσα σε
ένα βιώσιμο πλαίσιο αμφίδρομων, ισορροπημένων νομισματικών ροών (η
συγκεκριμένη “προσομοίωση” οικοσυστημικών ροών είναι παραπάνω από εφικτή
στο πεδίο της νομισματικής αρχιτεκτονικής)
Με άλλα λόγια, ένας ταλαντούχος άνθρωπος, να έχει την ευχέρεια στις
πιο παραγωγικές και “διαυγείς” ώρες της μέρας, να ασχολείται με το
αντικείμενό του κι όχι να αναλώνεται σε μία δουλειά που του είναι
αδιάφορη, στα πλαίσια της “αυτοσυντήρησης”. Να περιοριστεί και γιατί
όχι, να εκμηδενιστεί η “διαφυγούσα ζωτική ενέργεια”, απόρροια της
αναντιστοιχίας πραγματικής κλίσης και επαγγελματικής ενασχόλησης. Να
διαμορφωθεί ένα νομισματικό πλαίσιο που θα υποκαθιστά τη μονοσήμαντη,
ανεγκέφαλη επιταγή οικονομικής γιγάντωσης “με οποιοδήποτε κόστος”, με
μία επιταγή ουσιαστικής αυτοπραγμάτωσης. Με μία επιταγή ορθού, βιώσιμου
και από περιβαλλοντικής σκοπιάς οικονομικού βίου.
Τα παραπάνω είναι εφικτά. Ιδιαίτερα δε από τη στιγμή που αποτελεί το
πλέον αυτονόητο, η επιθυμία του καθένα να ζήσει την ιδεατή εκδοχή του
εαυτού του. Το μόνο που απουσιάζει ενδεχομένως, είναι το να περιέλθουν
στο φάσμα της συνειδητοποίησης ιδέες όπως αυτές***
αλλά και αντίστοιχες, που ενώνουν μία πλειοψηφία πολύ μεγαλύτερη από
αυτό που συνιστά τη λεγόμενη κρίσιμη μάζα. Και βεβαίως, μία μετάβαση
από την παθητικότητα στην ενεργή διεκδίκηση.
*Που σημαίνει “Αφήστε τα ελεύθερα”. Αποδίδεται
στον Βενσάν ντε Γκουρναί (Γαλλία, 18ος αιώνας). Πηγή έμπνευσής του, η
ταοϊκή έννοια του “γου γουέι” (“η μη δράση” με την έννοια της “μη
παρέμβασης”).
**Επιπρόσθετα, ένα σύστημα ως το πάντρεμα δύο
αντιθέτων (ένας εξ' ορισμού δυϊσμός) θα έχει ως αντίθετό του τον ίδιο
του τον εαυτό. Εκ των πραγμάτων δηλαδή δεν θα μπορεί να “εκφυλιστεί” στο
αντίθετό του.
***Που μπορούν να χαρακτηριστούν εντελεχιστικές, ως εντελέχεια, από το εν δυνάμει στο εν ενεργεία, στην [αυτό]πραγμάτωση.
Συντάκτης: Ιάσονας Γκιώνης - οικονομικός αναλυτής
Πηγή: efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου