Αποτελεί κατά τη γνώμη μας σοβαρό θεωρητικό και εφαρμοσμένο έλλειμμα,
αρχής γενομένης από το Μνημόνιο 1 μέχρι και το Μνημόνιο 3 στην Ελλάδα,
το γεγονός της δημοσιονομικής θεώρησης και εμπλοκής του Συστήματος
Κοινωνικής Ασφάλισης (ΣΚΑ) στη δημοσιονομική διαχείριση της χώρας μας.
Με αφετηρία την ελλειμματική αυτή θεωρητικά κατανόηση και εφαρμογή
της αντίστοιχης πολιτικής πρακτικής από το 2010 και μετά στη σημερινή
τυπική ή άτυπη συζήτηση–διαπραγμάτευση για την αναδιάρθρωση του
ελληνικού χρέους, η δημοσιονομική συσχέτιση του ΣΚΑ με τη δημοσιονομική
κατάσταση και προοπτική της χώρας αναδεικνύει το ασφαλιστικό, ιδιαίτερα
από την πλευρά της γενικής διευθύντριας του ΔΝΤ, ως παραγωγό χρέους.
Επομένως, σύμφωνα με τις πρόσφατες δηλώσεις της, δεν θα μπορέσει να
προχωρήσει η διαπραγμάτευση για την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους
εάν προηγουμένως η Ελλάδα δεν φροντίσει διά μέσου της δωδέκατης μείωσης
των συντάξεων να μειώσει τις συνταξιοδοτικές δαπάνες και ως εκ τούτου να
περιορίσει την κρατική χρηματοδότηση του Συστήματος Κοινωνικής
Ασφάλισης.
Κατά συνέπεια, σύμφωνα με τη θεώρηση που εμπνέει τις πρόσφατες
δηλώσεις της κ. Λαγκάρντ, οι συνταξιοδοτικές δαπάνες -λανθασμένα κατά
την άποψή μας- όχι μόνο αποτελούν τροχοπέδη για την ανάπτυξη και την
απασχόληση, αλλά αποτελούν επιπλέον και τροχοπέδη για την αναδιάρθρωση
του χρέους, η οποία θα δημιουργήσει, στον βαθμό που την αφορά, τις
κατάλληλες προϋποθέσεις εξόδου της ελληνικής οικονομίας από την
οικονομική κρίση και ύφεση.
Με άλλα λόγια, στις δηλώσεις της η κ. Λαγκάρντ παραγνωρίζει ότι οι
συνταξιοδοτικές δαπάνες, αντίθετα από όσα υποστηρίζει, αποτελούν
αναπαραγωγική και επεκτατική συνιστώσα του ευρύτερου οικονομικού
συστήματος με ό,τι θετικό συνεπάγεται, ιδιαίτερα κατά τη σημερινή
περίοδο εξόδου από την παρατεταμένη εξαετή ύφεση, στις επενδύσεις, το
εισόδημα, την απασχόληση, τη ζήτηση, την κοινωνική ασφάλιση κ.λπ.
Κατά συνέπεια, στο πλαίσιο του νεοφιλελεύθερου μακρο-οικονομικού και
μακρο-κοινωνικού πλαισίου, η κ. Λαγκάρντ στις πρόσφατες δηλώσεις της
υποστήριξε ότι στην Ελλάδα ο Κρατικός Προϋπολογισμός χρηματοδοτεί το
Σύστημα Κοινωνικής Ασφάλισης με πόρους που αντιστοιχούν στο 10% του ΑΕΠ,
ενώ στις χώρες της βόρειας Ευρώπης το ποσοστό αυτό αντιστοιχεί κατά
μέσον όρο στο 2% του ΑΕΠ.
Ομως, η πραγματικότητα είναι ότι το 2015 στην Ελλάδα ο Κρατικός
Προϋπολογισμός χρηματοδότησε την κοινωνική ασφάλιση με πόρους που
αντιστοιχούν συνολικά στο 10% του ΑΕΠ (4,5% του ΑΕΠ -6,5 δισ. ευρώ- ως
τριμερή χρηματοδότηση και 5,5% του ΑΕΠ –10,5 δισ. ευρώ– για την κάλυψη
των ελλειμμάτων του Συστήματος Κοινωνικής Ασφάλισης).
Στη Γερμανία, για παράδειγμα, ο Κρατικός Προϋπολογισμός χρηματοδοτεί
το ΣΚΑ με συνολικούς πόρους που αντιστοιχούν στο 6,9% του ΑΕΠ (3% του
ΑΕΠ για κάλυψη των ελλειμμάτων και 3,9% του ΑΕΠ ως τριμερή
χρηματοδότηση).
Επομένως, η διαφορά, για παράδειγμα, Ελλάδας-Γερμανίας αναφορικά με
τη συνολική κρατική χρηματοδότηση του ΣΚΑ δεν είναι 8 ποσοστιαίες
μονάδες του ΑΕΠ αλλά είναι 3,1 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ, δεδομένου
ότι η Ελλάδα διαθέτει 10% του ΑΕΠ και η Γερμανία 6,9% του ΑΕΠ. Το ίδιο
σε επίπεδο κάλυψης των ελλειμμάτων η διαφορά είναι 2,5% ποσοστιαίες
μονάδες του ΑΕΠ, δεδομένου ότι η Ελλάδα διαθέτει 5,5% του ΑΕΠ και η
Γερμανία διαθέτει 3% του ΑΕΠ.
Ομως, αξίζει να σημειωθεί ότι παρά το γεγονός ότι τα στοιχεία που
εμπεριέχονται στις πρόσφατες δηλώσεις της κ. Λαγκάρντ δεν
ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα, εν τούτοις από καιρό σε καιρό
διατυπώνονται από στελέχη των διεθνών οργανισμών και των δανειστών,
προκειμένου να αποδειχθεί ανεπιτυχώς ότι το συνταξιοδοτικό σύστημα στην
Ελλάδα είναι γενναιόδωρο με την έννοια ότι η πραγματική ηλικία
συνταξιοδότησης είναι χαμηλή, οι συνταξιούχοι λαμβάνουν σύνταξη για
μεγαλύτερο, από τις άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης, χρονικό διάστημα
και η κατώτερη σύνταξη προσεγγίζει τον κατώτερο μισθό.
Η αναλυτική διερεύνηση των στατιστικών δεδομένων (OECD: Pension at a
Glance, 2011) αναδεικνύει ότι το πραγματικό μέσο έτος συνταξιοδότησης
στην Ελλάδα για τους άνδρες είναι τα 63 έτη και για τις γυναίκες είναι
τα 59 έτη.
Στη Γερμανία, για παράδειγμα, για τους άνδρες είναι τα 63 έτη και για
τις γυναίκες τα 61 έτη. Το ίδιο η αναφορά των ετών του εργασιακού βίου
στην Ελλάδα, σύμφωνα με το Ageing Report 2015 (σελ. 52) η μέση χρονική
διάρκεια είναι 32 έτη (36 έτη για τους άνδρες και 28 έτη για τις
γυναίκες) και στη Γερμανία, π.χ., είναι 37,5 έτη μέση χρονική διάρκεια
(40 έτη για τους άνδρες και 35 έτη για τις γυναίκες).
Για την Ελλάδα θα πρέπει να λάβουν υπόψη οι διεθνείς οργανισμοί και
οι δανειστές ότι, κατά την περίοδο της οικονομικής κρίσης και ύφεσης
2010-2015, παρατηρήθηκε μια γενικευμένη αποχώρηση από την εργασία
(600.000 νέοι συνταξιούχοι) λόγω της ύφεσης, της μαζικής ανεργίας και
του στοιχειώδους συστήματος προστασίας των ανέργων και αναμένουν
επιπλέον τη συνταξιοδότησή τους 330.000 άτομα μετά την υποβολή των
δικαιολογητικών τους μέχρι το τέλος του 2015.
Η εξέλιξη αυτή αποτελεί, μεταξύ των άλλων, θεμελιώδες λάθος του
προγράμματος λιτότητας των δανειστών στην Ελλάδα, με την έννοια ότι
περιέπλεξε και επιδείνωσε ακόμη περισσότερο την κρίση του Συστήματος
Κοινωνικής Ασφάλισης τόσο στο επίπεδο των εισροών, όσο και στο επίπεδο
των εκροών και ειδικότερα της φτωχοποίησης του συνταξιοδοτικού πληθυσμού
και της σοβαρής επιδείνωσης των συνθηκών εξυπηρέτησης των ασφαλισμένων
και των συνταξιούχων.
Επίσης δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα ότι οι Ελληνες
συνταξιοδοτούνται κατά μέσον όρο 5 έτη περισσότερο από ό,τι, για
παράδειγμα, οι Γερμανοί, δεδομένου ότι η πραγματική μέση ηλικία
συνταξιοδότησης στην Ελλάδα είναι τα 62 έτη και στη Γερμανία τα 64. Αν
λάβουμε όμως υπόψη ότι οι Γερμανοί έχουν κατά μέσον όρο 1 έτος
περισσότερο προσδόκιμο ζωής από τους Ελληνες, τότε η διαφορά καταβολής
της σύνταξης είναι μόλις 1 έτος περισσότερο στην Ελλάδα.
Τέλος, η κατώτατη σύνταξη (392 ευρώ τον μήνα) είναι προφανές ότι δεν
προσεγγίζει τον κατώτατο μισθό (586 ευρώ τον μήνα). Συμπερασματικά,
αξίζει να σημειωθεί ότι το επίπεδο των συντάξεων στην Ελλάδα σήμερα
(2015) για 35 έτη εργασίας και ασφάλισης και συνταξιοδότηση στο 67ο έτος
ηλικίας δεν αντιστοιχεί, όπως υποστηρίζουν οι διεθνείς οργανισμοί και
οι δανειστές, στις 2,75 φορές περισσότερο σε σχέση με τις καταβαλλόμενες
εισφορές.
Αντίθετα αντιστοιχεί σε 1,23 (Γερμανία 1,25) φορά περισσότερο σε σχέση με τις καταβαλλόμενες εισφορές.
Κατά συνέπεια, όπως προκύπτει από τη συγκριτική ανάλυση των
στατιστικών στοιχείων, η δυσχερής κατάσταση του κοινωνικο-ασφαλιστικού
συστήματος στην Ελλάδα δεν οφείλεται σε ασφαλιστικά προβλήματα που να
αιτιολογούν, κατά κύριο λόγο, τις αδιέξοδες και αναποτελεσματικές
παρεμβάσεις του παρελθόντος, ιδιαίτερα κατά την περίοδο 2010-2015 των
δανειστών και των ελληνικών κυβερνήσεων, στο σκέλος των εκροών.
Αντίθετα, οφείλεται σε ιστορικές και θεσμικές παθογένειες του
παρελθόντος και σε προβλήματα που, κατά κύριο λόγο, αιτιολογούν
θεσμικές, λειτουργικές, χρηματοδοτικές και διαρθρωτικές παρεμβάσεις
εξορθολογισμού στο σκέλος των εισροών. Από την άποψη αυτή, το Σύστημα
Κοινωνικής Ασφάλισης στην Ελλάδα και υπό την καθοδήγηση των δανειστών
έφτασε σήμερα σε οριακό σημείο επειδή ακριβώς επαναλαμβάνει το αδιέξοδο
παρελθόν του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου